Όποιος κοιτάζει τα νούμερα των εκλογών- και δεν εννοώ τα πολλά ανθρώπινα αλλά τα λίγα αριθμητικά- βλέπει μπροστά στα μάτια του ένα που πρωταγωνιστεί και είναι το πιο σημαντικό για τις επόμενες εκλογές. Και για τις αυτοδιοικητικές της Κυριακής και για τις εθνικές της 7ης Ιουλίου. Κι αυτό το νούμερο είναι το 33,11% που πήρε η ΝΔ στις ευρωεκλογές. Σε σχέση με το 23,78% που πήρε ο ΣΥΡΙΖΑ. Κι αυτό το νούμερο λέει ότι όλα είναι ρευστά.
Για την ακρίβεια, το 33,11% λέει ότι η πλειονότητα των ψηφοφόρων δεν υπερψήφισε τη ΝΔ, αλλά αποδοκίμασε τον ΣΥΡΙΖΑ. Η ΝΔ αύξησε τα ποσοστά της μόνο κατά 3,5% σε σχέση με τις τελευταίες εκλογές που πήρε περίπου 30%. Ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ έχασε 12% από το 35,5 % που είχε πάρει.
Τα ποσοστά που έχασε ο ΣΥΡΙΖΑ δεν πήγαν κατά πλειοψηφία στη ΝΔ. Αντιθέτως, αθροίζονται σε άλλα κόμματα ως ψήφοι διαμαρτυρίας ή καταδίκης, αλλά, πάντως όχι στη ΝΔ. Κι αυτό θα πρέπει να το δει πολύ σοβαρά η αξιωματική αντιπολίτευση πριν θριαμβολογήσει ή αισιοδοξήσει για τα αποτελέσματα των αναμετρήσεων αυτή την Κυριακή σε δήμους και περιφέρειες, αλλά, κυρίως, στις εθνικές εκλογές της 7ης Ιουλίου.
Οι ψυχροί αυτοί αριθμοί λένε ότι η πλειονότητα των ψηφοφόρων που έφυγαν από τον ΣΥΡΙΖΑ είναι κατ αρχάς είτε πολύ σκεπτικοί είτε αρνητικοί στο να ψηφίσουν ΝΔ. Και κανείς δεν ξέρει να μας πει με υπεύθυνους αριθμούς αν απέχουν λόγω αντιδεξιών θέσεων ή λόγω του ονόματος του αρχηγού της ΝΔ, που ελεηνολογείται εδώ και δεκαετίες από τον λεγόμενο προοδευτικό χώρο. Ο οποίος είναι πολύ μεγάλος σε όγκο.
Ανεξιχνίαστο επίσης είναι το ποσοστό εκείνων που έριξαν αρνητική ψήφο διαμαρτυρίας, αλλά έχουν σκοπό να ψηφίσουν ΣΥΡΙΖΑ, αφού θεωρούν ότι το μήνυμα το έστειλαν στην κυβέρνηση.
Η πείρα λέει ότι τα μικρά κόμματα που ψηφίζονται ως πόλοι διαμαρτυρίας στις ευρωεκλογές δεν έχουν την ίδια τύχη στις εθνικές. Και μάλιστα σε εθνικές με ακραία πόλωση σαν αυτές που έρχονται. Έτσι, το μέλλον του κ Βελόπουλου είναι άγνωστο παρά τις φιλότιμες προσπάθειες που κάνει η ΕΡΤ να τον προβάλει και να ξεπλύνει τις ανοησίες του, προκειμένου να στερήσει από τη ΝΔ δεξιές ψήφους. Δυστυχώς, το ίδιο λάθος κάνουν και ΜΜΕ που δεν ανήκουν στην προπαγάνδα του ΣΥΡΙΖΑ. Προωθούν ένα νούμερο στην κεντρική πολιτική σκηνή.
Εξ ίσου μετέωρο είναι το μέλλον του κ Βαρουφάκη στις εθνικές εκλογές. Δεδομένου ότι οι ψηφοφόροι του είναι τέως συριζαίοι, αρκετοί από τους οποίους μπορεί να τσιμπήσουν στο προχουντικό, μεταπολεμικό σύνθημα «Δημοκρατική παράταξη εναντίον Δεξιάς» και να επιστρέψουν στον ΣΥΡΙΖΑ. Δεδομένου ότι η γενική οπισθοδρόμηση της πολιτικής τα τελευταία 5 χρόνια έχει στείλει και αρκετούς πολίτες πολλές δεκαετίες πίσω σε νοοτροπία. Η οποία μιλάει με συνθήματα και συναισθήματα μιας πραγματικότητας 60 χρόνια πίσω.
Μ αυτά τα δεδομένα, οι αυτοδιοικητικές εκλογές της Κυριακής είναι ρευστές. Γιατί όσοι έριξαν ψήφο διαμαρτυρίας- και είναι πολλοί- δεν είναι βέβαιο ότι θα ξαναπάνε να ψηφίσουν. Μπορεί να επαναπαυθούν στα αποτελέσματα των ευρωεκλογών ή να ξεθύμαναν. Αυτό που ήθελαν να πουν το είπαν. Και ενδεχομένως θα ξαναμιλήσουν στις 7 Ιουλίου. Αν δεν έχουν φύγει για διακοπές.
