Η κακοποίηση των παιδιών είναι ένα διαχρονικό πρόβλημα δημόσιας υγείας σε όλες τις κοινωνίες. Αν και υπάρχουν παράγοντες κινδύνου που αυξάνουν τον κίνδυνο κακοποίησης και άλλοι προστατευτικοί, όλα τα παιδιά μπορούν να κακοποιηθούν – ακόμη και το δικό μας.
Δεν είναι εύκολο να αναγνωρίσεις ότι ένα παιδί έχει κακοποιηθεί. Το ίδιο το παιδί πολλές φορές είναι ακόμη πολύ μικρό και δεν μπορεί να μιλήσει. Ή δεν θέλει να πει τι του συνέβη γιατί φοβάται ή / και αγαπά πολύ τον δράστη λόγω της κοντινής τους σχέσης. Μπορεί να πιστεύει ότι θα βρει τον μπελά του ή ότι κανείς δεν θα το πιστέψει.
Οι γονείς μπορεί να παραβλέψουν τα συμπτώματα και τα σημεία της κακοποίησης γιατί δεν θέλουν να αντιμετωπίσουν την πραγματικότητα και φοβούνται τις ενδεχόμενες συνέπειες. Οι επαγγελματίες που εργαζόμαστε με παιδιά συχνά διστάζουμε να δράσουμε, γιατί δεν είμαστε κατάλληλα προετοιμασμένοι, δεν θέλουμε να εμπλακούμε σε συγκρούσεις ή ακόμη πιο απλά δεν θέλουμε να πιστέψουμε ότι μπορεί να υπάρχει κακοποίηση σε μία καλή οικογένεια, που μοιάζει τόσο με τη δική μας.
Εντούτοις, αν δεν αναγνωριστεί έγκαιρα το πρόβλημα, η κακοποίηση θα συνεχιστεί, θέτοντας σε κίνδυνο τη ζωή του παιδιού, τη σωματική του ακεραιότητα, τη σωματική και ψυχική του υγεία. Συνεπώς η παράβλεψη των πιο πρώιμων, αναγνωριστικών σημαδιών κακοποίησης είναι μεγάλο σφάλμα.
Τέτοια σημάδια στο σώμα είναι κάθε ανεξήγητη κάκωση (ακόμη και μία μόνο εκχύμωση), διαταραχή στην ανάπτυξη και ενοχλήματα από το ουροποιογεννητικό σύστημα.
Το παιδί μπορεί να εμφανίσει πόνο στην κοιλιά ή πονοκεφάλους χωρίς παθολογικό αίτιο, ή να αρχίσει να βρέχει το κρεβάτι του. Άλλα προειδοποιητικά σημεία αποτελούν οι αλλαγές στη συμπεριφορά του παιδιού και στη σχολική του επίδοση.
Η ύπαρξη ενός υποστηρικτικού ενήλικα στη ζωή του παιδιού μπορεί να το βοηθήσει να ξεπεράσει τις κακοποιητικές εμπειρίες. Αυτός ο υποστηρικτικός ενήλικας μπορεί να είστε εσείς. Ο μοναδικός που μπορεί να βοηθήσει το παιδί. Καθυστερώντας την αντιμετώπιση του προβλήματος, μόνο χειρότερα μπορούν να γίνουν τα πράγματα.
Συμβουλευθείτε τον ιατρό, που μπορεί να αξιολογήσει τα συμπτώματα και τα ευρήματα του παιδιού. Ενημερώστε τις αρμόδιες υπηρεσίες προστασίας ανηλίκων, θα διερευνήσουν τις ανησυχίες σας και θα αναζητήσουν εγγυήσεις για ένα ασφαλές περιβάλλον για όλη την οικογένεια.
Η επίβλεψη ή ακόμη καλύτερα η συμμετοχή μας στις δραστηριότητες του παιδιού μπορεί να προλάβουν την κακοποίηση εκτός σπιτιού. Ενθαρρύνετε το παιδί να μοιράζετε μαζί σας τις εμπειρίες του από το σχολείο, και αξιολογήστε τις.
Δώστε ιδιαίτερη προσοχή στο παιδί αν εμφανίσει απότομη, αδικαιολόγητη μεταβολή στη συμπεριφορά του. Αν σας εκμυστηρευθεί μια κακοποιητική εμπειρία, μην την προσπεράσετε. Υπερασπιστείτε το παιδί, μιλώντας ανοικτά και με σαφήνεια για τα όσα σας είπε σε όσους εμπλέκονται.
Χτίστε σχέσεις αμοιβαίας εμπιστοσύνης με το παιδί για να έχετε μεγαλύτερη πιθανότητα να μάθετε έγκαιρα οποιοδήποτε πρόβλημα προκύψει. Τονίστε ότι μπορεί να σας μιλήσει για οτιδήποτε – ιδίως δυσάρεστο - χωρίς να φοβάται ότι θα το μαλώσετε. Εξηγήστε ότι για να είστε όλοι ασφαλείς, δεν πρέπει να έχετε μεταξύ σας μυστικά.
Το παράθυρο στον κόσμο για το παιδί το ανοίγουμε εμείς οι ενήλικες. Το προετοιμάζουμε να βαδίσει στον συναρπαστικό και υπέροχο κόσμο μας με σιγουριά και να αντιμετωπίσει κάθε δυσκολία με αυτοπεποίθηση. Άλλωστε εσείς θα είστε πάντα δίπλα του.
* Το κείμενο γράφτηκε με αφορμή την Πανελλήνια Ημέρα κατά της σχολικής βίας και του εκφοβισμού.
** Η Αλεξάνδρα Σολδάτου είναι αναπληρώτρια Καθηγήτρια Παιδιατρικής, Β’ Παιδιατρική Κλινική της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, Νοσοκομείο Παίδων «Π. & Α. Κυριακού».