Του Κωνσταντίνου Βέργου*
Η μεγάλη υποχώρηση τιμών στις τιμές των εμπορευμάτων στο προηγούμενο διάστημα υπήρξε εν μέρει αφορμή για τη σημαντική πτώση τιμών στα χρηματιστήρια της Κίνας και η σημαντική διολίσθηση τιμών στα μεγάλα χρηματιστήρια της δύσης, ακόμη και της Αθήνας. Εύλογα είναι πλέον τα ερωτήματα αν θα υπάρξει συνέχεια σε αυτήν την τάση και πού αυτό μπορεί να οδηγήσει τις μετοχικές αξίες.
Ο πανικός εντάθηκε, όταν μετά τον έλεγχο από το αρμόδιο όργανο του ΟΗΕ διαπιστώθηκε ότι το Ιράν τήρησε τη συμφωνία πυρηνικού αφοπλισμού, η αμερικάνικη κυβέρνηση, και σωστά, αποφάσισε να άρει τις εμπορικές κυρώσεις και περιορισμούς. Άρση των κυρώσεων σημαίνει όμως διοχέτευση του ιρανικού πετρελαίου στις «νόμιμες» αγορές της δύσης, και επομένως επηρεασμός της τιμής λόγω υπερπροσφοράς. Ακόμη χειρότερα, η κυβέρνηση του Ιράν αποφάσισε να αυξήσει κατά 500.000 βαρέλια ημερησίως την παραγωγή, οδηγώντας τους υπολογισμούς για αποθέματα σε δυσθεώρητα ύψη, και τις τιμές του πετρελαίου σε κατάρρευση.
ΑΝ όμως η υπερπαραγωγή είναι η μία πλευρά του νομίσματος, η ζήτηση, όχι μόνο για πετρέλαιο, αλλά και για μέταλλα, είναι μια άλλη. Κατά τους προηγούμενους 10 μήνες υπήρξαν σοβαρές ενδείξεις ότι η βιομηχανική παραγωγή στη δεύτερη σημαντικότερη χώρα του κόσμου, την Κίνα, αλλά και στο «λιοντάρι» της Λατινικής Αμερικής, τη Βραζιλία, έχει πληγεί. Μείωση ιδιαίτερα σημαντική, καθώς αντικατοπτρίζει μείωση παραγγελιών όχι μόνο στις ίδιες αυτές τις χώρες ή σε άλλες γειτονικές ασιατικές και λατινοαμερικάνικες χώρες, αλλά πιθανότατα χαμηλή ζήτηση προϊόντων στις μεγάλες δυτικές χώρες, που είναι οι σημαντικότεροι πελάτες παγκοσμίως.
Το ότι η υπερπαραγωγή πετρελαίου, σε συνδυασμό με χαμηλή ζήτηση, δημιουργεί «ασύμμετρους κινδύνους» για περιφερειακές αγορές είναι αρκετά εμφανές, τόσο μετά το γεγονός ότι χώρες με ιστορικά ταμειακή άνεση, όπως η Σαουδική Αραβία, υποχρεώθηκαν να καταφύγουν στην αγορά των ομολόγων για να καλύψουν τρύπες στους προϋπολογισμούς τους, αλλά και από την κατάρρευση χρηματιστηρίων όπως του Ντουμπάι και της Σαουδικής Αραβίας, που έχουν χάσει 40% περίπου από τον Νοέμβριο του 2014, μήνα που αποφασίστηκε το «τρομπάρισμα» της αγοράς πετρελαίου με αυξημένες ποσότητες από τους Σαουδάραβες. Αυτοί οι ασύμμετροι κίνδυνοι είναι ικανοί να δημιουργήσουν κρίση στα χρηματιστήρια της δύσης, με αφορμή την αγορά ομολόγων ή περιφερειακών νομισμάτων, αλλά όχι τέτοια που να τα υποχρεώσουν ακόμη να αλλάξουν τάση. Μια κατάρρευση θα μπορούσε να συμβεί, αν μια βασική αγορά όπως η κινέζικη θα όδευε προς πραγματικά πτωτικές τάσεις. Όμως, τα νέα στοιχεία ζήτησης πετρελαίου και μετάλλων από την Κίνα τον Δεκέμβριο δείχνουν σχετικά καλή ζήτηση, με ο,τι αξιοπιστία μπορεί κάποιος να δίνει στα κινέζικα στοιχεία, μικρή αλλά όχι μηδενική. Θα ήταν πρόωρο, επομένως, να συμπεράνουμε τάσεις για κατάρρευση των τιμών των εμπορευμάτων πριν τον επόμενο μήνα, όταν πλέον θα έχουμε νέα στοιχεία από Κίνα που θα δείχνουν αν όντως υπάρχει κάποια ανάκαμψη ζήτησης, που είναι το ζητούμενο, ή η αγορά οδεύει προς νέα κρίση. Οι αγορές, επομένως, των εμπορευμάτων, με εξαίρεση εκείνη του πετρελαίου, αλλά κυρίως οι αγορές μετοχών, παρά τις όποιες πτώσεις, το πιθανότερο είναι ότι θα βρίσκονται σε στάση μικρής πτώσης ή αναμονής για κάποιο διάστημα, πριν διαμορφώσουν ισχυρή τάση, ανοδική ή πτωτική.
* Ο κ. Κωνσταντίνος Βέργος είναι Καθηγητής Χρηματοοικονομικών, Πανεπιστήμιο Πόρτσμουθ, Αγγλία.
Το παρόν άρθρο εκφράζει τις προσωπικές απόψεις του γράφοντος, δεν αποτελεί οδηγό ή σύσταση για επενδύσεις οποιασδήποτε μορφής προς οιονδήποτε και για οτιδήποτε τίτλο ή παράγωγο αυτού.