Πληροφορούμαστε δια του Τύπου ότι η κριτική για την πολιτική επιδομάτων για την Ενέργεια που εφαρμόζει η κυβέρνηση προκαλεί δυσφορία σε κυβερνητικούς παράγοντες: τη θεωρούν άδικη και ελιτίστικη.
Καταρχάς να δηλώσουμε ότι αντιλαμβανόμαστε πλήρως και κατανοούμε τη δυσφορία γιατί γνωρίζουμε ότι κάποιοι εργάζονται κάθε μέρα ατελείωτες ώρες, αναζητώντας την καλύτερη δυνατή λύση. Η πρόκληση της ενεργειακής κρίσης είναι τεράστια και στο οικονομικό περιβάλλον της χώρας μας οι κίνδυνοι μεγεθύνονται.
Όμως, η πολιτική δεν λειτουργεί έτσι.
Η Ελλάδα έχει μέχρι σήμερα δαπανήσει περίπου 8 δισ. ευρώ για επιδοτήσεις ηλεκτρικής ενέργειας και άλλα μέτρα από τον Σεπτέμβριο του 2021 ενώ, σύμφωνα με τις ανακοινώσεις, θα διπλασιάσει τις επιδοτήσεις για τους λογαριασμούς ρεύματος τον επόμενο μήνα σε 1,9 δισ. ευρώ. Οι επιδοτήσεις θα απορροφήσουν έως και το 94% της αύξησης των μηνιαίων λογαριασμών ρεύματος για τα νοικοκυριά και το 89% της αύξησης για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
«Αν στέλναμε τους λογαριασμούς χωρίς επιδότηση, κανείς δεν θα μπορούσε να τους πληρώσει», μας εξηγούν κατ'ιδίαν και τους πιστεύουμε.
Όμως, η κριτική γίνεται για δύο λόγους:
Ο πρώτος είναι ο προφανής και αυτονόητος: μόλις πριν από λίγες ημέρες και μετά από δώδεκα χρόνια οδύνης και σπαραγμού καταφέραμε να βγούμε και επισήμως από τα μνημόνια στα οποία μπήκαμε γιατί ποτέ κανείς δεν ρωτούσε «Πού θα βρούμε τα λεφτά;».
Επιπροσθέτως, αυτά τα μνημόνια ποτέ και καμία κυβέρνηση δεν τα υιοθέτησε, δεν τα έκανε «κτήμα της», όπως όριζαν οι δανειακές συμβάσεις που είχαμε υπογράψει. « Success requires ownership of the reform agenda programme by the Greek government» έγραφαν στο προοίμιό τους τα κείμενα των συμφωνιών με τους δανειστές, εμείς τα έχουμε διαβάσει και μας έχουν μείνει αξέχαστα.
Και έτσι ερχόμαστε στον δεύτερο λόγο για τον οποίο, κάποιοι, ελάχιστοι κάνουμε κριτική στις οριζόντιες επιδοματικές πολιτικές.
Ποια κυβέρνηση ιδιοποιήθηκε τα μνημόνια, όπως όριζαν τα κείμενα των συμβάσεων;
Ποια υπερασπίστηκε την ανάγκη για περιστολή των ανορθολογικών δαπανών;
Όλοι έλεγαν ότι «έχουν τα χέρια δεμένα». Σε τι; Στο να ξοδεύουν αλόγιστα κρατικούς πόρους.
Και σήμερα αντί η κυβέρνηση να λέει δημοσίως και ξερά αυτά που λέει σε κατ' ιδίαν συζητήσεις, δηλαδή το απλό: «Αν δεν επιδοτήσουμε τους λογαριασμούς, δεν θα μπορείτε να τους πληρώσετε» παρουσιάζει τις επιδοματικές της πολιτικές θριαμβευτικά όχι ως αναγκαίο κακό.
Μάλιστα, έχει επινοήσει και την έννοια του «δημοσιονομικού χώρου» τον οποίο οι πολίτες...δικαιούνται, λέει, να μοιραστούν.
Είναι να μην ανησυχεί κανείς με όλα αυτά;
Έπειτα φυσικά και οι πολίτες ανησυχούν όταν τα ρεπορτάζ που επικαλούνται κυβερνητικές πηγές θέλουν την κυβέρνηση να ποντάρει «στα πακέτα στη ΔΕΘ» για να ξεπεράσει την πολιτική κρίση που δημιούργησε το σκάνδαλο των υποκλοπών. Αν αυτό είναι ανακριβές, ας σταματήσουν να το λένε ή ας το διαψεύσουν αν δεν έχει ειπωθεί ποτέ.
Τέλος, είμαστε σε θέση πλέον να μαθαίνουμε σε πραγματικό χρόνο όσα γίνονται στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες. Διαβάζουμε παντού για μέτρα εξοικονόμησης ενέργειας, όταν εδώ πληροφορούμαστε ότι στις δημόσιες υπηρεσίες θα οριστεί, λέει, ένας αρμόδιος υπάλληλος να κλείνει τα φώτα. Αυτό θα το αφήσουμε ασχολίαστο.
Η κυβέρνηση έχει να επιδείξει έργο και οι πολίτες αναγνωρίζουν την προσπάθεια που γίνεται. Όμως για κάποιο ακατανόητο σε εμάς λόγο έχει επιλέξει, συνειδητά, να ρητορεύει με όρους αρχαϊκούς, με λεξιλόγιο άλλων εποχών που παραπέμπει στην καταστροφή.
Θα συνεχίσουμε την κριτική λοιπόν και ας δυσφορούν ορισμένοι. Άλλωστε σημασία έχει ότι για την ώρα τους εμπιστευόμαστε.