Το κρυφτούλι με τις συντάξεις θα συντηρεί μια πολύμηνη αβεβαιότητα, παραλύοντας την οικονομία, αφού οι μεν συνταξιούχοι δεν θα ξέρουν τις τους ξημερώνει, οι δε μισθωτοί θα αναρωτιούνται αν θα πάρουν τα αντίμετρα.
Τα λόγια ανήκουν στον πρώην υπουργό Οικονομικών Γκίκα Χαρδούβελη, που εξηγεί ότι όλο αυτό το κλίμα σύγχυσης θα διαχέεται επί μήνες στην οικονομία, με επιπτώσεις παντού, από τη κατανάλωση, και τον τραπεζικό τομέα έως τις επενδύσεις.
Σχολιάζοντας μάλιστα το σενάριο να σπάσει η περικοπή των συντάξεων σε δόσεις, με την πρώτη να μεταφέρεται στο δεύτερο εξάμηνο του 2019, το χαρακτηρίζει πολύ βολικό για τη κυβέρνηση, εφόσον αποφασίσει να προκηρύξει εκλογές το Μάιο, μαζί με τις ευρωεκλογές.
«Διότι μεταθέτει το μέτρο για μετά, και αφήνει το θέμα αιωρούμενο, προκειμένου η κυβέρνηση να υποστηρίζει προεκλογικά ότι και θα πολεμήσει προκειμένου να μην κοπούν οι συντάξεις, και συγχρόνως θα δώσει σε όλους τους υπόλοιπους τα αντίμετρα που περιγράφονται στο Μεσοπρόθεσμο ή ανακοινώθηκαν στη Θεσσαλονίκη. Τα πάντα όλα, δηλαδή, αρκεί να είναι πιστευτή», όπως τονίζει ο κ. Χαρδούβελης.
Συνέντευξη στον Γιώργο Φιντικάκη
- Τις τελευταίες ήμερες διαβάζουμε σενάρια επί σεναρίων για τις συντάξεις. Ποια είναι τα επικρατέστερα κατά τη γνώμη σας;
Προτού μιλήσουμε για σενάρια, ας κατανοήσουμε μια αλγεβρική εξίσωση. Οτιδήποτε δώσει η κυβέρνηση το 2019 σε κάποιες ομάδες, θα πρέπει να το πάρει από κάποιες άλλες. Δεν έχει περιθώριο για παροχές, και αυτό έχει αποτυπωθεί ξεκάθαρα στο Μεσοπρόθεσμο, που ψηφίστηκε τον Ιούνιο, σε συνδυασμό με το αμέσως επόμενο κείμενο του Δημοσιονομικού Συμβουλίου.
Το Μεσοπρόθεσμο προβλέπει ότι για να επιτευχθεί ο στόχος για πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ το 2019, θα πρέπει να γίνουν οι συμφωνημένες μόνιμες περικοπές των συντάξεων 2,9 δισεκατομμυρίων ευρώ. Οι περικοπές παραμένουν για πάντα και συνεπικουρούνται με αυξήσεις φόρων το 2020 μέσω της μείωσης του αφορολόγητου.
Το ίδιο το Μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα της κυβέρνησης προβλέπει ότι αφού εκείνη περικόψει 2,9 δισ ευρώ από τις συντάξεις, έχει περιθώριο για αντίμετρα ύψους 2 δισ ευρώ το 2019. Με βάση τα δύο αυτά στοιχεία και τις προβλέψεις της κυβέρνησης για ανάπτυξη 2,4% το 2019 -που λόγω και θετικού πληθωρισμού ανεβαίνει στο 3,6%- έρχεται στη συνέχεια το Δημοσιονομικό Συμβούλιο και αναφέρει ότι υπάρχει ένα επιπλέον περιθώριο ή "Δημοσιονομικός Χώρος" ύψους 860 εκατ. ευρώ για περαιτέρω ελαφρύνσεις, που δεν θα επιβαρύνουν το στόχο του πρωτογενούς πλεονάσματος. Συνεπώς, η κυβέρνηση θα μπορεί να δώσει πίσω σε μορφή αντιμέτρων ή ελαφρύνσεων επίσης 2,9 δισ. ευρώ.
