Η συνταγή για την Ελλάδα είναι οι μεταρρυθμίσεις και μάλιστα οι δύσκολες, όπως η μείωση της ακαμψίας του εργατικού δικαίου, η βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος και η πάταξη της γραφειοκρατίας, δηλώνει ο Steven Horwitz στη συνέντευξη που παραχώρησε στην εφημερίδα «Φιλελεύθερος», προσθέτοντας ότι η χώρα θα γυρίσει σελίδα μόνο αν πειστούν κυρίως οι νέοι άνθρωποι ότι σε μια φιλελεύθερη κοινωνία, με μικρότερη κρατική παρέμβαση, χαμηλότερη φορολογία και όχι τόσο πολλές ρυθμίσεις, υπάρχει τελικά περισσότερη ελευθερία.
Σχολιάζοντας την πορεία της οικονομίας, ο διακεκριμένος οικονομολόγος, που βρέθηκε στην Αθήνα με αφορμή τη βράβευσή του από το ΚΕΦίΜ για την προώθηση του οικονομικού αλφαβητισμού, απαντά ότι η Ελλάδα μπορεί να μεταμορφωθεί σε μια «Ιρλανδία» της επόμενης δεκαετίας, εφόσον παραμείνει στο μονοπάτι των μεταρρυθμίσεων και πειστούν κάποιοι από τους εκατοντάδες χιλιάδες νέους που έφυγαν ότι αξίζει να επιστρέψουν, ότι υπάρχουν ευκαιρίες στην αγορά εργασίας και ότι μπορούν να συνεχίσουν εδώ την καριέρα τους.
Ερωτηθείς ποιοι είναι σήμερα οι μεγαλύτεροι εχθροί της ελευθερίας, απαντά ο λαϊκισμός του Τραμπ και οι ανά τον κόσμο ηγέτες που τον μιμούνται, συχνά με ένα καμουφλαρισμένο περιτύλιγμα αληθοφανών επιχειρημάτων, καθώς επίσης και ο δημοκρατικός σοσιαλισμός, το πρόβλημα του οποίου είναι ότι οι κυβερνήσεις δεν είναι σε θέση να υλοποιήσουν τα κελεύσματά του.
Όντας από τους πιο σημαντικούς εκπροσώπους της Αυστριακής Σχολής Οικονομικής Σκέψης, ο Horwitz επισημαίνει ότι αυτή είναι η πιο δικαιωμένη των τελευταίων ετών, γιατί ανέδειξε τα αίτια της χρηματοοικονομικής κρίσης του 2007, στέλνοντας το μήνυμα ότι τα πακέτα διάσωσης και όλες αυτές οι κρατικές παρεμβάσεις δεν επιλύουν το πρόβλημα, απλώς το κρύβουν. «Δημιουργήσαμε απλώς εταιρείες που κρατιούνται στη ζωή με αέναα πιστωτικά όρια από τις κεντρικές τράπεζες, όταν κανονικά θα πρέπει οι προβληματικές επιχειρήσεις να αφήνονται να καταρρεύσουν, σε μια επώδυνη, αλλά αναγκαία διαδικασία, επιτρέποντας έτσι μόνο στις υγιείς να επιβιώσουν», όπως σημειώνει χαρακτηριστικά.
Συνέντευξη στον Γιώργο Φιντικάκη *
- Τι σας φέρνει στην Ελλάδα, κύριε καθηγητά;
Η αιτία που βρίσκομαι στην Ελλάδα, και μάλιστα για πρώτη φορά, είναι η βράβευσή μου από το Κέντρο Φιλελεύθερων Μελετών - Μάρκος Δραγούμης (ΚΕΦίΜ), με το βραβείο για την προώθηση του οικονομικού αλφαβητισμού (Economic Literacy Award), στο πλαίσιο των φετινών Βραβείων Προμηθέας. Είναι ένας θεσμός που μετρά ήδη τρία χρόνια, με στόχο να τιμήσει ανθρώπους που με το έργο και τη δράση τους προωθούν και εκπροσωπούν τις φιλελεύθερες αξίες, και νομίζω ότι είναι η πρώτη φορά που απονέμεται βραβείο για την προώθηση του συγγραφικού έργου πάνω στο οικονομικό αντικείμενο.
