Την 7η Αυγούστου του 1974, η ηγεσία των Ρεπουμπλικάνων στο Κογκρέσο των ΗΠΑ, όπου πλειοψηφούσαν οι Δημοκρατικοί, έσπευσε στο Λευκό Οίκο για να προειδοποιήσει τον Πρόεδρο Nixon ότι, λόγω των αποκαλύψεων στο πλαίσιο του σκανδάλου του Watergate, είχε απολέσει την εμπιστοσύνη ακόμη και των Βουλευτών και Γερουσιαστών του Κόμματος του και δεν είχε άλλη ρεαλιστική επιλογή από την παραίτηση. Την επόμενη ημέρα, ο Nixon έγινε ο πρώτος Πρόεδρος στην ιστορία των ΗΠΑ που παραιτήθηκε από το αξίωμα του, προκειμένου να αποφύγει να γίνει ο πρώτος που θα καταδικαζόταν από τη Γερουσία και θα εξέπιπτε από αυτό.
Την Τετάρτη, στη Βουλή των Αντιπροσώπων, όπου πλειοψηφούν οι Δημοκρατικοί, υπερψηφίστηκε η παραπομπή του Προέδρου Trump σε δίκη ενώπιον της Γερουσίας και μάλιστα όχι μόνο από Δημοκρατικούς Βουλευτές. Η Διευθύντρια της Κοινοβουλευτικής Ομάδας των Ρεπουμπλικάνων, τρίτη στην ιεραρχία του Κόμματος στη Βουλή και κόρη του πρώην Αντιπροέδρου, Liz Cheney, υπερψήφισε την πρόταση παραπομπής, μαζί με ένα μικρό αριθμό Ρεπουμπλικάνων, καθώς και το σύνολο των Δημοκρατικών Βουλευτών. Κάτι τέτοιο θα φάνταζε αδιανόητο λίγες ημέρες πριν, αλλά τα ακόμη πιο αδιανόητα που συνέβησαν στο Καπιτώλιο στις 6 Ιανουαρίου και η συμπεριφορά του Προέδρου, φαίνεται να έχουν εξοργίσει αρκετούς Ρεπουμπλικάνους αξιωματούχους.
Ωστόσο, σε αντίθεση με την απαιτούμενη απλή πλειοψηφία για παραπομπή από τη Βουλή, η καταδίκη στη Γερουσία, απαιτεί ειδική πλειοψηφία 2/3, δηλαδή 67 εκ των 100 Γερουσιαστών. Αυτό σημαίνει ότι, ακόμη και αν οι 2 νεοεκλεγέντες Δημοκρατικοί Γερουσιαστές από την Georgia προλάβουν να αναλάβουν καθήκοντα εγκαίρως για τη δίκη, θα απαιτηθεί η σύμπραξη τουλάχιστον 17 Ρεπουμπλικάνων Γερουσιαστών. Ήδη κάποιοι, όπως ο Mitt Romney (ο μοναδικός που υπερψήφισε την καταδίκη του Trump στην προηγούμενη παραπομπή του), η Lisa Murkowski και ο Pat Toomey φαίνονται ως πιθανότατες ψήφοι υπέρ της καταδίκης αλλά οι περισσότεροι έχουν αποφύγει να εκφράσουν άποψη, ενώ κάποιοι, όπως οι λίγοι Γερουσιαστές που στήριξαν την αμφισβήτηση των αποτελεσμάτων, συνεχίζουν να στηρίζουν τον Πρόεδρο.
Εξ ου και η πιθανότητα καταδίκης του Προέδρου εξαρτάται σχεδόν αποκλειστικά από τις διαθέσεις του Αρχηγού της Πλειοψηφίας (μετά τις 20/1 Μειοψηφίας) στην Γερουσία, Mitch McConnell, μέχρι πρότινος στενού συμμάχου του Προέδρου και σαφέστατα δεύτερου ισχυρότερου Ρεπουμπλικάνου πολιτικού στη χώρα. Κυρίως γιατί ενδεχόμενη θετική του ψήφος λογικά θα συμπαρασύρει αρκετούς Ρεπουμπλικάνους συναδέλφους του, αλλά κι επειδή η ίδια η διεξαγωγή της Δίκης στη Γερουσία πριν τη λήξη της θητείας του Trump, προϋποθέτει την επανασύγκλιση της πριν τις 19 Ιανουαρίου, που απαιτεί τη σύμπραξη του Αρχηγού της Πλειοψηφίας. Βεβαίως, πολλοί Συνταγματολόγοι θεωρούν ότι η διαδικασία μπορεί να συνεχιστεί κανονικά και μετά τις 20 Ιανουαρίου, όχι απλώς για συμβολικούς λόγους αλλά και επειδή ενδεχόμενη καταδίκη του, θα καταστήσει αδύνατη εκ νέου υποψηφιότητα του Trump το 2024. Τις τελευταίες ώρες, αυτή φαίνεται να είναι και η προτίμηση του McConnell.
