Σε τρία έως πέντε χρόνια το πολύ η Ελλάδα θα αναγκαστεί να εισέλθει σε ένα νέο μνημόνιο εκτιμά, μιλώντας στον «Φ», ο Ζολτ Ντάρβας, οικονομικός αναλυτής και senior fellow στο think tank Bruegel των Βρυξελλών.
Αυτό θα συμβεί, όπως εξηγεί, όταν η κυκλική ανάκαμψη που βιώνει σήμερα η χώρα φτάσει λογικά στο τέλος της, οπότε η οικονομία θα επιβραδυνθεί ξανά, οι αγορές θα καταλάβουν ότι λόγω της χαμηλής ανάπτυξης, η Ελλάδα δυσκολεύεται να αποπληρώσει τα δάνεια προς ΕΚΤ και ΔΝΤ, επομένως θα γίνουν πιο νευρικές απέναντί της, δεν θα θέλουν να τη δανείσουν, άρα το επόμενο μνημόνιο θα έρθει νομοτελειακά.
Δεν αποκλείει μάλιστα το σενάριο αυτό να επιταχυνθεί, αν λόγω της ιταλικής κρίσης η ευρωζώνη περάσει σε επιβράδυνση ή και ύφεση, οπότε πρώτοι θα την πληρώσουν οι αδύναμοι κρίκοι, δηλαδή πάλι η Ελλάδα. Χαρακτηρίζει ως μια τεράστια ιστορία αποτυχίας τη χώρα, αφού το 1 εκατ. των ανέργων, η εκτόξευση της φτώχειας, το brain drain και η αργή ανάπτυξη δεν δικαιολογούν, όπως τονίζει, πανηγυρισμούς περί οικονομικού «success story», πολλώ δε μάλλον όταν βλέπει να έρχεται ένας μεγάλος κίνδυνος.
Συνέντευξη στον Γιώργο Φιντικάκη
- Ευρωπαίοι και Έλληνες αξιωματούχοι πανηγυρίζουν την έξοδο της Ελλάδας από το 3ο μνημόνιο, ωστόσο η ανάπτυξη είναι αδύναμη, οι τράπεζες γεμάτες κόκκινα δάνεια, το ελληνικό χρέος παραμένει το υψηλότερο στην Ευρώπη και οι αγορές δεν εμπιστεύονται τη χώρα. Ποια είναι η δική σας εκτίμηση;
Φοβάμαι ότι η Ελλάδα δεν είναι έτοιμη να σταθεί στα πόδια της με βιώσιμο τρόπο. Αν δεν συμβεί κάτι πολύ αρνητικό ή δεν υπάρξουν προσεχώς κλυδωνισμοί πανευρωπαϊκά, τότε η Ελλάδα ίσως καταφέρει να τα βγάλει πέρα τα επόμενα χρόνια. Αλλά φοβάμαι ότι αυτό που βλέπω είναι ένας σημαντικός κίνδυνος υποχώρησης της οικονομικής ανάπτυξης σε λίγα χρόνια.
Αυτό θα συμβεί κατ'' αρχάς γιατί η Ελλάδα στην παρούσα φάση βιώνει αυτό που ονομάζουμε κυκλική ανάκαμψη. Από το 2009 έως το 2016, το ελληνικό ΑΕΠ μειώθηκε πάνω από 25% και συνεπώς, έπειτα από μία τόσο βαθιά ύφεση, η ανάκαμψη έως έναν βαθμό έρχεται σχεδόν αυτόματα. Αν αυτή η κυκλική ανάκαμψη φτάσει στο τέλος της, τότε θα υπάρξει πρόβλημα.
Αν η ανάπτυξη επιβραδυνθεί, όταν η Ελλάδα θα έχει να αποπληρώνει περισσότερα δάνεια ετησίως σε ΕΚΤ, ΔΝΤ και κάποια προς ιδιώτες, τότε οι αγορές θα γίνουν νευρικές απέναντι στη χώρα. Αν μάλιστα καταλάβουν τότε ότι το χρέος παραμένει υπερβολικό και η Ελλάδα δεν μπορεί να το εξυπηρετήσει λόγω της χαμηλής της ανάπτυξης, τότε δεν θα θέλουν να τη δανείσουν.
- Σε πόσα χρόνια πιστεύετε ότι μπορεί να συμβεί κάτι τέτοιο και ποια θα είναι η κατάληξη; Μπορεί η Ελλάδα να αναγκαστεί να ζητήσει ένα νέο πρόγραμμα;
Αν δεν συμβεί κάτι κακό νωρίτερα, το οποίο θα επιταχύνει τις εξελίξεις, τότε εκτιμώ ότι αυτό το σενάριο θα γίνει πραγματικότητα σε 3-5 χρόνια από σήμερα, οπότε και η χώρα δεν αποκλείεται να αναγκαστεί να ζητήσει εκ νέου βοήθεια από κάποιο μηχανισμό στήριξης.
Έπειτα σκεφτείτε ότι το 2019 η Ελλάδα έχει εκλογές, οι οποίες θα μπορούσαν να προκαλέσουν πολιτική κρίση αν δεν σχηματιστεί κυβέρνηση, με αποτέλεσμα το δυσμενές σενάριο να επισπευσθεί.
Ταυτόχρονα θα μπορούσε να ξεσπάσει κρίση λόγω της Ιταλίας. Αν η Ιταλία αντιμετωπίσει κρίση, ακριβώς επειδή είναι πολύ μεγάλη και σημαντική, αυτό θα έχει τεράστιο αντίκτυπο σε όλη την Ευρώπη. Αν η Ευρωζώνη περάσει σε επιβράδυνση ή και ύφεση, πρώτοι θα την πληρώσουν οι αδύναμοι κρίκοι, δηλαδή πάλι η Ελλάδα.
