«Στην κορυφή έχει πάντα χώρο». Η ατάκα αυτή δεν είναι δική μου, τη χρησιμοποιεί όμως συχνά ο φίλος μου ο Άλεξ όταν συζητάμε πόσο τραγικό είναι να συνδέουμε τις σπουδές αποκλειστικά με την εύρεση μιας καλής δουλειάς. Ότι περίπου προσπάθησε να θίξει με λάθος τρόπο και ο κ. Πατέλης, την προηγούμενη εβδομάδα.
Πριν κάποια χρόνια είχαμε φτιάξει με φίλους μία εθελοντική ομάδα mentoring και μας καλούσαν σε δημόσια σχολεία για να παρουσιάσουμε σε παιδιά λυκείου, τα επαγγέλματα που θα ήθελαν να ακολουθήσουν. Πηγαίναμε δύο οικονομολόγοι, ένας γιατρός, δύο δικηγόροι, ένας μηχανικός, η σύνθεση της ομάδας κάθε φορά προέκυπτε από τις επιθυμίες που είχαν εκφράσει τα ίδια τα παιδιά.
Θυμάμαι λοιπόν σε μία τέτοια συνάντηση ένα παιδί από σχολείο της επαρχίας, που μου εξηγούσε με πάθος πόσο πολύ ήθελε να γίνει ναυτικός και πόσο αντιδρούσε η οικογένεια του σε αυτό.
«Είναι το όνειρο της ζωής μου», έλεγε. «Και τι θα κάνεις αν οι γονείς σου σε εμποδίσουν;» τον ρώτησα. «Θα το σκάσω και θα μπαρκάρω». Δεν ξέρω τι έκανε στο τέλος, ελπίζω και εύχομαι όμως το παιδί αυτό να ακολούθησε το όνειρο του. Διότι, με το πάθος και την αγάπη που έδειχνε στα 16 του για το ναυτικό επάγγελμα, είναι σχεδόν βέβαιο πως θα γίνει ένας εξαιρετικός καπετάνιος.
Αντίστοιχα, θυμάμαι μαμάδες (διότι ζητούσαμε τα ανήλικα παιδιά να συνοδεύονται και από ενήλικες κηδεμόνες) να μου λένε συνωμοτικά «πείτε του μια καλή σχολή να περάσει, για να βρει μετά μία καλή δουλειά». Και όταν προσπαθούσα ευγενικά να τους εξηγήσω πόσο λάθος είναι αυτός ο τρόπος σκέψης, αυτές εξίσου ευγενικά να μην με ακούν και να επιμένουν στο αίτημα τους.
Δεν ξέρω που ακριβώς οφείλεται αυτή η λάθος σύνδεση που έχει γίνει στο μυαλό των Ελλήνων, εδώ και 30-40 χρόνια.
Ο ανορθολογικός δηλαδή συνειρμός που λέει πως βασικός στόχος της ζωής είναι η εύρεση μιας καλής και σίγουρης δουλειάς με πολλά λεφτά και εκεί πρέπει να στοχεύουν αποκλειστικά οι σπουδές και το πτυχίο, αγνοώντας παντελώς την ικανότητα, την επιθυμία, την ευτυχία, το πάθος, την σπίθα στο μάτι του παιδιού και όλα τα σχετικά.
Όλα τα χαρακτηριστικά δηλαδή που είδα στον δεκαεξάχρονο που ήθελε τόσο πολύ να γίνει ναυτικός.
Μέσα μας βέβαια, όλοι γνωρίζουμε πως λίγο πολύ προέκυψε αυτό. Μεταπολιτευτικά, ο μεγαλύτερος, ασφαλέστερος και πλουσιότερος εργοδότης στην χώρα είναι το ελληνικό Δημόσιο. Και νομοτελειακά, οι σπουδές συνδέθηκαν άρρηκτα με τις προϋποθέσεις πρόσληψης στον εργοδότη αυτόν.
Δεν πάει όμως έτσι. Οι σπουδές και τα πτυχία στόχο πρέπει να έχουν να βοηθήσουν το νέο παιδί να καταλάβει πλατύτερα και βαθύτερα τον κόσμο μέσα στον οποίο θα ζήσει.
Να του προσφέρουν ένα ανεκτίμητο ταξίδι αυτογνωσίας και ολοκλήρωσης, να του διευρύνουν το μυαλό και τον ορίζοντα δράσης και να το προετοιμάσουν με τον καλύτερο τρόπο για μια δημιουργική, ευτυχισμένη και συναρπαστική ζωή με βάση τις επιθυμίες και τα όνειρα του.
Και δεν επιλέγουμε τι, πως και πόσο θα σπουδάσουμε με βασικό κριτήριο «την καλή δουλειά», αλλά με το πόσο το αντικείμενο που σπουδάζουμε μας ενδιαφέρει και μας εξιτάρει, πόσο η προοπτική μιας καριέρας στον συγκεκριμένο χώρο μας κάνει να μην μπορούμε να κοιμηθούμε τη νύχτα από τον ενθουσιασμό και την προσμονή.
Διότι, ένα παιδί π.χ. που στα 15 του δονείται από συγκίνηση όταν διαβάζει για την αναπαραγωγή της πεταλούδας, θα πρέπει να έχει την ευκαιρία να μελετήσει το αντικείμενο αυτό, όσο βαθιά και όσο πλατιά θέλει και μπορεί να υποστηρίξει.
Και αν το ενδιαφέρον του για την πεταλούδα συνεχίσει για χρόνια και το οδηγήσει στο να γίνει ένας κορυφαίος ειδικός στο είδος, τόσο το καλύτερο. Διότι είναι απολύτως βέβαιο πως το παιδί αυτό θα ζήσει μια συναρπαστική και ευτυχισμένη ζωή και θα έχει πάντοτε μπροστά του εξαίρετες επαγγελματικές προοπτικές.
Και ξέρετε γιατί; Διότι όπως λέει ο φίλος μου ο Αλεξ, στην κορυφή έχει πάντα χώρο για όσους καταφέρουν να φτάσουν εκεί.
* Ο Γιάννης Γιαννούδης είναι συνιδρυτής & διευθυντής του σχολείου για πολύ μικρά παιδιά Dorothy Snot preschool & kindergarten