Του Κωνσταντίνου Βέργου*
Οι τιμές του χρηματιστηρίου στην Αθήνα φαίνεται να προεξοφλούν καλές εξελίξεις. Ελπίζουμε αυτό να συμβεί. Όμως τα δεδομένα σε σχέση με το χρέος της Ελλάδας δεν είναι απόλυτα ευοίωνα, μάλλον είναι στην κόψη του ξυραφιού. Η κυβέρνηση Τσίπρα, παρότι πολεμήθηκε από τους Γερμανούς (όπως πολεμήθηκε όμως και η κυβέρνηση Σαμαρά αλλά και οι προηγούμενες), δεν έκανε ρήξη όπως υπονόησε, αλλά από τον Σεπτέμβριο του 2015 προσπαθεί να εφαρμόσει τη λογική του ισορροπιστή, πατώντας σε τρεις βάρκες! Εκείνη του ΔΝΤ, εκείνη της Γερμανίας του Σόιμπλε και εκείνη του «Ελληνικού Λαού», προσπαθώντας να πείσει τους βαρκάρηδες του ΔΝΤ και του Σόιμπλε να στρίψουν προς εκείνη του «Ελληνικού Λαού», που προτιμά να μην υποστεί άλλη λιτότητα και φοροκαρπαζιά.
Αν θα περιγράφαμε την αποτελεσματικότητα της κυβέρνησης, και παρά τις καλές προθέσεις, θα λέγαμε ότι το επιτελείο των υπουργών, ξανά, βρίσκεται στα διλήμματα του 2015, μόνο που το φετινό έτος είναι το… 2016! Έχει να πληρώσει υποχρεώσεις 13 δισ. σε ένα έτος, που ξεπερνάνε τα 8 - 10 δισ., που είναι οι χρηματοδοτικές ετήσιες δυνατότητες της Ελλάδος. Το τι θα κάνει η κυβέρνηση είναι άγνωστο, όμως υπάρχουν κάποιες βασικές παραδοχές.
Με βάση τα υπάρχοντα δεδομένα, και ως μόνιμη λύση, η πληρωμή των 13 δισ., που αν το δούμε «επί της αρχής» θα απαιτήσει είτε την επιβολή υπερβάλλοντων φόρων 5 περίπου δισ., που θα είναι 2,5% του ΑΕΠ, δηλαδή ουσιαστικά θα οδηγήσουν σε αφαίμαξη της ελληνικής οικονομίας, είτε να γίνει περικοπή 4 - 5 δισ. μέσω ίσως της άμεσης περικοπής συντάξεων κατά 20% (που είναι σε επίπεδα κοντό 28 δισ.), ή να βρεθούν έσοδα από αποκρατικοποιήσεις, εκχωρήσεις χρήσης κρατικής περιουσίας και μειώσεις μισθών δημόσιων υπαλλήλων. Εναλλακτική λύση είναι η κυβέρνηση να αναθέσει σε έναν οίκο τη διενέργεια μελέτης ώστε να κηρύξει πτώχευση πριν τον Ιούλιο (δηλαδή μη πληρωμή των υποχρεώσεων προς τους πιστωτές) και να δει το ενδεχόμενο, ασχέτως πτώχευσης, δικού της νομίσματος, ώστε να ασκεί δική της νομισματική πολιτική, αλλά και επιπτώσεων στον τραπεζικό χώρο για τη ρύθμιση των όποιων θεμάτων προκύψουν από ενδεχόμενη αλλαγή νομίσματος.
Η γερμανική κυβέρνηση, που ελέγχει την Ε.Ε., είναι σαφές ότι επιθυμεί την υποταγή της ελληνικής κυβέρνησης (της όποιας ελληνικής κυβέρνησης) και την πληρωμή των τόκων με παράλληλη επιβολή προγραμμάτων λιτότητας και φοροκαρπαζιάς. Το ΔΝΤ, δια των απόψεων Τόμσεν που έχουν δημοσιοποιηθεί, προτείνει άμεση μείωση συντάξεων και παράλληλη ελάφρυνση του χρέους, με χρήση ενδεχομένως λίγων δισ. από το πρόγραμμα Ποσοτικής Χαλάρωσης της ΕΚΤ –φυσικά οι Γερμανοί δεν το θέλουν, προτιμούν τα λεφτά του προγράμματος μόνο για αγορά χρηματοοικονομικών γερμανικών σαβούρων και υπερτιμημένων γερμανικών ομολόγων!
Το ποια είναι η καλύτερη λύση είναι θέμα πολλών παραγόντων, όπως το τι είδους πολιτικής η κυβέρνηση θέλει να ακολουθήσει, και τι θα καταφέρει να συμφωνηθεί, όμως αναμφίβολα πιέζει ο χρόνος. Μέχρι τον Ιούνιο 2016 το χρέος μπορεί να εξυπηρετηθεί σε μηνιαία βάση, καθώς κινείται σε χαμηλά μέσα επίπεδα. Όμως, και δεδομένου ότι τον Ιούλιο 2016 οι πληρωμές προς πιστωτές θα ξεπεράσουν τα 3,5 δισ. σε ένα μήνα, οι όποιες αποφάσεις πρέπει να ληφθούν τουλάχιστον 3 μήνες νωρίτερα, δηλαδή μέσα στον Απρίλιο, ώστε η κυβέρνηση να μην είναι αντικείμενο εκβιασμού, αλλά να ασκήσει, στον περιορισμένο βαθμό που μπορεί, πολιτική. Αίσθηση μας, επομένως, είναι ότι αν δεν βρεθεί λύση μέχρι το τέλος Μαρτίου, η κυβέρνηση θα βρεθεί σε πολύ δυσάρεστη θέση και θα «συρθεί» σε λύσεις που δεν θα είναι οι καλύτερες για την ίδια ή τον ελληνικό λαό. Παράλληλα το χρηματιστήριο, από τον Απρίλιο, θα βρεθεί πιθανότατα, σε περίπτωση μη εξεύρεσης άμεσης λύσης, σε νέα φάση αναταράξεων και πτώσεων, ενώ πιέσεις αναμένεται να υπάρχουν και στην αγορά ομολόγων και επασφάλιστρων κινδύνου (CDS), με ο,τι αυτό σημαίνει για το κόστος δανεισμού της Ελλάδας, αν θελήσει να αντλήσει χρήματα από τις αγορές...
* Ο κ. Κωνσταντίνος Βέργος είναι Καθηγητής Χρηματοοικονομικών, Πανεπιστήμιο Πόρτσμουθ, Αγγλία.
Το παρόν άρθρο εκφράζει τις προσωπικές απόψεις του γράφοντος, δεν αποτελεί οδηγό ή σύσταση για επενδύσεις οποιασδήποτε μορφής προς οιονδήποτε και για οτιδήποτε τίτλο ή παράγωγο αυτού.