Του Χάρη Τσιλιώτη*
Οι τελευταίες δραματικές εξελίξεις στην Βουλή των Κοινοτήτων του Βρετανικού Κοινοβουλίου δείχνουν με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο, αυτό που πάντοτε ο γράφων εξαρχής υποστήριζε, δηλ. το πόσο ανορθολογικό είναι το Brexit. Ο διχασμός άλλωστε τόσο του Βρετανικού πολιτικού συστήματος και εν τέλει του Κοινοβουλίου αλλά και της κοινωνίας στη Μεγάλη Βρετανία αποδεικνύει του λόγου το ασφαλές. Στο συμπέρασμα αυτό καταλήξαμε σε εσπερίδα που διοργανώθηκε στην Αθήνα την Τετάρτη 13 Μαρτίου 2019 με εισηγήσεις μεταξύ άλλων του γράφοντος και της Πρέσβειρας του ΗΒ στην Αθήνα κ. Kate Smith.
Αυτήν τη στιγμή η διαμορφωθείσα κατάσταση στο πολιτικό σύστημα και την κοινωνία είναι η εξής: Το κυβερνητικό Συντηρητικό κόμμα της Πρωθυπουργού Τερέζα Μέι σπαράσσεται και έχει χωριστεί ουσιαστικά στα τρία. Από την μια είναι οι σκληροί οπαδοί του Brexit, οι λεγόμενοι Brexiteers με επικεφαλής τον Βουλευτή Τζέικομπ Ρις-Μογκ αλλά και τον πρώην Υπουργό Εξωτερικών Μπόρις Τζόνσον, οι οποίοι δεν επιθυμούν καμία σχέση με την ΕΕ μετά την αποχώρηση ή η όποια σχέση να είναι στα δικά τους μέτρα κατά την λογική μόνο δικαιώματα όχι όμως υποχρεώσεις, αποδεχόμενοι ακόμα και την λύση μίας αποχώρησης χωρίς συμφωνία (no deal Brexit) την οποία ουσιαστικά προωθούν. Από την άλλη είναι οι οπαδοί της παραμονής στην ΕΕ, οι λεγόμενοι Remainers, οι οποίοι αν και αριθμητικά δεν είναι ευκαταφρόνητοι, δεν κάνουν φασαρία, όμως, για να μην κατηγορηθούν από τους «φωνακλάδες» σκληρούς Brexiteers, ότι περιφρονούν την κρίση του Βρετανικού λαού, όπως αυτή εκφράσθηκε στο δημοψήφισμα της 23ης Ιουνίου 2016. Στην μέση βρίσκεται η Πρωθυπουργός Τερέζα Μέι και όσοι την ακολουθούν, οι οποίοι τάσσονται υπέρ του Brexit, με συμφωνία, όμως, και δη την συμφωνία που επετεύχθη τον περασμένο Νοέμβριο με την ΕΕ, η οποία όμως απορρίφθηκε δύο φορές από την Βουλή των Κοινοτήτων στις 15 Ιανουαρίου και στις 12 Μαρτίου.
Δεν είναι πολύ καλλίτερη η κατάσταση στους αντιπολιτευόμενους Εργατικούς του Τζέρεμυ Κόρμπιν. Από την μια είναι οι φιλοευρωπαϊστές και οπαδοί του Bremain (παραμονη στην ΕΕ), πιστοί στην κληρονομιά των πρώην Πρωθυπουργών Τόνι Μπλερ και Γκόρντον Μπράουν, και από την άλλη οι επίσης φανατικοί Brexiteers, οι οποίοι εκλέγονται στις λαϊκές συνοικίες του Λονδίνου, των βιομηχανικών πόλεων της Βόρειας Αγγλίας και Ουαλίας και των αγροτικών περιοχών, που κατοικούνται ως επί το πλείστον από κατοίκους χαμηλού μορφωτικού και οικονομικού επιπέδου. Ο ηγέτης των Εργατικών ακολουθεί αμφίσημη και αμφίθυμη στάση, έχοντας το πλεονέκτημα έναντι της Συντηρητικής αντιπάλου του ότι δεν είναι στην Κυβέρνηση, δεν πρέπει να πάρει εδώ και τώρα αποφάσεις και η πίεση στο εσωτερικό του κόμματός του δεν είναι τόσο μεγάλη όσο προς την Πρωθυπουργό Μέι από το δικό της κόμμα.