Γιατί η βασική αιτία στο μυαλό της κυβέρνησης που άλλαξε την ημερομηνία από την 30η Ιουνίου είναι αυτή. Να φύγουν οι νοικοκυραίοι. Ούτε τα σχολεία την εμποδίζουν ούτε οι αλλαγές στη Δικαιοσύνη. Τα σχολεία έχουν λίγα ειδικά μαθήματα (εδώ έγιναν τριπλές εκλογές μεσούσης της σχολικής περιόδου προχτές!) και οι αλλαγές στη Δικαιοσύνη μπορούν να τρέχουν από την 1η Ιουλίου κανονικά ή να παραταθεί η θητεία μέχρι να αποφασίσει το επόμενο υπουργικό.
Στο καλάθι πρέπει να μπει και το σοκ που έχουν υποστεί οι ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ από το αποτέλεσμα, που τους ήρθε από κει που δεν το περίμεναν. Κι αυτό το σοκ μπορεί να συσπειρώσει τους οπαδούς της κυβέρνησης και να ψηφίσουν μαζικά και στις εκλογές αυτής της Κυριακής, αλλά και στις 7 Ιουλίου.
Ενώ, από την άλλη πλευρά, οι ψηφοφόροι του 3,5% επιπλέον που πήρε η ΝΔ μπορεί να επαναπαύονται στη βεβαιότητα ενός νέου θριάμβου και να απόσχουν σε μεγαλύτερο ποσοστό, γεγονός που μπορεί να αποδειχτεί μοιραίο για την αξιωματική αντιπολίτευση. Και στις αυτοδιοικητικές εκλογές και στις εθνικές.
Η εξαφάνιση του Ποταμιού από τον εκλογικό χάρτη θα βοηθήσει το ΠΑΣΟΚ (ποιο ΚΙΝΑΛ, σοβαρευτείτε) αναμφισβήτητα. Σαρξ εκ της σαρκός του ήταν το Ποτάμι. Αλλά, πόσοι από τους 85.000 ψηφοφόρους που απέμειναν θα πάνε να ψηφίσουν; Και πού αλλού θα διασπαρούν; Άγνωστο. Η διασπορά προς ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ στις ευρωεκλογές αποτυπώθηκε. Η νέα, αν είναι ανάλογη εκείνης θα ευνοήσει τη ΝΔ. Όχι με κρίσιμα νούμερα πάντως.
Συμπέρασμα: Οι πολίτες απέδειξαν την Κυριακή ότι αποδοκιμάζουν τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά δεν επιδοκιμάζουν ξεκάθαρα τη ΝΔ. Στην καλύτερη περίπτωση είναι επιφυλακτικοί. Στη χειρότερη περίπτωση, αρνητικοί.
Μ αυτά τα δεδομένα, το ΚΚΕ έχει να περιμένει τα σταθερά ποσοστά του, μείον εκείνους που θα ψηφίσουν ΣΥΡΙΖΑ «για να μην έρθει η δεξιά», στο σκηνικό πόλωσης που θα επικρατήσει.
Το ΠΑΣΟΚ, φυσιολογικά θα αυξήσει τα ποσοστά του, με τους ψηφοφόρους του Ποταμιού που του ανήκουν. Και, αν έχει κουκούτσι μυαλό, θα απευθυνθεί στα αντανακλαστικά των ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ, που έχουν ένα παρελθόν δεμένο με τον Ανδρέα και με το κόμμα και καμιά σχέση με τον ανιδεολογικό ΣΥΡΙΖΑ. Αλλά, για να το κάνει αυτό πρέπει να ονομάζεται ΠΑΣΟΚ και όχι ο,τιδήποτε άλλο. Γιατί, όσο κι αν φαίνεται επιφανειακό, δεν είναι. Ο λαός αγάπησε ένα όνομα. Και συνδέεται συναισθηματικά μαζί του. Και δεν το βλέπει να πρωταγωνιστεί.
Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει να παλέψει με το βραχύβιο παρελθόν του και να πείσει ότι θα γίνει άλλος. Αλλά, ποιος άλλος, αφού η πλειονότητα των ψηφοφόρων του θέλει να είναι αυτό που είναι; Δηλαδή το 23,78%; Έτσι, ελπίζει σε κείνους που ψήφισαν τιμωρητικά (ή που απείχαν) και θα επιστρέψουν για να μην έρθει «η καταστροφική ακροδεξιά». Ξεσηκώνοντας σε έναν «ανένδοτο αντιδεξιό αγώνα» και επιστρατεύοντας σ αυτόν κάθε όπλο της πραγματικότητας ή της φαντασίας. Παλεύοντας ταυτόχρονα εναντίον του Βαρουφάκη, που μοιάζει να συσπειρώνει νέους.
Η ΝΔ, τέλος, έχει δύο αντιπάλους. Την αλαζονεία των στελεχών της και τους ψηφοφόρους της. Η πρώτη είναι στο χέρι της ηγετικής της ομάδας να την καθαρίσει. Όχι προσωρινά. Δια παντός. Οι ψηφοφόροι της είτε είναι παραδοσιακοί, είτε επαναπατρισθέντες, είτε νέοι, είτε απλώς αντισύριζα. Αλλά, αν δεν πεισθούν ότι η μάχη κατά του ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει κριθεί, θα οδηγηθούν σε περιπέτειες. Και δεν θα τους φταίει κανείς λαός, όπως φταίει τώρα στα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ.
Γ. Παπαδόπουλος- Τετράδης