- Είστε ένας από τους σημαντικότερους σύγχρονους εκπροσώπους της Αυστριακής Σχολής Οικονομικής Σκέψης. Ποιος θα λέγατε ότι είναι ο ρόλος και ποια η συνεισφορά της στον 21ον αιώνα;
Η Αυστριακή Σχολή Οικονομικής Σκέψης είναι σημαντική γιατί δεν αντιμετωπίζει την οικονομία με τον παραδοσιακό τρόπο, μέσα από τις γνωστές μακροοικονομικές θεωρήσεις. Τουναντίον, δίνει βάρος σε δύο παράγοντες: Πρώτον, στην έννοια της επιχειρηματικότητας και δεύτερον, στο κοινωνικό, οικονομικό και πολιτικό πλαίσιο μέσα στο οποίο αυτή εξελίσσεται.
Έχει λοιπόν τη σημασία του ότι η πιο δικαιωμένη σχολή οικονομικής σκέψης, αναφορικά με τα αίτια που οδήγησαν στη χρηματοοικονομική κρίση του 2007, είναι η αυστριακή. Ανέτρεψε ιδεοληψίες και μυθολογίες γύρω από τα αίτια της κρίσης, μίλησε για τους οικονομικούς κύκλους και έδειξε ότι οι κρατικές παρεμβάσεις δρουν απορρυθμιστικά για τις διεργασίες της ελεύθερης αγοράς.
Πρώτη η αυστριακή σχολή ανέδειξε ότι όταν οι τράπεζες είναι πολύ γενναιόδωρες και δανείζουν συνεχώς χρήματα δημιουργείται μια τεχνητή οικονομία. Στα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 2000, αυτό σε πολλές χώρες μεταφράστηκε σε έκρηξη στην αγορά κατοικίας, ωστόσο ακριβώς επειδή επρόκειτο για μια εντελώς τεχνητή κατάσταση, κάποια στιγμή οι πόροι εξαντλήθηκαν, τότε συνειδητοποιήσαμε ότι σχεδιάζουμε ένα μέλλον το οποίο δεν μπορούμε να συντηρήσουμε.
Η ύφεση έδωσε την ευκαιρία στην Αυστριακή Σχολή να στείλει το μήνυμα, αφενός ότι αυτή ήταν απαραίτητη για να διορθώσουμε τα λάθη μας, αλλά και ότι οι κρατικές παρεμβάσεις για να σωθούν προβληματικές επιχειρήσεις-τράπεζες ήταν μια λανθασμένη κίνηση.
Δημιουργήσαμε απλώς εταιρείες που κρατιούνται στη ζωή με αέναα πιστωτικά όρια από τις κεντρικές τράπεζες, όταν κανονικά θα πρέπει οι προβληματικές επιχειρήσεις -σε μια επώδυνη, αλλά αναγκαία διαδικασία- να αφήνονται να αφανιστούν, επιτρέποντας έτσι μόνο στους υγιείς να επιβιώσουν.
Στην πραγματικότητα, τα πακέτα διάσωσης και όλες αυτές οι πολιτικές στήριξης δεν επιλύουν το πρόβλημα, απλώς το κρύβουν. Γι' αυτό ακριβώς και η κρίση κράτησε τόσο πολύ και εμφανίστηκε σε τόσο πολλές χώρες.
- Ποια η γνώμη σας για την ελληνική κρίση;
Στην Ελλάδα τα πράγματα ήταν κάπως πιο σύνθετα. Επί χρόνια η Ελλάδα είχε την ευχέρεια να δαπανά περισσότερα απ' όσα άντεχε ως κράτος, όταν επομένως κάποια στιγμή αυτό έπαψε να είναι δυνατό, τότε έγινε σαφές ότι η κατάσταση δεν μπορεί να συνεχιστεί. Τα μέτρα λιτότητας, όσο επώδυνα και αν ήταν στην πράξη, ήρθαν ως φυσιολογικό επακόλουθο, και αποδείχθηκε τελικά ότι ήταν αναγκαία.
Πράγματι σήμερα η οικονομία ανακάμπτει και η εμπειρία δείχνει ότι η Ελλάδα έπρεπε να περάσει από τη δοκιμασία της προσαρμογής. Είναι σαν τον άνθρωπο που ξυπνά την επόμενη ημέρα με πονοκέφαλο επειδή ήπιε πολύ το προηγούμενο βράδυ. Ο πονοκέφαλος είναι το τίμημα από το μεθύσι της προηγούμενης νύχτας.
