Του Γιάννη Παντελάκη
Διαβάζω μια ανάρτηση στο facebook. Σ'' αυτήν αναπαράγεται ένα άρθρο του Παντελή Μπουκάλα από την Καθημερινή. Δεν έχει σημασία το περιεχόμενο του άρθρου, αλλά αρκετά σχόλια κάτω από αυτό. Προέρχονται προφανώς από χρήστες που πρόσκεινται ή ανήκουν στη Ν.Δ. Και οι οποίοι, δεν ανέχονται όχι μόνο τις απόψεις Μπουκάλα-οι διαφωνίες είναι σεβαστές και θεμιτές-αλλά κυρίως το γεγονός ότι ο συγκεκριμένος αρθρογράφος, φιλοξενείται σε μια εφημερίδα που θεωρούν ότι πρέπει να φιλοξενεί μόνο απόψεις που στηρίζουν τις επιλογές της Ν.Δ. Ή έστω συγγενικές πολιτικά φωνές. Η οργή τους, δεν αφορά στο περιεχόμενο του άρθρου. Τουλάχιστον όχι κυρίως αυτό. Αλλά, στην φιλοξενία του συγκεκριμένου αρθρογράφου σ'' αυτό το Μέσο.
Ανάλογα παραδείγματα, μπορεί να συναντήσει κάποιος και σε άλλες πολιτικές-κομματικές εκδοχές. Σ'' ένα Μέσο που πρόσκειται στον ΣΥΡΙΖΑ, απόψεις που μπορεί να είναι κριτικές προς τον ΣΥΡΙΖΑ, δεν είναι ανεκτές. Από μια μεγάλη μερίδα αναγνωστών. Δεν αναφέρομαι σε κομματικά Μέσα, αλλά για τα υπόλοιπα που στηρίζουν συγκεκριμένες πολιτικές επιλογές. Σύμφωνα με την λογική τους:πρόκειται για «το δικό μας Μέσο, άρα τι δουλειά έχουν οι άλλοι ;». Ας μην αναφερθώ σε συγκεκριμένα παραδείγματα, υπάρχουν πολλά και τα γνωρίζουμε όλοι. Ιδιαίτερα όσοι έχουμε περάσει κάποια χρόνια σε ΜΜΕ. Κάθε τι διαφορετικό που δεν ταιριάζει στην κομματική μας άποψη για τα πράγματα, δεν έχει θέση.
Με ευθύνη πολλών, σ'' ένα σεβαστό αριθμητικά κομμάτι της κοινωνίας, έχει διαμορφωθεί η άποψη της απόλυτης αλήθειας, την οποία υπηρετούν ή για την ακρίβεια πρέπει να υπηρετούν και τα Μέσα. Μέσα στην αλήθεια αυτή, δεν χωράνε διαφορετικές απόψεις. Ούτε καν μικρές παρεκκλίσεις. Το περασμένο καλοκαίρι, ιδιαίτερα με το δημοψήφισμα, το φαινόμενο αυτό πήρε ακραίες διαστάσεις. Το εμφυλιοπολεμικό κλίμα που κυριάρχησε, βοήθησε σημαντικά στην επιδείνωσή του. Οι μεν και οι δε. Αλήθειες ενδιάμεσες δεν είχαν θέση. Ούτε αρθρογράφοι που δεν υπηρετούν την πολιτική προσέγγιση του Μέσου θα έπρεπε να υπάρχουν.
Η ευθύνη γι αυτό το φαινόμενο που αφορά στην ίδια την ποιότητα του δημόσιου διαλόγου, ανήκει σε μας τους δημοσιογράφους, ανήκει στις πολιτικές δυνάμεις, ανήκει και σε μεγάλο μέρος της κοινωνίας. Δεν αντέχουμε μεγάλες δόσεις δημοκρατίας, δεν αντέχουμε την διαφορετική άποψη αν και αυτή προάγει την κριτική σκέψη και κατ επέκταση την αλήθεια. Τα επιχειρήματα που ενδέχεται να αμφισβητήσουν αυτό που θεωρούμε ως απόλυτη αλήθεια, δεν είναι ανεκτά. Οι απόψεις πρέπει να κρίνονται όχι με βάσει την ενδεχόμενη βασιμότητά τους, αλλά το κομματικό μέτρο που ο καθένας έχει στο μυαλό του.
Ο περιορισμός στην έκφραση της διαφορετικής άποψης, κατά βάσει ακολουθείται από τις κυβερνήσεις. Τα παραδείγματα των δημόσιων μέσων είναι ενδεικτικά. Όταν κάποιοι θέλουν αυτές οι λογικές να επεκταθούν και στα ιδιωτικά Μέσα, τότε είναι φανερό πως δεν αντέχουν πολύ δημοκρατία. Και ας ισχυρίζονται το αντίθετο...