Αν δηλαδή βάλει κάποιος κάτω τα νούμερα, αντιλαμβάνεται ότι για οτιδήποτε δώσει η κυβέρνηση, θα πρέπει πρώτα να το έχει πάρει από κάπου αλλού. Αυτή είναι η βασική εξίσωση και πρέπει να την έχει κάποιος υπόψιν όταν μιλά για σενάρια γύρω από τη τύχη των συντάξεων.
- Ωστόσο, η κυβέρνηση φαίνεται ότι θέλει, και να δώσει κάποια από τα αντίμετρα, και να μην περικόψει τις συντάξεις. Επομένως;
Το ερώτημα είναι πως θα μπορέσει να το καταφέρει αυτό. Εδώ ερχόμαστε στο τάιμινγκ, στη χρονική εφαρμογή όλων των παραπάνω.
Σε αυτό λοιπόν το κάδρο, ακούγονται διάφορα σενάρια, όπως για σταδιακή περικοπή των συντάξεων σε τέσσερις δόσεις, με την πρώτη να μεταφέρεται στο δεύτερο εξάμηνο του 2019, αφού νωρίτερα η Eurostat θα έχει πιστοποιήσει τα δημοσιονομικά στοιχεία του 2018 και θα υπάρχει μια σχετικά καλή εικόνα για το πρωτογενές αποτέλεσμα του επόμενου έτους.
Είναι ένα πολύ βολικό σενάριο για την κυβέρνηση, αφού υπάρχει μια γενικευμένη αντίληψη ότι η τελευταία ημερομηνία διεξαγωγής εκλογών θα είναι αυτή του Μαϊου, μαζί με τις ευρωεκλογές. Επομένως το παραπάνω σενάριο μεταθέτει το μέτρο για μετά, και αφήνει το θέμα αιωρούμενο, προκειμένου η κυβέρνηση να υποστηρίζει προεκλογικά ότι και θα πολεμήσει προκειμένου να μην κοπούν οι συντάξεις, και συγχρόνως θα δώσει σε όλους τους υπόλοιπους τα αντίμετρα που περιγράφονται στο Μεσοπρόθεσμο ή ανακοινώθηκαν στη Θεσσαλονίκη. Τα πάντα όλα, δηλαδή, αρκεί να είναι πιστευτή.
- Στην ουσία λέτε ότι το θέμα της μη περικοπής των συντάξεων θα περιφέρεται στην ελληνική πολιτική ατζέντα με προεκλογικές σκοπιμότητες για πολλούς ακόμη μήνες…
Ναι, πιθανόν να σέρνεται το θέμα για καιρό, εκτός αν επέμβει το Eurogroup και ξεκαθαριστεί το τοπίο. Φυσικά αυτό θα μεγαλώσει την αβεβαιότητα. Αυτό που χρειάζεται η χώρα για να φύγει μπροστά, και να μην κινείται με νωθρούς ρυθμούς ανάπτυξης 1,5%-2%, είναι ένα ξεκάθαρο αφήγημα για το πως θα φέρει επενδύσεις. Αν επικρατήσει αυτή η αβεβαιότητα για καιρό, τότε η όποια αξιοπιστία υπάρχει, θα χαθεί κι αυτή. Όποιος σκεφτόταν να επενδύσει στην Ελλάδα, θα περιμένει. Αρα, όλο αυτό απομακρύνει τις επενδύσεις που τόσο χρειαζόμαστε, και την προοπτική να πετύχουμε υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης το 2019 και το 2020
- Σε αυτό το σενάριο όμως θα επικρατήσει αβεβαιότητα και σύγχυση, τόσο σε συνταξιούχους, όσο και σε μισθωτούς…
Σωστά το επισημαίνετε. Η αβεβαιότητα δεν επηρεάζει μόνο τις επενδύσεις, αλλά και την κατανάλωση. Αν μισθωτοί και συνταξιούχοι, δεν γνωρίζουν αν τελικά το εισόδημά τους πρόκειται να μειωθεί ή να αυξηθεί, και πόσο, προφανώς και θα φρενάρουν τις καταναλωτικές τους δαπάνες. Άρα, σε αυτό το σενάριο θα μειωθεί περαιτέρω η ήδη υποτονική κατανάλωση, που όπως ξέρουμε, αποτελεί ακόμη το μεγαλύτερο μέρος του ΑΕΠ.
