Του Γιάννη Παντελάκη
Αν το παρελθόν αποτελεί χρήσιμο σύμβουλο για να προβλέψουμε το μέλλον, τότε έχουμε κάθε λόγο για να πιστεύουμε πως στο τηλεοπτικό τοπίο ουσιαστικά δεν θ'' αλλάξει τίποτα. Όχι ως προς τον αριθμό των καναλιών που θα εκπέμπουν ή τη μετοχική σύνθεση των ιδιοκτητών τους. Εκεί μπορεί να σημειωθούν αλλαγές και μάλιστα σημαντικές. Είναι πολύ πιθανό ν'' αλλάξουν χέρια οι συχνότητες, αφού νέοι παίκτες (επιχειρηματίες) περιμένουν για μια πολυπόθητη άδεια και παλιοί επαναδιεκδικούν θέση στο νέο τοπίο. Εκεί που δεν θ'' αλλάξει απολύτως τίποτα είναι σε ο,τι αφορά τους όρους λειτουργίας, το περιεχόμενο του προϊόντος, τις διασυνδέσεις των ιδιοκτητών με πολιτικά ή οικονομικά συμφέροντα κ.ο.κ.
Πριν λίγα εικοσιτετράωρα, τα ΜΜΕ επικέντρωσαν το ενδιαφέρον τους σε μια επεισοδιακή συνεδρίαση της Βουλής, όπου ο Λοβέρδος μιλούσε για «Βόρεια Κορέα» και «χουντικό κοινοβούλιο» και ο Παππάς για «χυδαιότητα» και «εμετό». Ο εντυπωσιασμός κυριάρχησε -όπως συμβαίνει συνήθως- σε βάρος της ουσίας. Και η τελευταία βρίσκεται στο περιεχόμενο της τροπολογίας που ψηφίστηκε (από την κυβερνητική πλειοψηφία), η οποία προβλέπει πως τον αριθμό των τηλεοπτικών αδειών θα τον καθορίζει ο αρμόδιος υπουργός και θα τον εγκρίνει (ή απορρίπτει) η Ολομέλεια της Βουλής. Αυτό πολύ απλά σημαίνει πως τον αριθμό των τηλεοπτικών αδειών θα τον εγκρίνει ουσιαστικά η εκάστοτε κυβέρνηση που θα έχει τη μικρή η μεγαλύτερη πλειοψηφία στη Βουλή. Και αφού η κυβέρνηση θα αποφασίζει ένα τόσο σημαντικό ζήτημα, γιατί δεν θα ακολουθεί την ίδια λογική και σε ο,τι αφορά τους τρόπους λειτουργίας των καναλιών και τις όποιες σκοπιμότητες συνδέονται με αυτόν; Υπάρχουν κάποια εχέγγυα από άλλους τομείς άσκησης πολιτικής ότι θα συμπεριφερθεί διαφορετικά;
Η μεγάλη ευκαιρία, η έγκριση του αριθμού των τηλεοπτικών αδειών δηλαδή να προέρχεται από ένα ανεξάρτητο όργανο, χάθηκε. Και μάλλον δεν προβλέπεται να δοθεί σύντομα πάλι μια τέτοια ευκαιρία. Η νέα εξουσία θα βαδίσει στα ίδια χνάρια με τις προηγούμενες. Θ'' αναπτύξει σχέσεις αμοιβαίας εξυπηρέτησης με τις νέες (ή παλιές που θα προσαρμοστούν) ιδιοκτησίες και τα κανάλια θα εξακολουθήσουν να λειτουργούν με τον ίδιο τρόπο. Αυτήν τη φορά, μάλιστα, θα έχουν τη νομιμοποίηση που δεν είχαν στα περισσότερα από τα εικοσιπέντε χρόνια λειτουργία τους. Νόμιμες άδειες, τις οποίες θα έχουν πάρει από την ίδια τη Βουλή. Το καθεστώς της αμφισβητούμενης προσωρινότητας θα αντικατασταθεί από ένα καθεστώς νομιμότητας. Αλλά κανένας δεν μπορεί να ισχυριστεί βάσιμα πως θ αλλάξει κάτι θεαματικά ως προς την ουσία που είναι η στοιχειωδώς ανεξάρτητη πληροφόρηση που θα (έπρεπε να) παρέχουν.
Είναι προφανές πως η διαφημιστική αγορά στη χώρα μας δεν αντέχει περισσότερες από 4 - 5 άδειες πανελλαδικής εμβέλειας. Χώρες με περίπου ίδιο πληθυσμό (Φιλανδία, Πορτογαλία, Αυστρία) έχουν από 2 έως 4 κανάλια. Άρα, αντικειμενικά, τα 8 που υπάρχουν σήμερα δεν μπορούν να επιβιώσουν με όρους αγοράς, όταν μάλιστα, λόγω της κρίσης, έχουν μειωθεί δραματικά τα διαφημιστικά έσοδα (υπολογίζεται κατά 2/3 σχετικά με τα έσοδα προ κρίσης). Η αλήθεια, ωστόσο, είναι πως και στο παρελθόν, όταν υπήρχαν μεγαλύτερα έσοδα, τα κανάλια, λόγω της διασύνδεσής τους με την πολιτική και οικονομική εξουσία, επιβίωναν με (αμφισβητούμενης νομιμότητας) δανεισμούς, με αποτέλεσμα σήμερα, σύμφωνα με εκτιμήσεις, τα χρέη τους (συμπεριλαμβανομένων των συνδεδεμένων επιχειρήσεων) να φτάνουν τα 800 εκατ. ευρώ. Για τα οποία υπάρχει ένα ερώτημα, πώς θα πληρωθούν.
Επίσης προφανές είναι όμως πως ο βαθμός ανεξαρτησίας των καναλιών από τις εκάστοτε πολιτικές ή οικονομικές εξουσίες δεν συνδέεται απαραίτητα και μόνο από τον αριθμό των καναλιών. Αλλά από όρους που θα έπρεπε να θεσπίζονται και να τηρούνται από ένα απόλυτα ανεξάρτητο όργανο. Το οποίο δεν θα έχει κανέναν ενδοιασμό ακόμα και να αφαιρέσει μια άδεια όταν δεν τηρούνται οι κανόνες. Κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει σε κανένα τομέα της δημόσιας ζωής. Κυριαρχούσε και κυριαρχεί η προσπάθεια από την εκάστοτε εξουσία να αποφεύγει την ενίσχυση ανεξάρτητων αρχών και παράλληλα να επιχειρεί να επηρεάσει τις όποιες υπάρχουν. Τίποτα δεν μας δείχνει πως θ'' αλλάξουν τα πράγματα. Το τηλεοπτικό τοπίο μπορεί ν'' αλλάξει, νέοι παίκτες να μπουν στην αγορά, αλλά οι παθογένειες θα μείνουν οι ίδιες. Και καμία πολιτική εξουσία δεν θα επιχειρήσει να τις καταργήσει. Ιδιαίτερα αν στο νέο τοπίο οι παίκτες θα είναι φιλικά προσκείμενη προς αυτήν…