Του Δημήτρη Καμπουράκη
Τι κατάλαβε ο μέσος Έλληνας από τον προϋπολογισμό που ψηφίστηκε προχθές; Όχι πολλά, καθότι οι προϋπολογισμοί είναι δυσνόητα και γεμάτα αριθμούς κείμενα, από τα οποία ο απλός πολίτης δεν βγάζει άκρη. Εξάλλου κυβερνήσεις και αντιπολιτεύσεις διαβάζουν τα ίδια νούμερα, όμως οι αγορεύσεις τους είναι διαμετρικά αντίθετες. Εκεί που οι μεν βλέπουν ανάπτυξη και ελαφρύνσεις, οι δε βλέπουν στασιμότητα και ξεζούμισμα. Άντε να βγάλεις άκρη.
Αν έμεινε κάτι στο μυαλό του πολίτη απ' όλη αυτή την αντιπαράθεση, είναι η δέσμευση του Κυριάκου για περαιτέρω μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 8% και η σταδιακή μείωση (μέχρι τελικής κατάργησης) της εισφοράς αλληλεγγύης αρχίζοντας από το 2020. Περί του ΕΝΦΙΑ δεν χρειάζονται πολλές κουβέντες, είναι ο πιο γνωστός και μισητός φόρος του ελληνικού κράτους. Κάθε εξαγγελία μείωσης του, ηχεί ως Χριστουγεννιάτικο τραγουδάκι στα αυτιά των ιδιοκτητών.
Η εισφορά αλληλεγγύης με τις κλίμακες της είναι λίγο πιο δυσνόητη από τον ΕΝΦΙΑ, εξ άλλου η πληρωμή της χάνεται μέσα στο γενικό εκκαθαριστικό εισοδήματος κάθε χρονιάς. Στην συνείδηση των φορολογουμένων κατατάσσεται στο μεγάλο τσουβάλι της υπερφορολόγησης. Κι όμως τα συνολικά έσοδα του κράτους απ' αυτή την εισφορά είναι ο μισός ΕΝΦΙΑ (1,2 δις τον χρόνο) και επειδή αφορά εισοδήματα άνω των 12.000 ευρώ αποτελεί σοβαρότατη επιβάρυνση για την λεγόμενη μεσαία τάξη.
Για παράδειγμα, ένα φυσικό πρόσωπο με 30.000 ευρώ ετήσιο εισόδημα πληρώνει 1.500 ευρώ εισφορά αλληλεγγύης αφού είναι στην κλίμακα του 5%. Για να πληρώσει τόσον ΕΝΦΙΑ κάθε χρόνο, θα πρέπει να διαθέτει τρία 100στάρια διαμερίσματα εικοσαετίας σε μια μεσαία Αθηναϊκή συνοικία, πράγμα εξαιρετικά αμφίβολο. Η συνολική κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης (σε αντίθεση με τον ΕΝΦΙΑ που πάντα θα υπάρχει) όχι μόνο θα ανακουφίσει τα μεσαία εισοδήματα, αλλά θα είναι και η απόλυτη απόδειξη ότι η οικονομική κρίση ξεπεράστηκε και συνεπώς δεν χρειάζεται η μία κοινωνική τάξη να στηρίζει (εκτάκτως;) την άλλη με απευθείας μεταφορά πόρων.
Πέραν αυτών των εξειδικευμένων θεμάτων, για όσους έχουν την δυνατότητα να ρίξουν μια μακροσκοπική ματιά στον φετινό προϋπολογισμό, ένα είναι το θέμα. Είναι ο πρώτος που μετά από μια δεκαετία προβλέπει λιγότερους φόρους για τους πολίτες από την προηγούμενη χρονιά. Και πως θα λειτουργήσει το κράτος με λιγότερα λεφτά, θα ρωτήσετε. Το κράτος που έχει πελώριες ανάγκες και ελλείψεις. Η απάντηση θεωρητικώς υπάρχει: Οι αυξημένες ανάγκες του κράτους δεν θα καλυφθούν από την μεγαλύτερη φορολόγηση των εισοδημάτων, αλλά από την μικρότερη φορολόγηση της μεγαλύτερης πίτας που θα προκύψει από την ανάπτυξη.
Ωραίο ακούγεται, αλλά μένει να αποδειχτεί στην πράξη. Θεωρητικώς, αυτός που βλέπει τον φόρο του να μειώνεται, θα κλέψει λιγότερο το κράτος. Όταν το κράτος παίρνει το 75% του εισοδήματος σου σε φόρους και εισφορές, δεν έχεις κανέναν ενδοιασμό να κλέψεις. Είτε σε πιάσουν είτε όχι, θεωρείς τον εαυτό σου χαμένο για χαμένο. Αν η φορολογία και οι εισφορές σου είναι πιο λογικές, τότε μπαίνει σε άλλη βάση η σχέση οφέλους και δυνητικού κόστους (αν σε τσιμπήσουν). Ο υπουργός οικονομικών επίσης, ίσως ελπίζει λίγο και στο φιλότιμο, αν και θα τον συμβούλευα να μην πολύ-υπολογίζει σ' αυτό.
Επίσης, στην πράξη πρέπει να αποδειχτεί ότι αυτές οι μειώσεις θα οδηγήσουν σε ραγδαία ανάπτυξη. Ο μικρομεσαίος που θα γλυτώσει πέντε δραχμές από τις ελαφρύνσεις, θα πρέπει θεωρητικώς να τις ρίξει στην ανάπτυξη της δουλειάς του, στον εκσυγχρονισμό της επιχείρησης του και στην πρόσληψη κάποιου καινούριου υπαλλήλου. Τότε η πίτα θα αυξηθεί και το συνολικό σχέδιο θα πάει κατ' ευχήν. Θα το κάνει όμως ή θα πάει να βάλει γραμμάτια για ένα τζιπ 4Χ4 όπως έκανε κάποτε; Ίδωμεν.
Υ.Γ. Ελπίζω η κυβέρνηση να συνειδητοποίησε πια καλά (μετά την δημόσια συζήτηση που έγινε) πόσο (κοινωνικά) διχαστικά και (πολιτικά) καταστροφικά είναι τα επιδόματα και τα μερίσματα. Η εξαγγελία τους δημιουργεί αυτομάτως μια κοινωνία που χωρίζεται σε αχάριστους και δυσαρεστημένους. Πιστεύω ότι μέσα στο 2020 θα σβηστούν οριστικά από το λεξιλόγιο μας.