Στους παλιούς μεσαιωνικούς χάρτες, πριν την εποχή των μεγάλων εξερευνήσεων, εκεί που τελείωνε ο «γνωστός κόσμος» υπήρχε μία προειδοποίηση: «Προσοχή υπάρχουν δράκοι»! (Cave! Hic Dragones). Τα αχαρτογράφητα νερά έκρυβαν χωρίς εξαίρεση κινδύνους που δεν μπορούσαν να κατανοηθούν παρά μόνο ως μυθικά πλάσματα. Ο πληθωρισμός των αναλύσεων και η αγωνία να περιγράψουμε την επόμενη μέρα της τρέχουσας κρίσης θυμίζει αυτούς τους παλιούς χαρτογράφους. Καθ’ υπερβολή, βεβαίως. Δεν υπάρχει όμως αμφιβολία ότι η σημερινή παγκόσμια υγειονομική, οικονομική, κοινωνική και εκ των πραγμάτων πολιτική κρίση δεν αντιστοιχεί σε καμία ζώσα εμπειρία και η ιστορία δεν μπορεί να ανακληθεί ως οδηγός.
Αυτό δεν σημαίνει ότι η κρίση αντιπροσωπεύει ένα ρήγμα με την προ-πανδημίας συγκυρία. Σε πολλές περιπτώσεις, η κρίση έρχεται να επιταχύνει τάσεις που είχαν ιχνηλατηθεί πριν την «έκρηξη». Μία τέτοια περίπτωση είναι η γεωπολιτική κατάσταση. Δύσκολα μπορεί κάποιος να αρνηθεί ότι τα σημάδια μίας γεωπολιτικής κρίσης είναι τόσο έντονα που να αναρωτιόμαστε αν πλησιάζουμε στο τέλος ενός γεωπολιτικού κύκλου που ξεκίνησε πριν από 75 χρόνια με την οικοδόμηση του μεταπολεμικού κόσμου, των θεσμών του, των ισορροπιών του και των ανταγωνισμών του. Όπως η οικονομία έχει κύκλους ανάπτυξης και ύφεσης, έτσι και η γεωπολιτική έχει εποχές ισορροπίας και νομιμοποίησης και συγκυρίες αποσυντονισμού και απονομιμοποίησης.
Η συζήτηση για το τέλος της γεωπολιτικής (και γεωοικονομικής) τάξης που οικοδομήθηκε μετά το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, αυτό δηλαδή που αποκαλούμε κάπως απλουστευτικά φιλελεύθερη τάξη, έχει ξεκινήσει εδώ και τουλάχιστον τέσσερα χρόνια με την εκλογή του Ντ. Τραμπ στην Προεδρία των ΗΠΑ, του βασικού χορηγού και υπερασπιστή αυτής της τάξης. Πόσο έγκυρες είναι αυτές οι αναλύσεις; Όσο έγκυρες μπορεί να είναι αναλύσεις που στηρίζονται στην αγωνία μας να προβλέψουμε το μέλλον. Θα ήταν επιστημονική ανοησία να προεξοφλήσουμε τις εξελίξεις. Μπορούμε όμως να χαρτογραφήσουμε τουλάχιστον τρία στοιχεία της τρέχουσας κατάστασης.
