Επιπόλαιη είναι η δήλωση Τσίπρα, ότι «περάσαμε τον κάβο πριν χαλάσει ο καιρός στα ανοικτά», καθώς αντιστρέφει την πραγματικότητα. Η αλήθεια είναι ότι πριν λίγες ημέρες, η Ελλάδα εγκατέλειψε το ασφαλές λιμάνι των χαμηλότοκων χρηματοδοτήσεων του ESM και ξανοίχτηκε στον ωκεανό των αγορών, υποστηρίζει σε συνέντευξή του στο Liberal ο Πάνος Τσακλόγλου, καθηγητής στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Εξηγεί πως αν τα πράγματα ήταν έτσι όπως τα παρουσιάζει η κυβέρνηση, τότε οι αγορές δεν θα απαιτούσαν για να μας δανείσουν επιτόκιο 4,4%, σαν τα επίπεδα-ρεκόρ για το μήνα Αύγουστο, στα οποία εκτινάχθηκε την Παρασκευή η απόδοση του 10ετούς ομολόγου.
O πρώην επικεφαλής του Σώματος Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων τονίζει ότι αυτό που δεν λέει η κυβέρνηση είναι ότι η χώρα έχασε τη «χρυσή ευκαιρία» του 2015-2017 με το φθηνό χρήμα, ενώ πολύ φοβάται ότι αν η ομιλία Τσίπρα στη ΔΕΘ αναλωθεί σε ανακοινώσεις παροχών, τότε τα spreads θα διευρυνθούν περαιτέρω.
Εφόσον πάντως κάποια στιγμή στο μέλλον η Ελλάδα βρεθεί ξανά αποκομμένη από τις αγορές, θεωρεί ότι πολύ δύσκολα θα βρεθούν χώρες πρόθυμες να μας δανείσουν ξανά για να αποφύγουμε τη χρεοκοπία, ειδικά αν μέχρι τότε έχει ολοκληρωθεί η θωράκιση της Ευρωζώνης.
Συνέντευξη στον Γιώργο Φιντικάκη
- Στο πρώτο υπουργικό συμβούλιο μετά τον ανασχηματισμό, ο Πρωθυπουργός είπε ότι «περάσαμε τον κάβο πριν χαλάσει ο καιρός στα ανοικτά», υπονοώντας τα όσα συμβαίνουν σε Ιταλία, Τουρκία, Αργεντινή. Τελικά, μήπως περάσαμε τον κάβο, αλλά ενώ νομίζαμε ότι θα μπούμε σε λιμάνι, βγήκαμε σε ωκεανό;
Πραγματικά, η δήλωση του κ. πρωθυπουργού είναι μάλλον επιπόλαιη και αντιστρέφει την πραγματικότητα. Πριν λίγες μέρες η Ελλάδα εγκατέλειψε το ασφαλές λιμάνι των χαμηλότοκων χρηματοδοτήσεων του ESM και ξανοίχτηκε στον ωκεανό των αγορών.
Δυστυχώς για την Ελλάδα, λόγω της διακυβέρνησης των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, η χώρα μας έχασε την περίοδο 2015-2017 όταν φυσούσε ούριος άνεμος (άφθονη ρευστότητα, χαμηλές τιμές πετρελαίου, υψηλοί ρυθμοί μεγέθυνσης της παγκόσμιας οικονομίας) και μπαίνει στον ωκεανό όταν αρχίζει να ξεσπά η τρικυμία (αντιστροφή των ευνοϊκών συνθηκών, Τουρκία, Ιταλία, Αργεντινή, κλπ).
- Σε κάθε περίπτωση, για ποιο λόγο να ζητούν οι επενδυτές επιτόκιο 4,4% για να δανείσουν την Ελλάδα;
Ακριβώς επειδή δεν ισχύει αυτό που είπε ο κ. Τσίπρας. Δυστυχώς, παρά τις μεγάλες θυσίες του ελληνικού λαού κατά την τελευταία οκταετία, η οικονομική μεταβλητή που έχει τη μεγαλύτερη σημασία για τη μακροχρόνια βιωσιμότητα του χρέους μας, δηλαδή το ύψος του spread των ελληνικών ομολόγων σε σύγκριση με τα γερμανικά ομόλογα δεν διαφέρει σημαντικά από το spread της εποχής όπου η Ελλάδα αποκόπηκε από τις διεθνείς αγορές κεφαλαίου το 2010.
- Σε μια στιγμή που οι αγορές αναζητούν το επόμενο «θύμα», μήπως τα πράγματα χειροτερεύσουν μετά τη ΔΕΘ, όταν ο Πρωθυπουργός ανακοινώσει το περίφημο γενναίο «πακέτο παροχών»;
Προφανώς, η κυβέρνηση έχει κάθε λόγο να παρουσιάζει την εικόνα ως ρόδινη. Αν όπως πολύ φοβάμαι, ο λόγος του κ. Τσίπρα στη ΔΕΘ αναλωθεί, σε ανακοινώσεις ανέφικτων παροχών που θα θέτουν σε κίνδυνο το πρωτογενές πλεόνασμα του 3,5% που ο ίδιος έχει συμφωνήσει με τους θεσμούς, αντί να παρουσιάσει ένα συνεκτικό και πειστικό αφήγημα για το πώς η χώρα θα πετύχει υψηλούς και διατηρήσιμους ρυθμούς ανάπτυξης τα επόμενα χρόνια, τότε η αντίδραση των αγορών θα είναι μάλλον προβλέψιμη και τα spreads θα διευρυνθούν.
