Του Αλέξανδρου Σκούρα
Το Μάιο του 2015 στο Μέγαρο Μουσικής μία ομάδα Ελλήνων, Ευρωπαίων και Αμερικανών φιλελευθέρων οργάνωσε ένα σημαντικό συνέδριο με θέμα την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας. Μεταξύ των πολλών διακεκριμένων καλεσμένων ήταν ο νυν πρωθυπουργός, μεταρρυθμιστές πρώην υπουργοί από χώρες της ΕΕ και αξιωματούχοι της Παγκόσμιας Τράπεζας και του ΔΝΤ, ενώ τις δύο καταληκτικές ομιλίες έδωσαν ο τότε Υπουργός Οικονομικών κ. Βαρουφάκης και ο νομπελίστας οικονομολόγος Τόμας Σάρτζεντ.
Ανάμεσα στις σημαντικότερες στιγμές του συνεδρίου εκείνου ήταν το σχόλιο του Τόμας Σάρτζεντ για όσα είχε μόλις ακούσει από τον τότε Υπουργό Οικονομικών: “Ο υπουργός σας μίλησε για τη μεγάλη ύφεση στην οποία βρίσκεται το ελληνικό κράτος, δεν μίλησε όμως για την ελληνική οικονομία”. Το κοινό, κυρίως φιλελεύθερων απόψεων, αμέσως ξέσπασε σε χειροκρότημα καθώς ο σπουδαίος νομπελίστας οικονομολόγος αναγνώρισε αυτό που είχαν αποτύχει να αναγνωρίσουν τα μνημόνια και ιδιαίτερα η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ: το γεγονός ότι ενώ η κρίση στην Ελλάδα προήλθε από τον δημοσιονομικό εκτροχιασμό του κράτους, στο τέλος ήταν η ιδιωτική οικονομία που κυρίως πλήρωσε τα σπασμένα.
Πλέον, μετά από έναν τεράστιο κύκλο υπερφορολόγησης, πολιτικών ανατροπών, κοινωνικών αναταραχών, και ιδεολογικών συγκρούσεων, η κυβέρνηση κατέθεσε έναν προϋπολογισμό ο οποίος πετυχαίνει μια πολυπόθητη για εκατομμύρια ψηφοφόρους μείωση της φορολογίας χωρίς να προκαλεί δημοσιονομικές ανησυχίες ή πολιτικές αναταράξεις. Πώς γίνεται αυτό; Ας ρίξουμε μια ματιά στον παρακάτω πίνακα που ετοίμασε ο ερευνητής του ΚΕΦίΜ, Κωνσταντίνος Σαραβάκος:
Πίνακας 1: Πρόβλεψη φορολογικών εσόδων 2019 και 2020* (σε δισ. ευρώ)
Πηγή: Εισηγητική έκθεση προϋπολογισμού 2019 και Προσχέδιο κρατικού προϋπολογισμού 2020.
*Δεν περιλαμβάνονται οι ασφαλιστικές εισφορές.
Σύμφωνα με τον παραπάνω πίνακα, η κυβέρνηση υπολογίζει ότι θα εισπράξει 225 εκατ. λιγότερα από πέρυσι, αλλά παράλληλα εκτιμά ότι η οικονομία μας θα αυξηθεί κατά 2,8%. Εφόσον τα νούμερα αυτά επαληθευτούν μέσα στο 2020, η κυβέρνηση και ιδιαίτερα ο αρμόδιος υφυπουργός κ. Σκυλακάκης, θα έχουν επιτύχει έναν μικρό θρίαμβο -έναν θρίαμβο του κατά τα άλλα αυτονόητου.
Τα προηγούμενα χρόνια, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ αρνήθηκε πεισματικά να αναγνωρίσει πως ο μόνος τρόπος να βελτιωθεί τόσο η βραχυπρόθεσμη, όσο και η μακροπρόθεσμη δημοσιονομική θέση της χώρας περνά μέσα από πολιτικές που ευνοούν την οικονομική ανάπτυξη. Αντί για αυτές τις πολιτικές, προτίμησε τα υπερπλεονάσματα και τις καθυστερήσεις στις μεγάλες επενδύσεις που θα μπορούσαν, έστω και συμβολικά, να δώσουν το μήνυμα ότι η χώρα μας ήταν “open for business”.
Ο προϋπολογισμός του 2020 κινείται σε διαφορετική κατεύθυνση, καθώς προβλέπει πως η μείωση του ΕΝΦΙΑ και των υπόλοιπων φορολογικών συντελεστών που έχει υποσχεθεί η κυβέρνηση, θα τονώσει την αναπτυξιακή προοπτική της χώρας μας - μια πρόβλεψη σύμφωνη με τις βασικές αρχές της σύγχρονης οικονομικής επιστήμης και πρακτικής. Μειώνοντας τους φορολογικούς συντελεστές και τα υπεροπλεονάσματα και διατηρώντας τις κρατικές δαπάνες σε σταθερά επίπεδα, αναδεικνύεται μία νέα προοπτική για τον περιορισμό του βάρους του κράτους στην οικονομία χωρίς τις πολιτικά αλλά και πρωτίστως κοινωνικά κοστοβόρες δημοσιονομικές αναπροσαρμογές του παρελθόντος.
Μπορεί λοιπόν ακόμη να απέχουμε πολύ από την πραγμάτωση του φιλελεύθερου αιτήματος για μικρό και περιορισμένο κράτος, όμως τουλάχιστον του χρόνου θα έχουμε ένα κράτος μικρότερο και πιθανότατα αποτελεσματικότερο από το περσινό. Σε κάθε περίπτωση, το σημαντικό είναι πως ο προϋπολογισμός του 2020 περιγράφει μία πολιτική που αν εφαρμοστεί με συνέπεια και διάρκεια, θα έχει σημαντικά ευεργετικά αποτελέσματα για την ανάπτυξη, την απασχόληση και την ευημερία των Ελληνίδων και των Ελλήνων.