Ο McConnell αντιτάχθηκε με πάθος στην προσπάθεια ακύρωσης του εκλογικού αποτελέσματος στις 6 Ιανουαρίου. Εξοργίστηκε από τα έκτροπα που την συνόδευσαν και την επόμενη ημέρα η σύζυγος του, που ήταν Υπουργός Μεταφορών της Κυβέρνησης Trump, έγινε η πρώτη από μια σειρά Υπουργών που υπέβαλε την παραίτηση της. Την Τετάρτη, υπήρξε μία διαρροή στα αμερικανικά ΜΜΕ, πιθανόν από τον ίδιο, που τον φέρει να θεωρεί ότι «το ενδεχόμενο της καθαίρεσης του Trump θα βοηθήσει το Κόμμα να απαλλαγεί από αυτόν», χωρίς όμως να διευκρινίζεται τι σκοπεύει να κάνει ο ίδιος. Δεδομένου ότι ο McConnell είναι γνωστός ως ένας πολιτικός που δεν διακρίνεται για την παρορμητικότητα του αλλά για ψυχρούς υπολογισμούς, με βασικό γνώμονα το μακροπρόθεσμο συμφέρον του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, τι σηματοδοτεί ενδεχόμενη στοίχιση του στους υποστηρικτές της καθαίρεσης;
Σίγουρα σηματοδοτεί την άμεση επίσημη έναρξη ενός σκληρού εμφυλίου στο Κόμμα, ανάμεσα στην πτέρυγα των «Τραμπικών» και των πιο παραδοσιακών Ρεπουμπλικάνων. Αυτή θα είναι μία δύσκολη μάχη για την κομματική ελίτ, δεδομένου του μεγάλου όγκου και της τεράστιας οργής των υποστηρικτών του Προέδρου. Αυτό το ξέρει καλά ο Γερουσιαστής από το Kentucky, που όμως επίσης βλέπει τη στήριξη από επιχειρηματικά και άλλα οικονομικά συμφέροντα να καταρρέει μετά τα γεγονότα της περασμένης εβδομάδας. Ταυτόχρονα, το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα υπό τον Trump έχει καταστεί τοξικό για μετριοπαθείς, υψηλής μόρφωσης, παραδοσιακούς Ρεπουμπλικάνους ψηφοφόρους, οι οποίοι το εγκαταλείπουν με πρωτοφανή ταχύτητα, ακόμη μεγαλύτερη μετά τα όσα συνέβησαν στο Καπιτώλιο με βάση τις τελευταίες μετρήσεις. Μπορεί ο Trump να κατάφερε ταυτόχρονα να κινητοποιήσει πρωτοφανή αριθμό λευκών ψηφοφόρων χαμηλού μορφωτικού επιπέδου στην επαρχιακή Αμερική, όμως το τελικό ισοζύγιο αυτής της διαδικασίας είναι αρνητικό, όπως κατέδειξε η ήττα στις προεδρικές εκλογές και, ακόμη χειρότερα για τον McConnell, οι πρόσφατες ήττες στην Georgia και η απώλεια της πλειοψηφίας στη Γερουσία. Ίσως ο McConnell έχει καταλήξει στο συμπέρασμα ότι, αν η μάχη αυτή είναι αναπόφευκτη, το καλύτερο χρονικό σημείο να δοθεί είναι τώρα, με την οργή εναντίον του Προέδρου να ξεχειλίζει ανάμεσα στην πλειοψηφία των σχολιαστών, των μελών του Κογκρέσου αλλά και της κοινωνίας.
Ωστόσο, πιο λογικό είναι ο Αρχηγός της Πλειοψηφίας να θέλει να αποφύγει μία ψηφοφορία στην Γερουσία η οποία θα διασπάσει το Κόμμα με πρωτοφανή τρόπο. Το πιθανότερο είναι η συγκεκριμένη διαρροή, σε συνδυασμό με την πληροφορία ότι δεν βιάζεται να συγκαλέσει έκτακτη σύσκεψη στη Γερουσία για την διεξαγωγή της Δίκης, να αποσκοπεί στο ίδιο αποτέλεσμα που είχε η επίσκεψη των Ρεπουμπλικάνων του Κογκρέσου στον Nixon τον Αύγουστο του 1974. Ο Πρόεδρος Trump είναι ήδη ο πρώτος Πρόεδρος στην ιστορία των ΗΠΑ που έχει παραπεμφθεί εις διπλούν. Η χθεσινή διαρροή τον θέτει προ του διλήμματος αν προτιμά να είναι και ο πρώτος που θα καταδικαστεί ή ο δεύτερος που θα παραιτηθεί. Αν συμβεί το δεύτερο, πιθανότατα ο εσωκομματικός εμφύλιος να λήξει πιο σύντομα, πιο ομαλά και με το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα λιγότερο τραυματισμένο. Η μέχρι τώρα πορεία του Donald Trump έχει δείξει ότι δεν παραιτείται εύκολα αλλά η πολύ μακρύτερη του Mitch McConnell ότι τον απασχολεί περισσότερο το αύριο παρά το χθες.
* Ο Νικόλας Νικολαϊδης είναι Διδάκτωρ Πολιτικών Επιστημών ΕΚΠΑ, Δικηγόρος