- Πώς βλέπετε την από εδώ και πέρα πορεία της ελληνικής οικονομίας; Τα σημάδια ανάκαμψης είναι ορατά, ωστόσο χρειάζονται ακόμη μεταρρυθμίσεις;
Σωστά, και μάλιστα δύσκολες μεταρρυθμίσεις. Βασικός παράγοντας για μια βιώσιμη ανάπτυξη είναι να συνεχιστεί ο έλεγχος των δαπανών, και η προσπάθεια μείωσης του χρέους. Είναι μια πρόκληση που αφορά όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση, πολλώ δε μάλλον την Ελλάδα. Επίσης μια άλλη πρόκληση για χώρες όπως η Ελλάδα είναι η βελτίωση της απασχόλησης, δηλαδή η εύκολη πρόσβαση στην αγορά εργασίας, και ακόμη πιο σημαντικό, πόσο ευέλικτη αυτή είναι, πόσο εύκολο είναι για τις επιχειρήσεις να κάνουν απολύσεις, και να προσλάβουν νέο προσωπικό κ.ο.κ.
Συχνά, η ακαμψία και η πολυπλοκότητα του εργατικού δικαίου εμποδίζουν την ανάπτυξη, δεν επιτρέπουν την προσαρμογή των όρων εργασίας στις πραγματικές επιχειρησιακές και παραγωγικές ανάγκες.
- Επίσης, μια βασική πρόκληση είναι πώς θα επιστρέψουν πίσω κάποιοι από τους εκατοντάδες χιλιάδες νέους ανθρώπους που έφυγαν στα χρόνια της κρίσης. Εύκολος ή δύσκολος ο στόχος;
Είναι προφανώς ένας δύσκολος στόχος, και αυτό θα συμβεί μόνο αν η Ελλάδα συνεχίσει τις μεταρρυθμίσεις. Τότε μόνο θα πεισθούν οι νέοι που έφυγαν ότι αξίζει να επιστρέψουν, ότι υπάρχουν ευκαιρίες στην αγορά εργασίας για καλά αμειβόμενες θέσεις σε ένα σύγχρονο επιχειρηματικό περιβάλλον, και ότι οι άνθρωποι αυτοί μπορούν να συνεχίσουν την καριέρα τους στην Ελλάδα.
- Βρίσκεται κοντά σε αυτόν τον στόχο η Ελλάδα;
Η χώρα κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση, ωστόσο θα πάρει ακόμη καιρό. Κάθε μεταρρύθμιση περιορισμού των βαρών για τις επιχειρήσεις, βελτίωσης του επιχειρηματικού περιβάλλοντος, μείωσης της φορολογίας, καταπολέμησης της γραφειοκρατίας, ευελιξίας στις προσλήψεις, όλα αυτά είναι νευραλγικής σημασίας για την ανάπτυξη του επιχειρείν και κατ' επέκταση για την προσέλκυση υψηλής ποιότητας ανθρώπινου δυναμικού και επιστροφής στην Ελλάδα των νέων που έφυγαν.
Είναι λοιπόν εφικτό. Απλώς, θέλει τον χρόνο του. Διότι ακόμη και αν ψηφιστούν όλες αυτές οι μεταρρυθμίσεις που απουσιάζουν από τη σημερινή Ελλάδα, ο σκεπτικισμός για τη μεταμόρφωση της χώρας και κατά πόσο η κυβέρνηση εννοεί όλα όσα κάνει θα συνεχίσει να υπάρχει. Είναι φυσιολογικό κάθε χώρα που επιχειρεί να γυρίσει σελίδα να αντιμετωπίζεται αρχικά με σκεπτικισμό. Το κλειδί είναι η συνέχιση των μεταρρυθμίσεων και η συνεπής τήρηση των εξαγγελιών.
- Υπό αυτήν την έννοια, είναι πιθανή η μεταμόρφωση της Ελλάδας σε μια «νέα Ιρλανδία» της επόμενης δεκαετίας;
Ναι και η συνταγή είναι να πειστεί η κοινωνία ότι όλες αυτές οι φιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις είναι απαραίτητες για να πάει μπροστά η χώρα. Να πειστούν οι νέοι άνθρωποι ότι σε μια φιλελεύθερη κοινωνία, με μικρότερη κρατική παρέμβαση, χαμηλότερη φορολογία και όχι τόσο πολλές ρυθμίσεις, υπάρχει τελικά περισσότερη ελευθερία.
- Η ελευθερία είναι μια λέξη-κλειδί, ωστόσο συχνά δημιουργείται παρανόηση γύρω από αυτήν. Τι ακριβώς σημαίνει ελευθερία;
Σημαίνει να μπορεί κάποιος να χαράξει τη ζωή του, έτσι όπως εκείνος πιστεύει, χωρίς παρεμβάσεις τρίτων. Να μπορεί να επιλέξει οικονομική δραστηριότητα, να μπορεί να την ασκήσει, να μπορεί να εργαστεί χωρίς παρεμβολές και προσκόμματα. Επίσης, η φορολογία να μην είναι τόσο υψηλή, ώστε να υψώνει τοίχους στην επιχειρηματική δραστηριότητα. Πράγματι συχνά η έννοια του επιχειρείν παρεξηγείται, οι άνθρωποι την ταυτίζουν με την έννοια της προσωπικής συσσώρευσης πλούτου. Αγνοούν όμως ότι η ουσία της επιχειρηματικότητας είναι να παρέχει αγαθά και υπηρεσίες στην κοινωνία.
