Του Ιωάννη Κούτρα*
Το ψέμα γενικότερα είναι μια κοινή συμπεριφορά των περισσότερων ανθρώπων στην καθημερινή τους ζωή. Το ψέμα σου επιτρέπει να χειραγωγείς τον τρόπο με τον οποίο θέλεις να σε βλέπουν οι άλλοι. Σύμφωνα με έρευνες κάθε άνθρωπος λέει κατά μέσο όρο ένα ψέμα την ημέρα.
Γιατί όμως λέμε ψέματα; Οι λόγοι μπορεί να είναι εντελώς αθώοι, αλλά και κακόβουλοι ή κακοπροαίρετοι. Λέμε ψέματα για να εντυπωσιάσουμε, για να ενισχύσουμε την χαμηλή αυτοεικόνα μας ή για να δικαιολογηθούμε. Τα ψέματα όμως όταν προέρχονται από πολιτικούς, μπορούν να προδώσουν την πατρίδα μας, να διακινδυνεύσουν την ασφάλειά μας και να υποσκάψουν την δημοκρατία μας.
Χαμηλή αυτοεκτίμηση, ανασφάλεια και ναρκισσισμός είναι μερικές αιτίες που μας κάνουν να λέμε ψέματα.
Το να λες ψέματα συνήθως επιδεινώνεται με το πέρασμα του χρόνου. Έτσι ο ψεύτης ωθείται να συνεχίσει τις αυταπάτες και να λέει καινούργια ψέματα για να καλυφθεί. Ένας άνθρωπος, που ψεύδεται κατά σύστημα επειδή αισθάνεται την ανάγκη να εντυπωσιάζει τους άλλους και να γίνεται αρεστός, θα μπορούσε να περιορίσει αυτή την συμπεριφορά αν κατάφερνε να βασίσει την αυτοεκτίμησή του σε λιγότερο θεαματικά, αλλά πιο αυθεντικά ερείσματα. Κι αυτό είναι κάτι που η ψυχοθεραπεία ή η αλληλεπίδραση με τους άλλους μπορεί να του διδάξει.
Υπάρχουν διαφορετικοί τύποι ψεύτη. Ο περιστασιακός, ο συχνός, ο καθ' έξιν και ο επαγγελματίας. Οι πιο δύσκολοι να εντοπιστούν είναι οι δύο τελευταίοι. Ο καθ' έξιν είναι τόσο συνηθισμένος που δεν συνειδητοποιεί ότι ψεύδεται και δεν το δείχνει. Ο επαγγελματίας ψεύτης είναι ο πιο επικίνδυνος γιατί έχει εξασκηθεί τόσο πολύ που η συμπεριφορά του δεν τον προδίδει. Όπως οι χρήστες ναρκωτικών και αλκοόλ, έτσι και οι επαγγελματίες ψεύτες δεν το παραδέχονται.
Σε πολιτικό επίπεδο η προπαγάνδα, στην πιο ύπουλη μορφή της, βασίζεται στη διαχείριση των συναισθημάτων των πολιτών. Η συνεχώς επαναλαμβανόμενη πληροφορία που μας δημιουργεί ευχάριστα συναισθήματα πολύ εύκολα μπορεί να αποτυπωθεί και να παγιωθεί στην μνήμη μας.
Στην αρχαία Αθήνα υπήρξε το φαινόμενο της δημαγωγίας. Δημαγωγός ήταν αυτός ο οποίος συνειδητά επεδίωκε την εξαπάτηση των συμπολιτών του για να αυξήσει την πολιτική του ισχύ. Φαίνεται μάλλον ότι κάποιοι νεόκοποι πολιτικοί ζήλεψαν την αρχαία Αθήνα…
Ο Γκαίμπελς είχε πει ότι όσο πιο τερατώδες είναι ένα ψέμα και όσο πιο συχνά το λες τόσο πιο εύκολα γίνεται πιστευτό. Γιατί όμως οι πολιτικοί πιστεύουν ότι μπορούν να ψεύδονται χωρίς να αποκαλύπτονται;
Ειδικά την εποχή του διαδικτύου οι πιθανότητες να αντέξει ένα ψέμα είναι μηδαμινές. Γιατί λοιπόν ψεύδονται ;
Κάποιοι πολιτικοί είναι ναρκισσιστές, αλαζόνες, θεωρούν τους εαυτούς τους ιδιαίτερους, αναζητούν τον υπερβολικό θαυμασμό, είναι εκμεταλλευτές. Οι πολιτικοί γνωρίζουν πως οι οπαδοί τους θα τους πιστέψουν ακόμα και αν υπάρχουν αδιάψευστες αποδείξεις ότι ψεύδονται. Οι οπαδοί δεν ακούν τίποτα άλλο πέρα από τον αρχηγό τους. Οι άνθρωποι δεν θέλουν να ακούν την αλήθεια γιατί πονάει και κανείς δεν θέλει να ακούει πράγματα που απειλούν την ύπαρξη και τις πεποιθήσεις του. Όπως αναφέρθηκε και παραπάνω εάν ένα ψέμα ειπωθεί πολλές φορές φορές οι άνθρωποι υποθέτουν πως είναι αλήθεια.