- Τις τελευταίες ημέρες, κυβερνητικά στελέχη, αναφερόμενα στο θέμα των συντάξεων, τονίζουν ότι «θα το κάνουμε, όπως η Πορτογαλία». Εννοούν ότι όταν η Πορτογαλία βγήκε από το δικό της πρόγραμμα, αρνήθηκε να μειώσει μισθούς και συντάξεις, άρα, όπως ακριβώς εκείνοι είπαν όχι, έτσι θα αρνηθούμε και εμείς, αν μας πιέσουν. Είναι συγκρίσιμες οι δύο περιπτώσεις;
Οι διαφορές είναι αρκετά μεγάλες για να δικαιολογούν τέτοιους ισχυρισμούς. Καταρχήν η Πορτογαλία δεν χρειάστηκε τρία προγράμματα, αλλά ένα, και πλέον έχει πλήρη πρόσβαση στις αγορές, ενώ εμείς έχουμε μόνο το μαξιλάρι των 24 δισεκατομμυρίων ευρώ, το οποίο, σύμφωνα με το βασικό σενάριο, αν δεν αποκτήσουμε πρόσβαση στις αγορές, θα έχει εξαντληθεί σε λιγότερο από δύο χρόνια.
Αν οι αγορές θεωρήσουν ότι οι αλλαγές που έχουν συμφωνηθεί με τους θεσμούς – συμπεριλαμβανομένης της περικοπής της «προσωπικής διαφοράς» των παλαιών συνταξιούχων – δεν υλοποιούνται, αλλά και ότι θα υπάρξουν πισωγυρίσματα σε σχέση με μεταρρυθμίσεις που έχουν ήδη υλοποιηθεί – όπως αυτές στο πεδίο των εργασιακών σχέσεων – είναι πολύ πιθανό να δούμε τα spreads των ελληνικών ομολόγων να αυξάνονται ακόμα παραπάνω. Σε μια τέτοια περίπτωση, είναι πιθανό στο τέλος της επόμενης διετίας να μην έχουμε πρόσβαση στις αγορές και να βρεθούμε, κυριολεκτικά, «με την πλάτη στον τοίχο».
Ως προς τους μισθούς, εξ όσων γνωρίζω, κανένας δεν ζήτησε μείωσή τους. Όμως, τυχόν αύξησή τους – ειδικά του κατώτατου μισθού που επηρεάζει τη συνολική μισθολογική κλίμακα – θα πρέπει να συμβαδίζει με άνοδο της παραγωγικότητας.
Δυστυχώς, λόγω της επενδυτικής άπνοιας των τελευταίων ετών, η παραγωγικότητα της εργασίας φθίνει. Επομένως, τυχόν σημαντική αύξηση του κατώτατου μισθού σε αυτή τη φάση, είναι πολύ πιθανό να οδηγήσει σε ανάσχεση ή και αναστροφή της τάσης μείωσης της ανεργίας των τελευταίων ετών.
Αυτό, φυσικά, δεν σημαίνει ότι οι μισθοί πρέπει να παραμείνουν καθηλωμένοι εσαεί. Κάθε άλλο. Απλώς, θα πρέπει να συμβαδίζουν με αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας.
- Κάποιοι εκτιμούν ότι αν η Ελλάδα εξαντλήσει πρώτα το «μαξιλάρι» και μετά από 22 μήνες στραφεί στις αγορές προκειμένου να δανειστεί, θα βρεθεί αντιμέτωπη με υψηλά επιτόκια, οπότε θα αναγκαστεί να ζητήσει από τους εταίρους νέο πρόγραμμα. Τι πιστεύετε;
Ελπίζω ότι το ελληνικό πολιτικό σύστημα έχει βγάλει τα σωστά συμπεράσματα από την κρίση και δεν θα βρεθούμε σε αυτή τη δεινή θέση.
Ας μην λησμονούμε ότι στόχος των Ευρωπαίων ήταν με τη λήξη του 3ου Μνημονίου, να απαλλαγούν επιτέλους από την ευθύνη της Ελλάδας και τα προγράμματα σωτηρίας της. Κανείς στην Ευρώπη δεν θέλει να ανοίξει ξανά παρόμοια συζήτηση.
Αν, επομένως, κάποια στιγμή στο μέλλον η Ελλάδα βρεθεί ξανά αποκομμένη από τις διεθνείς αγορές κεφαλαίου, η «σωτηρία» της θα είναι μια πολύ δυσάρεστη συζήτηση για όλους και δεν είμαι καθόλου βέβαιος ότι θα βρεθούν εύκολα χώρες πρόθυμες να μας δανείσουν για να αποφύγουμε τη χρεοκοπία – ειδικά αν μέχρι τότε έχει ολοκληρωθεί η θωράκιση της Ευρωζώνης αναφορικά με τη μετάδοση της κρίσης σε άλλες χώρες.