Το πρώτο στοιχείο είναι η τάση εσωτερικής απονομιμοποίησης των ηγεσιών σε πολλές φιλελεύθερες δημοκρατίες ή σε χώρες σε διαδικασία δημοκρατικής μετάβασης. Προφανώς, οι ΗΠΑ είναι το εκκωφαντικό παράδειγμα. Η πόλωση είναι απόλυτη (είχε ξεκινήσει μετά την επανεκλογή Ομπάμα το 2012). Ως αποτέλεσμα της πόλωσης, συρρικνώνεται ο μεσαίος χώρος. Με όρους αμερικανικής πολιτικής, φαίνεται να περιθωριοποιούνται οι «μετριοπαθείς συντηρητικοί» και οι «μετριοπαθείς Δημοκρατικοί» που παραδοσιακά μπορούσαν να συγκροτήσουν πλειοψηφικές διακομματικές συναινέσεις. Το ρήγμα τώρα φαίνεται να έχει πάρει διαστάσεις τέτοιες που ο «ορθός λόγος», η εμπιστοσύνη στην επιστημονική γνώση και η πίστη στην ανθρώπινη πρόοδο – αρχές που επέτρεψαν στην «Δύση» να κυριαρχήσει γεωπολιτικά – να μην φαίνονται τόσο αυτονόητα όσο στο παρελθόν. Για τον Πρόεδρο Τραμπ φαίνεται αυτονόητο να καταναλώνουμε χλωρίνη ως θεραπευτική αγωγή…
Το δεύτερο στοιχείο είναι μία ύφεση στο πεδίο της διεθνούς συνεργασίας. Μία ύφεση συμμαχιών και στρατηγικών συνεργασιών. Δεν υπάρχει πηγή μεγαλύτερης αβεβαιότητας από μία τέτοια τάση. Η καχυποψία αυξάνει και η εμπιστοσύνη μειώνεται και μαζί της μειώνεται και η ικανότητα μας να αντιμετωπίσουμε τις παγκόσμιες προκλήσεις από κοινού. Στην πρόσφατη συνάντηση των επικεφαλής των κεντρικών τραπεζών των G7 το αποτέλεσμα ήταν ένα ανακοινωθέν τόσο απογοητευτικό όσο και ανησυχητικό. Καμία ένδειξη ουσιαστικής συνεργασίας και συντονισμού. Ο Πρόεδρος Τραμπ ανακοινώνει την διακοπή των αεροπορικών συνδέσεων με την Ευρώπη χωρίς καμία απολύτως διαβούλευση με τις ευρωπαϊκές ηγεσίες. Την ίδια στιγμή ο Πρόεδρος Τραμπ κατηγορεί την Κίνα ότι κατασκεύασε τον ιό σε εργαστήριο της Wuhan και το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα κατηγορεί τις ΗΠΑ ότι τον ιό τον κατασκεύασαν οι αμερικανικές ένοπλες δυνάμει και τον διέσπειραν στην Κίνα. Ο Αμερικανός ΥΠΕΞ δηλώνει ότι οι ΗΠΑ έχουν στοιχεία αλλά αρνείται να τα δημοσιοποιήσει ή να επιβεβαιώσει ότι η Κίνα λειτούργησε σκοπίμως. Αντί για προσπάθεια συντονισμού και συνεργασίας έχουμε την μία χώρα να κατηγορεί την άλλη.
Το τρίτο στοιχείο, είναι – και ως αποτέλεσμα των δύο προηγούμενων – μία κρίσιμη θεσμική αποσταθεροποίηση. Ένας αποσυγχρονισμός μεταξύ των διεθνών θεσμών που θα έπρεπε να δράσουν και της γεωπολιτικής πραγματικότητας. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας απαξιώνεται όχι γιατί δεν είχε την πρόσβαση που έπρεπε στο Κινεζικό σύστημα υγείας και στα δεδομένα της εξάπλωσης του ιού, αλλά γιατί δεν κατήγγειλε την έλλειψη συνεργασίας και διαφάνειας της Κίνας. Η απαξίωση όμως δεν είναι λύση. Οι ΗΠΑ αντί να απαιτήσουν την αναδιάρθρωση του ΠΟΥ και την ενίσχυσή του με πιο ουσιαστικές αρμοδιότητες σταμάτησαν να τον χρηματοδοτούν. Το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα αντί να απολογηθεί και να πρωτοστατήσει στην αναζωογόνηση των διεθνών θεσμών επιλέγει να ανακοινώσει την δημιουργία ενός άλλου ΠΟΥ “made in China”. Σε ένα άλλο εξίσου κρίσιμο μέτωπο, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο δεν φαίνεται να είναι σε θέση να κάνει κάτι ουσιαστικό. Καμία συζήτηση, ελάχιστα κεφάλαια και μία πολιτική στήριξη που μειώνεται μέρα με την μέρα.
Η θεσμική απονεύρωση της γεωπολιτικής αρχιτεκτονικής στερεί από το σύστημα νομιμοποίηση και μηχανισμούς που μπορούν να υποστηρίξουν την κρίσιμη ισορροπία δυνάμεων που απαιτεί η συγκυρία. Η ικανότητα μας να αντιδράσουμε συντονισμένα και αποτελεσματικά για την αντιμετώπιση της κρίσης θα βαθύνει και την προϊούσα γεωπολιτική ύφεση. Οι επόμενοι μήνες είναι κρίσιμοι. Ο πρώτος σταθμός είναι οι αμερικανικές εκλογές.
Ο Κώστας Υφαντής είναι Καθηγητής Διεθνών Σχέσεων, Πάντειο Πανεπιστήμιο