Του Γιάννη Παντελάκη
Το θέμα των τηλεοπτικών αδειών είναι πολιτικό. Και θα έπρεπε να το διαχειρίζονται όχι η κυβέρνηση, τα κόμματα ή οι νυν ή μελλοντικοί επιχειρηματίες των Μέσων, αλλά μια ανεξάρτητη αρχή της οποίας θα ήταν το αποκλειστικό αντικείμενο. Ο αριθμός των αδειών, οι όροι και ο τρόπος λειτουργίας των καναλιών σε μια χώρα με στοιχειώδεις όρους λειτουργίας της δημοκρατίας θα έπρεπε να είναι αρμοδιότητας ενός Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης το οποίο θα λειτουργούσε πραγματικά ανεξάρτητα και με την απόλυτη κάλυψη του Συντάγματος.
Στη χώρα μας, έχουμε ΕΣΡ, αλλά σ'' αυτό δεν δόθηκε ποτέ η δυνατότητα να παίξει έναν ουσιαστικό ρόλο στη διαμόρφωση του τηλεοπτικού τοπίου. Οι πολιτικές δυνάμεις που άσκησαν εξουσία κράτησαν αυτήν τη δυνατότητα για τον εαυτό τους. Στη χώρα, λειτουργούν για περισσότερα από 25 χρόνια τηλεοπτικά κανάλια με προσωρινές άδειες και όρους που διαμόρφωσαν τα ίδια. Οι κυβερνήσεις διατηρούσαν αυτήν την κατάσταση για ευνόητους λόγους και πιστεύοντας σε μεγάλο βαθμό ότι θα μπορούσαν να ελέγξουν τους ιδιοκτήτες των ΜΜΕ. Οι τελευταίοι γιγαντώθηκαν και σε αρκετές περιπτώσεις υποκατέστησαν θεσμικές λειτουργίες. Σίγουρα, αυτή η νεφελώδης κατάσταση είχε και για τις δυο πλευρές αμοιβαία οφέλη. Αλλά δεν έπαυε να είναι ένα άρρωστο φαινόμενο. Κυβερνήσεις - κανάλια - τράπεζες, ένα τρίγωνο για το οποίο μπορεί κάποιος να πει πολλά.
Ο ρόλος του ΕΣΡ είχε περιοριστεί και αυτό το θέμα θα περίμενε κάποιος ότι θα διαχειριστεί μ'' έναν διαφορετικό τρόπο η νέα εξουσία. Δεν το έκανε. Αντί να ενισχύσει την ανεξαρτησία του οργάνου και να τοποθετήσει αντικειμενικά αδιάβλητα πρόσωπα, προσπάθησε να διευρύνει τον αριθμό των μελών του (στη λογική μεγαλύτερης εκπροσώπησης των κομμάτων αλλά και της προσκείμενης σ'' αυτήν πλειοψηφίας), δείγμα μιας αντίληψης που θέλει ένα ανεξάρτητο όργανο ως μια μικρογραφία της Βουλής. Και παράλληλα, επιχείρησε να μεταφέρει ουσιαστικές αρμοδιότητες στον υπουργό, αντί στο ΕΣΡ.
Οι αντιδράσεις της αντιπολίτευσης ήταν έντονες, ωστόσο ένα μεγάλο μέρος αυτής (Ν.Δ.-ΠΑΣΟΚ) είχε ταυτιστεί με την 25χρονη άνομη κατάσταση λειτουργίας των καναλιών και ο λόγος της δεν ήταν πειστικός. Αυτή η ταύτιση (καναλιών με τα δυο κόμματα) δαιμονοποιήθηκε ακόμα περισσότερο από την κυβέρνηση και, σε συνδυασμό με την άρνηση των κομμάτων να συναινέσουν στο κυβερνητικό σχέδιο, έδωσε μια αφορμή στην κυβέρνηση για να πετύχει κάτι το οποίο πιστεύει ότι την εξυπηρετεί. Να ορίζει ο υπουργός τα πάντα. Αριθμό καναλιών, όρους λειτουργίας κ.ο.κ.
Ο στόχος είναι αυτονόητος, είναι ο στόχος κάθε εξουσίας. Να ελέγξει την πληροφόρηση. Ο ίδιος στόχος που είχαν και οι προηγούμενες εξουσίες, απλά αυτήν τη φορά γίνεται προσπάθεια να επιτευχθεί μ'' έναν διαφορετικό τρόπο. Είναι αλήθεια ότι τα κανάλια θα πληρώσουν κάποια ποσά, ωστόσο οι τιμές εκκίνησης (από 500 χιλ. ευρώ έως 3,5 εκατ. ευρώ) απέχουν πολύ από τα έσοδα που υποσχόταν η κυβέρνηση (και στην τρόικα) ότι θα εισρεύσουν στα δημόσια ταμεία (350 εκατ. ευρώ!). Αυτή είναι η μοναδική παράμετρος που διαφοροποιεί τη σημερινή κυβέρνηση από τις προηγούμενες. Ο τελικός στόχος, ωστόσο, είναι ίδιος.
Τι θα συμβεί από εδώ και πέρα κανένας δεν γνωρίζει ακριβώς. Οι ενδιαφερόμενοι να συνεχίσουν να μετέχουν σ'' αυτό το παιχνίδι ή θα επιδιώξουν να μπουν, δεν είναι συνταξιούχοι, αγρότες και ελεύθεροι επαγγελματίες που απλά διαμαρτύρονται, εισπράττουν μερικά δακρυγόνα και διαλύονται. Έχουν μεγάλη ισχύ και το διακύβευμα είναι πολύ μεγάλο. Η υπουργική τροπολογία (που μεταφέρει στον κ. Παππά όλες τις εξουσίες) είναι πολύ πιθανό να περάσει από την κυβερνητική πλειοψηφία, αλλά αυτό δεν θα σημάνει και το τέλος του παιχνιδιού. Ακόμα και το επιχειρούμενο από την κυβέρνηση ξανα-μοίρασμα της τράπουλας (κάποια κανάλια ν αλλάξουν επιχειρηματικά χέρια) είναι κάτι περίπλοκο. Σίγουρα δεν έχει σχέση με το «τέλος της διαπλοκής» που ισχυρίζεται η κυβέρνηση και επίσης σίγουρα θα αποτελέσει ένα πεδίο σκληρών και αρκετά υπόγειων διαδικασιών.
Πάντως, αν οι σημερινοί κυβερνώντες καταφέρουν το επιδιωκόμενο, να δώσουν δηλαδή άδειες εκεί που θέλουν, δεν πρέπει να νοιώθουν μετά από κάτι τέτοιο ήσυχοι. Σύντομα θα αισθανθούν την ίδια παγωμάρα που αισθάνθηκε ο Τσίπρας λίγα χρόνια πριν. Όταν επιχειρούσε «φιλικές» προσεγγίσεις σε μεγάλα εκδοτικά συγκροτήματα κάνοντας επισκέψεις στα γραφεία τους, αλλά λίγο αργότερα κατανόησε πως τα πράγματα είναι αρκετά πιο σύνθετα απ ότι πίστευε…