Την ώρα που γράφονταν αυτές οι γραμμές, ένα 22% περίπου του γενικού πληθυσμού είχε εμβολιαστεί έστω και με την πρώτη δόση, το εκτιμώμενο σχετικό τείχος ανοσίας στην κοινότητα ήταν στο 30%, μετά από 6 επώδυνους μήνες lockdown οι σχετικοί δείκτες της πανδημίας είχαν επιτέλους πτωτική τάση και με αυτό το δεδομένο άνοιξαν με κάποιους σχετικούς περιορισμούς, το λιανεμπόριο και η εστίαση, ενώ ακολουθούν και αρκετές άλλες οικονομικές δραστηριότητες μαζί με τα σχολεία την επόμενη εβδομάδα αλλά και το άνοιγμα του τουρισμού σε λίγες μέρες από τώρα.
Τρέχουμε πράγματι το τελευταίο μίλι μιας παγκόσμιας υγειονομικής κρίσης που εξελίχθηκε πέρα από κάθε πρόβλεψη και περιγραφή σε κρίση ανθρωπιστική, καθήλωσε παγκόσμιες οικονομικές δυνάμεις, δοκίμασε τις αντοχές όλων και άλλαξε τελικά τις ζωές εκατομμυρίων ανθρώπων.
Η χώρα μας μετράει περίπου 11.000 νεκρούς, ένα πολύ επιβαρυμένο σύστημα υγείας καθώς και μια μεγάλη σωρευτική ύφεση στην οικονομία την ώρα μάλιστα που έβγαινε απ’ τα μνημόνια και είχε αρχίσει να βρίσκει το βηματισμό της.
Η Ελλάδα μάτωσε και πόνεσε πολύ, αλλά δε γονάτισε. Κι αυτό χάρη σε μια μεγάλη μερίδα του πληθυσμού που έδειξε ωριμότητα και σωφροσύνη, έκανε υπομονή και τήρησε και τηρεί τα μέτρα με ευλάβεια, αλλά και χάρη επίσης και σε ένα κράτος που παρά τα κάποια λάθη που έγιναν στη διαχείριση και την επικοινωνία και που ήταν εν πολλοίς αναπόφευκτα, έδειξε γενικά σοβαρότητα παίρνοντας δύσκολες αποφάσεις, αίσθηση του επείγοντος αλλά και αντίληψη της κρισιμότητας των στιγμών.
Και σε τελευταία ανάλυση και όσο κι αν ακούγεται παράδοξο, σε ό,τι μας αφορά, η κρίση αυτή είχε και τα καλά της.
Αποκαταστάθηκε σε μεγάλο βαθμό η εμπιστοσύνη των πολιτών προς το κράτος με τη συνολική διαχείριση αλλά κι ένα εμβολιαστικό πρόγραμμα που τρέχει υποδειγματικά, ενισχύθηκε το ΕΣΥ, έγινε μια πραγματική επανάσταση στην ψηφιοποίηση του κράτους και πολλών υπηρεσιών του δημοσίου, πολύς κόσμος εξοικειώθηκε με τις ηλεκτρονικές συναλλαγές και την τηλεργασία, η εγκληματικότητα μειώθηκε, η τηλεκπαιδευση στα σχολεία και τα πανεπιστήμια ήταν σε γενικές γραμμές ικανοποιητική και πάντως πολύ καλύτερη από πολλές άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Όλο αυτό το διάστημα, υπήρξαν φυσικά και παραφωνίες. Πολιτικές δυνάμεις υπονόμευσαν συνειδητά δυστυχώς την επιστροφή στην κανονικότητα, εξέχοντες επιστήμονες που έπαιξαν σημαντικό ρόλο στη διαχείριση της πανδημίας στοχοποιήθηκαν και λοιδορήθηκαν άδικα, μια όχι ευκαταφρόνητη μερίδα του πληθυσμού επέμενε να μην τηρεί τα μέτρα εν είδει «αντίστασης», υπήρξαν άνθρωποι που μίλαγαν άκριτα και αμετροεπώς για “χούντες”, εμφανίστηκαν αρκετοί αρνητές των εμβολίων αλλά και ακόμα περισσότεροι οπαδοί των θεωριών συνωμοσίας.
Φαινόμενα που παραπέμπουν σαφώς σε κοινωνίες ανθρώπων ατελούς παιδείας, πράγμα που καταλήγει τελικά να είναι η βαθύτερη αιτία υστέρησης και αδυναμίας εκφοράς ορθολογικού τρόπου σκέψης, αντίληψης και δράσης.
Η πανδημία αργά η γρήγορα θα παρέλθει.
Και την επόμενη μέρα το βάρος πρέπει να πέσει στην παιδεία και τον πολιτισμό.
Αν θέλουμε φυσικά να πάμε κάποτε επιτέλους μπροστά.
* Ο Κυριάκος Μπερμπεριδης είναι μέλος του Τομέων Υγείας & Πολιτικής Υποστήριξης της Νέας Δημοκρατίας