Σε μια τέτοια περίπτωση, η χώρα δεν θα μπορεί να ικανοποιήσει τους στόχους για τα συμφωνημένα υπέρ-πλεονάσματα. Τότε, λοιπόν, οι αγορές θα δουν την Ελλάδα ακόμη πιο επιφυλακτικά και θα απαιτήσουν από τη χώρα πολύ υψηλά επιτόκια. Σε αυτήν τη περίπτωση, το κακό σενάριο που σας περιέγραψα προηγουμένως θα έρθει νωρίτερα.
- Γίνεται μεγάλη συζήτηση στην Ελλάδα για την προσέλκυση επενδύσεων. Ακόμη όμως δεν τις βλέπουμε. Τι συμβαίνει;
Όπως έχω πει παλαιότερα στο Liberal.gr, όσο και στο Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών (Μάρτιος 2018), η Ελλάδα πάσχει στις επενδύσεις, με τις ακαθάριστες επενδύσεις (σ.σ. μαζί με τις αποσβέσεις) να είναι αρνητικές για πάρα πολλά χρόνια, άρα το πραγματικό κεφαλαιακό απόθεμα της χώρας έχει μειωθεί.
Δεδομένης της αδυναμίας για επενδύσεις και την έλλειψη χρηματοδότησης από τις τράπεζες, η μεγαλύτερη ελπίδα είναι η προσέλκυση ξένων κεφαλαίων, αλλά για να συμβεί αυτό απαιτούνται πρώτα αξιόπιστες πολιτικές, δίχως εκπλήξεις. Φοβάμαι ότι σε αυτό το στάδιο δεν είναι ακόμη ορατές αυτές οι πολιτικές.
Επομένως, το μεγάλο ερώτημα για τους επενδυτές είναι το αν και κατά πόσο αυτή ή η επόμενη κυβέρνηση θα δημιουργήσουν το απαιτούμενο φιλικό επιχειρηματικό περιβάλλον.
Όπως επίσης αν θα εφαρμοσθούν οι μεταρρυθμίσεις και τα μέτρα ενισχυμένης εποπτείας που έχουν συμφωνηθεί με τους δανειστές, αλλά και αν θα επιτευχθούν οι στόχοι για το πλεόνασμα. Τέτοιες μόνο επιδόσεις μπορεί να ενθαρρύνουν τους ξένους επενδυτές ότι συμφέρει να τοποθετηθούν στην Ελλάδα.
- Θεωρείτε πιθανό, ενόψει των επόμενων εκλογών, να σταματήσει η εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων;
Δεν θέλω να κάνω προβλέψεις καθώς δεν είμαι ειδικός στην ελληνική πολιτική σκηνή, ωστόσο μια επικείμενη εκλογική διαδικασία, ασφαλώς και ευνοεί την λήψη δημοφιλών μέτρων, και αντίστοιχα εμποδίζει την εφαρμογή των μη δημοφιλών μέτρων, όπως όσα έχουν προνομοθετηθεί. Έως τώρα η κυβέρνηση διατείνεται ότι θα εφαρμόσει όλα όσα έχουν συμφωνηθεί, ας ελπίσουμε ότι έτσι θα συνεχίσει.
- Κάποιοι πάντως Ευρωπαίοι αξιωματούχοι παρουσιάζουν την Ελλάδα ως ένα οικονομικό «success story». Συμφωνείτε με αυτή την άποψη;
Όχι βέβαια, η Ελλάδα είναι ξεκάθαρα μια ιστορία αποτυχίας. Αν κοιτάξει κανείς πίσω στο 2010, τότε ήταν φανερό ότι η ελληνική οικονομία οδηγούνταν σε ύφεση άνω του 7%, όπως και έγινε, και μπορεί η ανάκαμψη να επέστρεψε το 2014, έκτοτε όμως πήρε πάρα πολλά χρόνια για να επανέλθει το ΑΕΠ σε θετικό ρυθμό ανάκαμψης.
Επιπλέον, οι άνεργοι ξεπερνούν το 1 εκατομμύριο, η φτώχεια εκτοξεύθηκε, πάρα πολλοί νέοι Έλληνες, ειδικά οι πιο ταλαντούχοι, μετανάστευσαν και συνεχίζουν να μεταναστεύουν στο εξωτερικό, αναζητώντας καλύτερη ζωή και αμοιβές.
Το αποτέλεσμα επομένως δεν είναι πολύ ενθαρρυντικό. Όλα τα ελληνικά προγράμματα από το 2010 έως σήμερα, ήταν μια αποτυχία. Το χειρότερο όλων ήταν το πρώτο, το δεύτερο ήταν κακό, και το 3ο παρ' ότι συνέβαλε ώστε να αυξηθεί το ΑΕΠ περισσότερο απ' ότι αναμενόταν τα προηγούμενα χρόνια, ήταν το πλέον αχρείαστο.
Έφερε κάποια θετικά αποτελέσματα, αλλά αν δει κανείς την συνολική εικόνα, τα προγράμματα ήταν για την Ελλάδα μια μεγάλη αποτυχία. Δεν υπάρχουν επομένως λόγοι για πανηγυρισμούς, και για ένα επιπλέον λόγο, διότι όπως σας είπα νωρίτερα, βλέπω ένα σημαντικό κίνδυνο υποχώρησης στην ανάκαμψη, τα επόμενα χρόνια.
Αναδημοσίευση από τον Φιλελεύθερο της Τετάρτης 22 Αυγούστου