Ας επιστρέψουμε όμως στο ελληνικό πολιτικό περιβάλλον. Από τη μεταπολίτευση και μετά θα θυμηθούμε πολλά συνθήματα που αποδεικνύουν εκ των υστέρων την διαφορά λόγων και έργων. «έξω οι βάσεις του θανάτου», «ΕΟΚ και ΝΑΤΟ το ίδιο συνδικάτο», «λεφτά υπάρχουν», «ΣΥΡΙΖΑ ή μνημόνιο» είναι μερικά χαρακτηριστικά συνθήματα.
Οι πολιτικοί λοιπόν λένε ψέματα γιατί αυτό δεν κοστίζει πολιτικά και γιατί χωρίς το ψέμα δεν υπάρχει περίπτωση να αναρριχηθούν στην κορυφή της εξουσίας. Ο λαός μας δυστυχώς προτιμά το ψέμα για πολλούς και διάφορους λόγους. Στην τωρινή δύσκολη συγκυρία πιστεύουν συνειδητά το ψέμα γιατί τους δημιουργεί την ελπίδα για κάτι καλύτερο.
Είναι όμως όλοι οι Έλληνες πολιτικοί ψεύτες ; Σίγουρα υπάρχουν κάποιοι που θα κέρδιζαν με άνεση έναν τέτοιο διαγωνισμό, με τρανό παράδειγμα τον νυν πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα. Κατόρθωσε να κάνει παγκοσμίως γνωστό τον όρο “greek kolotoumba”. Υπάρχουν όμως και κάποιοι άλλοι που αισθάνονται την ανάγκη να διαμορφώσουν μια σχέση ειλικρίνειας και εμπιστοσύνης με τους ψηφοφόρους τους.
Και αυτό το πετυχαίνουν λέγοντας την αλήθεια. Όπως η «συμφωνία αλήθειας» του Κυριάκου Μητσοτάκη.
Μπορεί να νικήσει η αλήθεια;
Δυστυχώς τις περισσότερες φορές πιστεύουμε ότι με την παρουσίαση λογικών επιχειρημάτων θα πείσουμε αυτόν που έχει πλανηθεί. Για να καταρρίψουμε όμως τα μυθώδη ψέματα πρέπει να θυμόμαστε ότι προσπαθώντας να ξεριζώσουμε έναν μύθο αφήνουμε κενό σε αυτόν που το πιστεύει. Πρέπει να μιλάμε για την αξία της δικής μας αλήθειας και όχι για τη γελοιότητα του μύθου του. Χρειάζονται λίγα λόγια και να επαναλαμβάνουμε τα επιχειρήματά μας. Αυτός που έχει πλανηθεί και πιστέψει το ψέμα στην αρχή δεν θα μας ακούσει. Η αλήθεια έχει χίλια καλά, αλλά δεν έχει τη γοητεία της συνωμοσίας, δεν πουλάει ελπίδα και χρειάζεται δουλειά για να γίνει κατανοητή.
Καταπίνουμε με απληστία κάθε ψέμα, αλλά την αλήθεια που μας φαίνεται πικρή την ρουφάμε γουλιά γουλιά.
Δυστυχώς ο Αλέξης Τσίπρας με τα μυθώδη ψέματά του κατάφερε και δηλητηρίασε στο έπακρο τον ψυχισμό των πολιτών, με αποτέλεσμα να γίνει άρρηκτος ο συνδυασμός πολιτικός-ψέμα.
Ο Νίτσε είχε πει: «δεν με ενοχλεί που μου είπες ψέματα, με ενοχλεί που από εδώ και πέρα δεν μπορώ να σε πιστεύω».
Το να λέγεται η αλήθεια στην πολιτική είναι περισσότερο από αρχή πολιτικού ήθους. Συνδέεται με την ευρωστία και την αυτοπεποίθηση μιας πολιτείας, μιας παράταξης ή μιας προσωπικότητας, δηλαδή με την άρνησή της να αποκρύψει ή να διαστρέψει την αλήθεια.
Το μεγάλο λοιπόν στοίχημα είναι να μπορέσει ο πολίτης να δεχθεί την αλήθεια, να μπορέσει να πιστέψει πάλι την πολιτική. Η αλήθεια θα πρέπει να ειπωθεί όσο σκληρή και αν είναι. Μόνο έτσι οι πολιτικοί θα μπορέσουν να αποκτήσουν ξανά την εμπιστοσύνη των πολιτών. Θα πρέπει όμως να ειπωθεί από ανθρώπους που μπορούν να την υποστηρίξουν.
Αλήθεια ειπωμένη από ανθρώπους που προέρχονται από την κοινωνία που εξαπατήθηκε και από πολιτικούς, όπως ο Κυριάκος Μητσοτάκης, που δεν φοβούνται να την υποστηρίξουν.
*Ο κ. Ιωάννης Κούτρας είναι μαιευτήρας-γυναικολόγος, πολιτικό στέλεχος της Νέας Δημοκρατίας, που έχει περάσει από τη διαδικασία του Μητρώου Πολιτικών Στελεχών.