Tης Κυριακής Στυλιανού*
Πόσον καιρό θα χρειαστεί o δεκαεξάχρονος που κατέβασε την τουρκική σημαία στα Κατεχόμενα να ξεμπλέξει από την περιπέτεια που του προέκυψε; Τι κατάφερε άραγε με αυτή του την πράξη; Ποια υπηρεσία προσέφερε στην πατρίδα; Και ποιοι είναι αυτοί που μπορεί να τον ενθάρρυναν να το κάνει; Aλλά το κυριότερο, πότε θα αποτινάξει από πάνω του ο απόφοιτος του κυπριακού σχολείου τον φανατισμό και την απερισκεψία που τον οδήγησε σ΄αυτή την πράξη; Tην παθολογική ηρωολατρεία, την εχθροπάθεια, τη θυματοφάνεια, το κλαψούρισμα του μίζερου, αδικημένου μοιρολάτρη...
Είναι εφιαλτικό το σενάριο να μην κατορθώσει ποτέ ο Κύπριος νέος να ξεπεράσει τα σύνδρομα της εσωστρέφειας, τα οποία η κυπριακή εκπαίδευση φροντίζει να του προικοδοτεί συστηματικά. Είναι εφιαλτικό το σενάριο να μην του δοθεί ποτέ η ευκαιρία μιας άλλης θεώρησης πραγμάτων, περισσότερο αισιόδοξης και ορθολογιστικής και λιγότερο καταθλιπτικής και συναισθηματοκαπηλευτικής.
Η κυπριακή εκπαίδευση θα πρέπει κάποια στιγμή να λογοδοτήσει για τη «σημαιολαγνεία» και την εθνοκαπηλεία που συστηματικά καλλιεργεί στους σχολικούς χώρους. Γιατί όχι μόνο το περιεχόμενο μα και η ερμηνευτική προσέγγιση της διδακτέας ύλης, δημιουργεί δασκάλους έτοιμους για απαγγελία πύρινων λόγων στο μέτωπο ενός πολεμικού πεδίου. Και μαθητές έτοιμους για στράτευση και ανάληψη πολεμικών καθηκόντων.
Πού ανήκουμε τελικά; Στη Δύση ή στην Ανατολή: Δάσκαλοι και μαθητές χαμογελάμε όταν στην τάξη διδάσκεται στο μάθημα της ιστορίας το Ισλάμ και ο τρόπος εξάπλωσης των Αράβων. Οι Μουσουλμάνοι, λέμε, κάνουν ιερούς πολέμους (τζιχάντ) και αν σκοτωθούν στο πολεμικό πεδίο εξασφαλίζουν θέση στον δικό τους παράδεισο και θρόνο αγίου και μάρτυρα της δικής τους πίστης. Κι αυτό μας προκαλεί γέλιο. Και καμαρώνουμε για τη δική μας πνευματική και πολιτιστική ανωτερότητα, αφού εμείς διαχωρίζουμε τα εκκλησιαστικά χωράφια από τα κοινωνικά ...
Ναι, ζούμε σε κατεχόμενη πατρίδα. Ναι, δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να ξεχάσουν οι επόμενες γενιές τη γενέθλια γη των γονιών τους, που βίαια ο τουρκικός στρατός απέσπασε από τους νόμιμους ιδιοκτήτες. Μα θα πρέπει να τη διεκδικήσουν με ρεαλισμό και σύγχρονους όρους. Ναι, δεν θα κλείσουμε τα παιδιά μας στη γυάλα, δεν θα τους κεράσουμε ωραιοποιημένη εκδοχή της πραγματικότητας, δεν θα τους στερήσουμε την επαφή με τη θλιβερή αλήθεια της στρατιωτικής ήττας του 1974 και της στρατιωτικής αδυναμίας σήμερα για διεκδίκηση των εδαφών μας με τον αέρα του ισχυρού.
Δεν είναι δυνατόν, όμως, να τους υπνωτίσουμε κι άλλο με άγονες αντικατοχικές συναυλίες που το μόνο που προσφέρουν πια είναι την κλαψιμοιρία. Δεν είναι δυνατόν να τους λέμε “μπράβο”, όταν ρισκάρουν τη ζωή τους ανώφελα κατεβάζοντας τη σημαία, όσο κι αν αυτή αποτελεί σύμβολο της κατοχής και μας πληγώνει. Δεν είναι δυνατόν να τους κρυφοδηγούμε (ακόμα κι αν δεν το συνειδητοποιούμε αυτή τη στιγμή) σε αυτοχειρία! Δεν είναι επιτραπέζιο παιχνίδι! Παίζουμε με τις ζωές των παιδιών μας! Δεν είναι δυνατόν να επιβεβαιώνουμε με αυτόν τον τρόπο ότι χρειαζόμαστε εγγυήσεις και παραμονή στρατών για τη διασφάλιση της “λειτουργικότητας” μιας λύσης ... Δεν είναι δυνατόν να αναζωπυρώνουμε τα πάθη των γκρίζων λύκων ...
Ο Κύπριος νέος δικαιούται μια παιδεία που δεν θα τον κάνει μαζοποιημένο οπαδό κερκίδας και παίχτη αρένας. Ο Κύπριος νέος δικαιούται μια παιδεία που να του τονώνει την αυτοπεποίθηση για διεκδίκηση ευτυχίας και προόδου στον τόπο του και σε όποια χώρα της οικουμένης επιλέξει να ζήσει. Πόσα ταξίδια, άραγε, πρέπει να κάνει και πόσα βιβλία σύγχρονης και προοδευτικής σκέψης πρέπει να διαβάσει μετά την αποφοίτηση, για να μπορέσει να θεραπεύσει τα τραύματα της άκαρπης συνθηματολογίας, χουλιγκανισμού και μοιρολατρίας, που μέρος της κυπριακής εκπαίδευσης -απερίσκεπτα- του έχει προικοδοτήσει ως κληρονομιά;
* Η Κυριακή Στυλιανού είναι Φιλόλογος και Εκπαιδευτικός σε σχολείο της Κύπρου