Και όλο αυτό το κλίμα, θα διαχέεται επί μήνες στην οικονομία, με επιπτώσεις φυσικά και στον τραπεζικό τομέα. Ο λόγος που οι μετοχές των τραπεζών έχουν υποχωρήσει τόσο βίαια το τελευταίο διάστημα, σχετίζεται με το γεγονός ότι η κερδοφορία τους φαίνεται να μειώνεται. Και αυτό είναι φυσιολογικό, αφενός γιατί δεν χορηγούν νέα δάνεια, αφετέρου επειδή τα παλαιά δάνεια λήγουν. Όμως, δεν υπάρχει υγιής οικονομία χωρίς τον πνεύμονα που λέγεται τράπεζες. Αρα όλη αυτή η αναβλητικότητα θα πλήξει περαιτέρω την ανάπτυξη.
- Δεν είναι αντιφατική όμως αυτή η στάση της κυβέρνησης; Από τη μια επιχειρεί να στείλει μηνύματα προς τους επενδυτές και τη πραγματική οικονομία, και από την άλλη, όλη αυτή η πολιτική διαχείριση στο κεφάλαιο «συντάξεις», επιτυγχάνει το ακριβώς αντίθετο. Ποια η γνώμη σας;
Σίγουρα ο Πρωθυπουργός και η σημερινή κυβέρνηση έχουν κάνει μια μεγάλη στροφή από το 2015 και μετά. Αλλά αυτή δεν είναι αρκετή για να πούμε ότι «καθαρίσαμε» με τη κρίση, εξάλλου το τέλος του 3ου Μνημονίου δεν ήταν παρά ένα «ημερολογιακό φαινόμενο», απλώς τελείωσε η εποχή όπου οι Ευρωπαίοι μας δάνειζαν με φτηνό επιτόκιο χρήματα για να καλύπτουμε τις ανάγκες μας. Το δεύτερο τώρα βήμα, που δεν έχει γίνει ακόμη, είναι να πείσει η κυβέρνηση ότι μπορεί να σπρώξει την οικονομία προς τα μπροστά. Αυτά τα τριάμισι χρόνια, η παρατεταμένη ύφεση έχει εμπεδώσει μια βαθιά απαισιοδοξία σε όλους τους πολίτες.
- Βέβαια ο Πρωθυπουργός στη συνέντευξη που έδωσε στη ΔΕΘ είπε ότι «η οικονομία πάει καλά»...
Εννοείται ότι προσπαθεί να τονίζει τα θετικά. Μιλάει σωστά από τη δική του οπτική γωνία. Όμως, όταν μετά 25% πτώση στην οικονομική δραστηριότητα, η οικονομία τρέχει μόνον με ρυθμούς ανάπτυξης 1,8% το β' τρίμηνο, χαμηλότερους δηλαδή από εκείνους του πρώτου, και με ένα ποσοστό από τα χαμηλότερα στην Ευρωζώνη, αυτό το λες «καλά»;
Για να ξεκολλήσουμε από τον πάτο, χρειαζόμαστε ρυθμούς ανάπτυξης 4%, δηλαδή ονομαστικούς 6%, αν συνυπολογίσουμε και τον πληθωρισμό, κι αυτό για τουλάχιστον μια 7ετία. Και επειδή αυτά τα χρόνια οι άλλες χώρες της Ευρωζώνης αναπτύσσονταν, τότε για να πιάσουμε το 90% του βιοτικού επιπέδου της Ευρωζώνης που κάποτε πλησιάσαμε, χρειαζόμαστε άλλα τόσα χρόνια με υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, υψηλότερους της Ευρωζώνης. Δύσκολο, ιδιαίτερα με το φορτίο του χρέους και των πρωτογενών πλεονασμάτων. Όχι όμως και ακατόρθωτο. Είναι επιτεύξιμο με μια δραστική αλλαγή στις μεθόδους και τους στόχους και την αξιοπιστία της οικονομικής πολιτικής μας.