Του Κωνσταντίνου Βέργου*
Η Ελλάδα βρίσκεται σε σταυροδρόμι εξελίξεων. Η κυβέρνηση αυτή αντέχει και δεν έπεσε σε έξι μήνες όπως πολλοί πρόβλεπαν. Όμως επίσης το μνημόνιο δεν «σκίστηκε», ούτε το χρέος «αναδιαρθρώθηκε». Να υποθέσουμε ότι οι διαπραγματεύσεις θα ολοκληρωθούν επιτυχώς τον Απρίλιο ή θα πάρουμε τραγική παράταση μέχρι τον Σεπτέμβριο, με λήξη μετά την 3η παράταση;
Κανένας δεν είναι σίγουρος ποια θα είναι η εξέλιξη, καθώς η διαπραγμάτευση, είναι εξίσωση πολλών αγνώστων. Η κυβέρνηση αυτή, κατ αρχήν, σε αντίθεση με ότι πολλοί υποστήριζαν πριν τις περσινές εκλογές, δεν είναι μία κυβέρνηση με στόχο την έξοδο από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ο λόγος είναι ιστορικός, και σχετίζεται με το γεγονός ότι το μεγάλο κυβερνών κόμμα (ΣΥΡΙΖΑ) προέρχεται από το τμήμα της Αριστεράς που ιστορικά είχε φίλο-Ευρωπαική κατεύθυνση, ενώ το μικρό κυβερνών κόμμα (ΑΝΕΛ) δεν είχε ποτέ επίσης αντί Ευρωπαϊκή κατεύθυνση. Επομένως, οι εκτιμήσεις ότι η κυβέρνηση θα οδηγούσε τη χώρα εκτός ΕΥΡΩ και Ευρωπαϊκής Άνωσης ήταν γι αυτό εξ αρχής λανθασμένες. Γιαυτό η κυβέρνηση θα παλέψει για να μείνει στο ΕΥΡΩ και την ΕΕ πάση θυσία. Όμως επίσης η διάθεση της κυβέρνησης δεν είναι αρκετή για να κλείσει συμφωνία.
Ο πρωθυπουργός στην πρόσφατη συνέντευξη στους FT, σωστά τόνισε ότι τον περασμένο Οκτώβριο το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο προέβλεψε λαθεμένα ότι η ελληνική οικονομία θα κατέγραφε ύφεση 2,3% του ΑΕΠ, ενώ αντιθέτως, το 2015 ήταν μια χρονιά οικονομικής στασιμότητας, με μια ύφεση 0,2%. Έχει δίκιο να υπονοεί ότι τα στελέχη του ΔΝΤ έχουν συστηματικά πέσει έξω στις προβλέψεις τους. Προβλέψεις που θα έπρεπε να είναι πρωτοσέλιδα για γελοιογραφίες, όχι κείμενα ενός οργανισμού που περιβάλλεται με σοβαρότητα και διαχειρίζεται τα χρήματα τόσων χωρών. Όμως η αναξιοπιστία του ΔΝΤ δεν εγγυάται την επιτυχία των ''διαπραγματεύσεων''.
Προφανώς, ο πρωθυπουργός τονίζοντας την αναξιοπιστία, εννοεί ότι καθώς το ΔΝΤ είναι αναξιόπιστο, οι Ευρωπαίοι εταίροι, θα μπορούσαν να δεχτούν τις αισιόδοξες Ελληνικές εκτιμήσεις ανάπτυξης της κυβέρνησης και να «κλείσει η συμφωνία με λιγότερα μέτρα». Θα το κάνουν; Η λογικότερη απάντηση είναι, πως «όχι»! Ο λόγος είναι απλός. Η γερμανοκρατούμενη Ευρωπαϊκή Ένωση θέλει να αποφύγει «πιστωτικό γεγονός» διότι αυτό υπονομεύει τα συμφέροντα της, οικονομικά, όσο και πολιτικά. Όμως ξαφνικά δεν είναι ένας λύκος που θα γίνει πρόβατο. Τα συμφέροντα της ΕΕ συνεχίζουν να είναι εκείνα που ήταν και παλιά. Η μόνη διαφορά της από το ΔΝΤ είναι ότι θα αποδεχτεί λύση βαριάς φοροκαρπαζιάς και μη μείωσης του χρέους, ενώ το ΔΝΤ, από την άλλη, έχει μια διευρυμένη ατζέντα «διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων» που αποκλίνει σημαντικά από εκείνη της κυβέρνησης για πολιτικούς λόγους, αλλά μπορεί να αποδεχτεί μείωση χρέους.
