Αναρωτήθηκα πολύ για το περιεχόμενο του σημερινού μου κειμένου. Με την πρόσοψη του σπιτιού μου ρημαδιό, με την μπόχα των καμένων να καίει ως τώρα τα ρουθούνια μου, με τον βρόντο της έκρηξης ακόμα στα αυτιά μου, πώς άραγε θα ‘πρεπε να αντιδράσω; Γράφοντας προσωπικά, πολιτικά, επαγγελματικά; Περιγράφοντας τα συναισθήματα μου; Κάνοντας τον τρομαγμένο ή τον ατρόμητο; Βγάζοντας πολιτικά συμπεράσματα ή εξωτερικεύοντας εσώτερες σκέψεις και φόβους; Να εκφραστώ ως κατήγορος και οργισμένος ή παριστάνοντας τον μοιρολάτρη και τον στωικό; Έλα ντε.
«Όλα πατρίδα μας, κι αυτά και κείνα» που έγραφε κι ο Πολέμης. Σε τέτοιες οριακές στιγμές αναδύονται τα πάντα από μέσα μας, αναμειγνύονται αστραπιαία και μετατρέπονται σ’ ένα αλλόκοτο κράμα σκέψεων, ερωτημάτων και συναισθημάτων. Το εύκολο θα ήταν η μονομερής στάση απέναντι σε τούτη την αναστάτωση της ζωής μου. Ας πούμε «ήταν προμελετημένο χτύπημα κατά της ελευθερίας του λόγου». Ή «η Δημοκρατία δεν θα νικηθεί από θρασύδειλους που βάζουν βόμβες νυχτιάτικα». Επίσης, «κάποτε η πολιτεία θα πρέπει να απαλλάξει την ελληνική κοινωνία απ’ αυτά τα καθάρματα». Ωραία λόγια, με τη δύναμη της κυριολεξίας που διαθέτουν τα συνθήματα.
Όμως τα πράγματα είναι βαθύτερα και πιο πολύπλοκα. Ο άνθρωπος είναι προγραμματισμένος και να αντρειεύεται και να φοβάται. Και να αγριεύει και να καταλαγιάζει. Και να επιτίθεται και να υποχωρεί. Και να δαγκώνει και να φιλοσοφεί. Σημασία έχει το τελικό μείγμα, η δοσολογία όλων αυτών, που κατατάσσει τον κάθε έναν από μας στην κοινωνική και αξιακή κλίμακα. Ο καθένας μας διαλέγει εντέλει αν θα είναι δημοκράτης ή τρομοκράτης, αν θα είναι αξιοπρεπής ή αλήτης, αν θα είναι άνθρωπος του καλού ή κάθαρμα.
Χαίρομαι που μ’ όλες τις αντιξοότητες που αντιμετώπισα στη ζωή μου (ότι δεν γεννήθηκα μέσα σε πριγκηπικά βελούδα αλλά στο νοικιασμένο επαρχιακό σπιτάκι ενός πυροσβέστη και μιας μοδίστρας), κατάφερα να διατηρήσω μια προσωπική ρότα για την οποίαν η πλειοψηφία των γύρω μου έχουν να πουν κουβέντες συμπάθειας. Δεν υπήρξα ήρωας, αλλά δεν υπήρξα και δειλός. Δεν υπήρξα άγιος, αλλά κατάφερα να μη γίνω ποτέ ο διάβολος κανενός. Δεν πλούτισα, αλλά φρόντισα τους δικούς μου ανθρώπους. Ίσως, να μην είπα ποτέ κάτι το ιστορικά μοναδικό, όμως περηφανεύομαι ότι ποτέ δεν έκρυψα τα λόγια μου, ούτε κατάπια τις απόψεις μου κάνοντας τον ψόφιο κοριό ή τον όπου φυσάει ο άνεμος.
Τώρα λοιπόν στα εξήντα μου, θα τα αλλάξω όλα αυτά επειδή μου έβαλαν μια βόμβα στην εξώπορτα μου; Ελάτε τώρα. Αν σκόπευαν να με φοβίσουν, άργησαν. Μόνο τα τρία γατιά μου κοψοχόλιασαν, όχι εμένα. Να το ξέρουν.