Την παζλ συμπληρώνουν: Το Φιλελεύθερο Δημοκρατικό Κόμμα, το κατ' εξοχήν φιλοευρωπαϊκό και με συνέπεια κόμμα, το οποίο, όμως, είδε τα ποσοστά του στις δύο τελευταίες εκλογικές αναμετρήσεις να μειώνονται αισθητά και λόγω του εκλογικού συστήματος υποεκπροσωπείται στην Βουλή. Το Εθνικιστικό Κόμμα της Σκωτίας το οποίο είναι υπέρ της παραμονής του ΗΒ στην ΕΕ, διαφορετικά τάσσεται υπέρ ενός δεύτερου δημοψηφίσματος για την αποχώρηση της Σκωτίας από το ΗΒ. Οι Βορειοϊρλανδοί Ενωτικοί (με την Βρετανία) Προτεστάντες που απορρίπτουν μία αποχώρηση με backstop, δηλ. την διατήρηση του υπάρχοντος καθεστώτος των χαλαρών (και τελωνειακών) συνόρων μεταξύ Βορείου Ιρλανδίας και Δημοκρατίας της Ιρλανδίας, διότι σε αυτή την περίπτωση τα σύνορα μεταξύ Δημοκρατίας της Ιρλανδίας και Ηνωμένου Βασιλείου θα είναι η Ιρλανδική Θάλασσα που χωρίζει τα δύο νησιά, απομονώνοντας την Βόρεια Ιρλανδία από το Ηνωμένο Βασίλειο και αφήνοντάς την στις διαθέσεις των Ιρλανδών Καθολικών, όπως αυτοί φοβούνται. Οι Βορειοϊρλανδοί Καθολικοί του κόμματος Σιν Φέην, πολιτικού σκέλους του IRA, που επιθυμούν το αντίθετο, την διατήρηση του υπάρχοντος συστήματος και αντιτίθενται στην επιστροφή του παλαιού καθεστώτος των «σκληρών» συνόρων μεταξύ Βορείου Ιρλανδίας και Δημοκρατίας της Ιρλανδίας, που τόσες εχθροπραξίες είχε προκαλέσει και έδωσε την θέση του στην «συμφωνία της Μεγάλης Παρασκευής» του 1998 και έκτοτε σε ένα καθεστώς ηρεμίας και σχετικής Ευημερίας. Και βέβαια δεν πρέπει να ξεχνάμε το κόμμα της Ανεξαρτησίας του Ηνωμένου Βασιλείου (UKIP) του πρώην «πολλά βαρύ» ηγέτη του Νάιτζελ Φάρατζ, που προς το παρόν βρίσκεται στο περιθώριο, κανείς δεν ξέρει όμως εάν επανακάμψει.
Όλη αυτή η χαοτική κατάσταση δημιουργεί ένα «κουλουβάχατο» στο Βρετανικό Κοινοβούλιο, ούτως ώστε τελικά όλες οι προτάσεις να καταψηφίζονται. Από τις ψηφοφορίες αυτές θα πρέπει να συγκρατήσουμε τα παρακάτω σημεία: Εντύπωση προκαλεί ότι περισσότεροι Βουλευτές ψήφισαν υπέρ μίας άτακτης αποχώρησης χωρίς συμφωνία (no deal Brexit) παρά υπέρ μίας συντεταγμένης με συμφωνία (Brexit with deal). Το γεγονός αυτό είναι ανησυχητικό. Βέβαια σε όσους καταψήφισαν την συγκεκριμένη συμφωνία της κυρίας Μέι, περιλαμβάνονται και οι Remainers του κόμματος της, το σύνολο της Εργατικής Αντιπολίτευσης, οι Σκωτσέζοι Εθνικιστές και οι σύμμαχοι της κ. Μέι, οι Φιλελεύθεροι Δημοκράτες, το Βορειοϊρλανδικό DUP, για εντελώς διαφορετικούς λόγους ο καθένας. Όμως, οι υποστηρικτές του hard Brexit χωρίς συμφωνία είναι σαφώς περισσότερο συμπαγείς και επιδιώκουν το ίδιο πράγμα για τους ίδιους λόγους.