Η κυβέρνηση ελπίζει ότι με μέτρα 1,8 δισ., θα μπορέσει να κλείσει την συμφωνία. Και καλά κάνει να το πιστεύει, αλλά προφανώς η επίτευξη συμφωνίας θα είναι σε πολύ υψηλότερα επίπεδα, όχι γιατί δεν ξέρουν οι εταίροι ότι οι εκτιμήσεις του ΔΝΤ είναι ψευδείς, αλλά διότι έχουν πολιτικούς στόχους να κρατήσουν την Ελλάδα σε λιτότητα και ιδιωτικοποιήσεις. Το μόνο πακέτο που μπορεί ουσιαστικά να γίνει αποδεκτό, αν γίνει αποδεκτό, είναι ένα διευρυμένο πακέτο «γρήγορων» ιδιωτικοποιήσεων και θα ήταν στο ύψος που θα επιδιώξουν ΔΝΤ- ΕΕ, δηλαδή 2-4 περίπου δισ. για φέτος.
Οι κινήσεις που έχει κάνει η κυβέρνηση για ιδιωτικοποίηση του λιμανιού του Πειραιά είναι κάτι που σίγουρα έχει ηρεμήσει τα πνεύματα, αλλά αν ο «Μινώταυρος του νεοφιλελευθερισμου» (για να χρησιμοποιήσω μια φράση που χρησιμοποιείται πολύ τώρα τελευταία) θέλει «αίμα», η ιδιωτικοποίηση του ΟΛΠ είναι «πρόγευμα», θα χρειαστεί πολύ περισσότερες ιδιωτικοποιήσεις για να «εξιλεωθεί το τέρας».
Η άλλη ουσιαστική λύση που έχει η κυβέρνηση, είναι εκείνη που υπονοούσαν τα στελέχη του ΔΝΤ, εκείνη της πτώχευσης ή η ανάπτυξη μέσω υποτίμησης, που θα απαιτούσε άλλο νόμισμα, δηλαδή η συζήτηση, με συναίνεση με τη Γερμανία, για έξοδο από το ΕΥΡΩ και επάνοδο της «δραχμής», κάτι που κάποιοι πολιτικοί στην Γερμανία το βλέπουν «παραδόξως» ενδιαφέρον. Η λύση της πτώχευσης θα οδηγήσει σε ευθεία αντιπαράθεση την ΕΕ, αλλά θα επιτρέψει αναδιάρθρωση του χρέους όπως σωστά έχουν τονίσει τα στελέχη του ΔΝΤ στις μεταξύ τους συζητήσεις. Η λύση της δραχμής θα οδηγήσει σε σημαντική πτώση του βιοτικού επίπεδου στην Ελλάδα επί 18 μήνες, ραγδαία ανάπτυξη και ανάκαμψη στην συνέχεια.
Προφανώς ούτε η πτώχευση ή η λύση ενός άλλου νομίσματος είναι εντός ατζέντας της κυβέρνησης. Γι αυτό θα επιδιώξει διαπραγμάτευση. Όμως αν υπάρξει συμφωνία θα είναι με μέτρα πολύ περισσότερα από αυτά που τώρα μιλάμε, μάλλον θα είναι με μέτρα περίπου διπλάσια ως τριπλάσια κρίνοντας από το παρελθόν, εκτός να υπάρξει διευρυμένη ατζέντα ιδιωτικοποιήσεων στο συρτάρι, ώστε αυτή να εμφανιστεί τελευταία στιγμή και να κλείσει η συμφωνία. Αλλιώς, οι διαπραγματεύσεις, και ευχόμαστε να κάνουμε λάθος, θα συνεχιστούν ως τον…Αύγουστο, όπου και η κυβέρνηση θα συρθεί σε συμφωνία με πολύ χειρότερους όρους ή θα υποχρεωθεί τότε να πει ότι δεν μπορεί να πληρώσει τις υποχρεώσεις της προς την ΕΕ, έχοντας όμως πολύ πιο άδεια κρατικά ταμεία και αδύναμη θέση.
* Ο κ. Κωνσταντίνος Βέργος είναι Καθηγητής Χρηματοοικονομικών, Πανεπιστήμιο Πόρτσμουθ, Αγγλία
Το παρόν άρθρο εκφράζει τις προσωπικές απόψεις του γράφοντος, δεν αποτελεί οδηγό ή σύσταση για επενδύσεις οποιασδήποτε μορφής προς οιονδήποτε και για οτιδήποτε τίτλο ή παράγωγο αυτού.