Κανονικά, πίσω από τους έφιππους με τις στρατιωτικές στολές των πολέμων που έδωσε η Ελλάδα τα διακόσια χρόνια της ανεξαρτησίας της και πριν από τα μηχανοκίνητα και πεζοπόρα τμήματα του στρατεύματος, θα ‘πρεπε να παρελάσει ένας ουλαμός από γιατρούς, δυο διμοιρίες νοσηλευτών και νοσηλευτριών, καθώς και καμιά δεκαριά ασθενοφόρα του ΕΚΑΒ. Αυτοί είναι στην πρώτη γραμμή της μάχης σήμερα, ανάμεσα τους βρίσκονται οι σύγχρονοι ήρωες.
Θα μου πείτε πως δεν γράφω και τίποτα πρωτότυπο, όλοι το λένε αυτό. Ναι όλοι το λένε, όμως πρέπει να βρεθεί κάποιος (επίτηδες ή κατά τύχη) στα εσώτερα του σύγχρονου αυτού πολέμου για να κατανοήσει πόσο οριακά, άγρια και εν τέλει ηρωικά είναι τα πράγματα πίσω από τις προσόψεις των νοσοκομείων. Διότι άλλο είναι να το βλέπεις απ’ την τηλεόραση και άλλο μπροστά τα μάτια σου. Άλλο το βίωμα κι άλλο το θέαμα.
Την χαοτική διαφορά των δύο αυτών καταστάσεων, την αντιλήφθηκα εγώ προσωπικά στα μέσα της βδομάδας. Βρέθηκα για λίγο, όχι μέσα αλλά στις παρυφές αυτού του πολέμου και παρά το γεγονός ότι θεωρώ τον εαυτό μου αρκούντως πληροφορημένο για όσα συμβαίνουν γύρω μου, σας πληροφορώ ότι έπαθα την πλάκα μου. Λάθος έκφραση, τρόμαξα μέχρι τα κατάβαθα μου.
Χρειάστηκε να πάω νύχτα σε μεγάλο νοσοκομείο του ΕΣΥ συνοδεύοντας έκτακτο περιστατικό και κατά τύχη βρέθηκα μπροστά στην βίαιη μετατροπή μιας πτέρυγας του σε μονάδα Covid. Γράφω το «βίαιη» με την έννοια του άμεσου, του κατεπείγοντος. Μέσα σε ελάχιστες ώρες και μέσα στη μαύρη νύχτα, έπρεπε να ξηλωθεί κυριολεκτικά μια γεμάτη με διαφόρων ειδών αρρώστους παθολογική κλινική και στην θέση της να στηθεί στο άψε-σβήσε μια μονάδα Covid που από νωρίς το πρωί θα παραλάβαινε κόσμο.
Είδα δεκάδες σαστισμένους ασθενείς να φορτώνονται σε φορεία και ξεγλωσσισμένους τραυματιοφορείς να τους κουβαλάνε όπως-όπως στην είσοδο όπου υπήρχε ήδη ουρά ασθενοφόρων με αναμμένους τους φάρους. Έφευγαν για άλλα νοσοκομεία. Είδα έξαλλους συγγενείς να κυνηγούν τους γιατρούς στους διαδρόμους, «φωνάζοντας που πάτε τον άνθρωπο μου;» Είδα διευθυντές, παραδιευθυντές, γιατρούς και νοσηλευτές να μην ξέρουν τι να πρωτοκάνουν και τι να πρωτοπούν, τρέχοντας σαν αλλόφρονες για να διαλύσουν πρώτα μια κλινική κι έπειτα να την ξαναστήσουν πάνω σε εντελώς διαφορετικά πρωτόκολλα.
Είδα συνεργεία (του ΕΟΔΥ;) να ξηλώνουν και να μεταφέρουν τα πάντα σαν να έκαναν μια γιγάντια μετακόμιση, από κρεβάτια και ιατρικές συσκευές, μέχρι καρέκλες, ντουλάπες και κάδρα (τίποτα που επικάθεται πάνω του ο ιός δεν πρέπει να υπάρχει στον χώρο). Είδα να μετατρέπουν γραφεία σε γκαρνταρόμπες (εδώ θα ντύνονται κι δίπλα θα γδύνονται όσοι μπαίνουν στην μονάδα), είδα εργάτες να βάζουν διπλές διαχωριστικές γραμμές στους διαδρόμους (στην μπλε πλευρά θα περνούν οι καθαροί, στην κόκκινη οι μολυσμένοι και οι νεκροί), είδα να κουβαλούν ντάνες με εκατοντάδες μπουκάλια νερό (αυτά θα πίνουν, κανένας δεν μπορεί να βγει έξω ή να φέρει τίποτα απ’ έξω κατά τη διάρκεια της 8ωρης-10ωρης-12ωρης βάρδιας).
Φρίκαρα κι όμως είδα μόνο την προετοιμασία του πολέμου, όχι τον ίδιο τον πόλεμο. Και τα είδα για μόλις δέκα λεπτά, μέχρι που με αντιλήφθηκε κάποιος μέσα στο χάος και μ’ έδιωξε (τι δουλειά έχετε εδώ κύριε, περάστε έξω). Και σκέφτηκα τους γιατρούς και τους νοσηλευτές που μετά από ολονύκτιο τέτοιον αγώνα, από νωρίς το πρωί θα άρχιζαν να υποδέχονται αρρώστους (ίσως και ετοιμοθάνατους) με Covid. Κι αυτοί στη μέση, μ’ ένα τρομακτικό ιικό φορτίο στον αέρα που θα φιλτράρεται στις μάσκες τους. Με νεαρά παιδιά να πεθαίνουν γύρω τους και ουρές φορείων να περιμένουν στην είσοδο τους.
Δεν πληρώνεται αυτό. Ούτε υπάρχει τρόπος να περιγραφεί σ’ όλη του τη φρίκη. Οπότε, σεβασμός κύριοι. Και κατανόηση γι αυτούς τους ανθρώπους. Και ανταπόδοση κάποια στιγμή. Γιατί αυτοί είναι στη μάχη, που εμείς οι απ' έξω δεν φανταζόμαστε πόσο άγρια είναι.