- Ποιοι είναι σήμερα οι μεγαλύτεροι κίνδυνοι για την ελευθερία; Είναι ο λαϊκισμός του Τραμπ, το γεγονός ότι το στυλ αυτό βρίσκει μιμητές παντού στον πλανήτη; Είναι ο δημοκρατικός σοσιαλισμός;
Ο μεγαλύτερος κίνδυνος για την οικονομική ελευθερία είναι οι ακραίες αντιλήψεις κάθε μορφής, τόσο από τα δεξιά όσο και από τα αριστερά. Είναι ο δεξιός λαϊκισμός, με βασικούς εκφραστές τον Τραμπ και τον Μπόρις Τζόνσον, οι πιο ακραίες μορφές του, έτσι όπως αυτές εκφράζονται στην Τουρκία και τη Ρωσία, κυρίως όμως είναι όταν αυτός ο λαϊκισμός «καμουφλάρεται» με ένα περιτύλιγμα αληθοφανών επιχειρημάτων, όταν στην πραγματικότητα πρόκειται για ακόμη μία εκδοχή κρατικής παρέμβασης.
Επίσης απειλή για την ελευθερία συνιστά ο δημοκρατικός σοσιαλισμός. Διότι ο σοσιαλισμός είναι από τη φύση του αντιδημοκρατικός.
Το πρόβλημα με τον σοσιαλισμό είναι πολύ απλά ότι οι κυβερνήσεις δεν είναι σε θέση να υλοποιήσουν τα κελεύσματά του. Επομένως, το πρόβλημα με τις πολιτικές που υπερασπίζεται ο δημοκρατικός σοσιαλισμός, του οποίου οι εκφραστές έχουν ειλικρινείς και αγνές προθέσεις -για παράδειγμα κάποιος σαν τον Μπέρνι Σάντερς θα ήθελε να δει τις ΗΠΑ να γίνονται ένα καλύτερο μέρος- είναι ότι δεν οδηγούν στο αποτέλεσμα που αυτός νομίζει ότι θα πετύχουν.
- Τελευταία ερώτηση, αφορά τα think tanks και τον ρόλο που αυτά διαδραματίζουν. Πόσο σημαντικός είναι αυτός στη σημερινή εποχή;
Τα think tanks είναι σημαντικά αφενός γιατί μπορεί να μετατρέπουν ιδέες σε εύληπτες από την κοινωνία προτάσεις και αφετέρου γιατί μπορούν να επεξεργάζονται πολιτικές τις οποίες μετά εισηγούνται προς το πολιτικό σύστημα.
Πάρτε για παράδειγμα την πρωτοβουλία «Ελλάδα 2021» του ΚΕΦίΜ για την εκπαίδευση, την υγεία, τη δημόσια διοίκηση, τα εργασιακά. Ένα φιλόδοξο εγχείρημα με στόχο να χρησιμεύσει ως οδικός χάρτης για την εφαρμογή αναγκαίων μεταρρυθμίσεων που θα ενισχύσουν την ευημερία και την ελευθερία σε κάθε τομέα της δημόσιας ζωής στην Ελλάδα.
Ένα άλλο σημαντικό στοιχείο πρωτοβουλιών σαν αυτές του ΚΕΦίΜ είναι ότι πολλές από τις προτάσεις που πέφτουν σήμερα στο τραπέζι έχουν τις ρίζες τους σε εκείνο το κομμάτι της φιλελεύθερης ιστορίας της χώρας. Είναι σημαντικό για την κοινωνία να συνειδητοποιεί ότι τέτοιες ιδέες δεν προέρχονται από το εξωτερικό, αλλά αποτελούν τμήμα της ιστορίας της. Το ίδιο κάνουν και πολλά think tanks στις ΗΠΑ, δηλαδή αναδεικνύουν το γεγονός ότι πολλές ιδέες, απέναντι στις οποίες ο μέσος Αμερικανός στέκεται με σκεπτικισμό, αποτελούν στην πραγματικότητα μέρος της αμερικανικής ιστορίας.
* Αναδημοσίευση από τον Φιλελεύθερο της Παρασκευής 20/12//2019