Μετά τις δύο απορριπτικές συμφωνίες οδεύουμε σε τρίτη ψηφοφορία το βράδυ της Πέμπτης με ερώτημα την παράταση της διαδικασίας αποχώρησης σύμφωνα με το άρθρο 50 παρ. 3 ΣΕΕ. Βέβαια κατ' αυτή την διάταξη η παράταση πρέπει να είναι συναινετική, με την ομόφωνη αποδοχή του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου. Επειδή κανείς, πλην των σκληρών Brexiteers, και πολύ λιγότερο στις Βρυξέλλες και στα υπόλοιπα κράτη μέλη δεν επιθυμεί αποχώρηση χωρίς συμφωνία, αναμένεται ότι Βρυξέλλες και Λονδίνο θα συμφωνήσουν σε μία παράταση. Το ερώτημα βέβαια είναι προς τι αυτή η παράταση και για πόσο χρονικό διάστημα. Θέμα επαναδιαπραγμάτευσης ή ακόμη και τροποποίησης της συμφωνίας αρνείται πεισματικά και ειλικρινώς η ΕΕ. Εάν, λοιπόν, και οι δύο πλευρές εμμένουν στις θέσεις τους, η παράταση απλά θα παρατείνει την πόση του «πικρού ποτηρίου» της άτακτης εξόδου. Κατά συνέπεια, η παράταση θα έχει νόημα για να αναταχθεί το πολιτικό σκηνικό στο ΗΒ που είναι αυτή την στιγμή χαοτικό και να δρομολογηθούν πολιτικές εξελίξεις είτε με νέες εθνικές εκλογές είτε/και με δεύτερο δημοψήφισμα. Το τελευταίο ενδεχόμενο δέχθηκε πρόσφατα και ο αμφίθυμος ηγέτης των Εργατικών, ο οποίος δείχνει αποφασισμένος εκμεταλλευόμενος τον εμφύλιο σπαραγμό των Συντηρητικών και επιδιώκοντας την κατάκτηση της εξουσίας, να επιστρέψει σιγά σιγά στην καλή φιλοευρωπαϊκή παράδοση των προκατόχων του Μπλερ και Μπράουν. Στην τελευταία περίπτωση η παράταση δεν αρκεί να είναι ολίγων εβδομάδων ή μηνών αλλά πολύ περισσότερο, τουλάχιστον ενός έτους. Και μην ξεχνάμε ότι κατά την ορθότερη και κρατούσα νομική άποψη που υποστηρίζει και ο γράφων, επιτρέπονται περισσότερες παρατάσεις, πάντα με τους ορισμούς της συναίνεσης. Παράταση της διαδικασίας πέραν της 26ης Μα?ου σημαίνει συμμετοχή του ΗΒ στις Ευρωεκλογές όσο κι αν αυτό ακούγεται παράξενο ή και τρελό. Διαφορετική λύση, οδηγεί σε ακυρότητα των ευρωεκλογών.
Πέραν του χάους, η αβεβαιότητα είναι η λέξη που πλανάται εδώ και μήνες πάνω από το Λονδίνο. Όλα τα σενάρια είναι ανοικτά. Αυτό που αυτή την στιγμή διαφαίνεται είναι η παράταση της διαδικασίας αποχώρησης, μάλλον για μακρό χρονικό διάστημα, και πολιτικές εξελίξεις στο εσωτερικό του ΗΒ, από την επιστροφή των Εργατικών στην εξουσία έως και την ακύρωση του Brexit με δεύτερο δημοψήφισμα. Όπως είχα επισημάνει σε παλαιότερο άρθρο μου στην φιλόξενη αυτή ιστοσελίδα, οι εξελίξεις στο Βrexit είναι τόσο ραγδαίες και απρόσμενες που θυμίζουν δράμα ή σήριαλ γκραν γκινιόλ και σίγουρα δεν μας κάνουν να πλήττουμε. Το ερώτημα είναι: Το δράμα θα καταλήξει σε κάθαρση κατά τα αρχαιοελληνικά δρώμενα ή σε τραγωδία για το ΗΒ και την Ευρώπη;
*Ο κ. Χάρης Τσιλιώτης είναι επίκουρος καθηγητής του τμήματος πολιτικής επιστήμης και διεθνών σχέσεων του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου.