Μια από τις πιο αξιοσέβαστες και έγκριτες εκδόσεις παγκοσμίως, το περιοδικό The Atlantic που ιδρύθηκε το 1857 για να συμβάλλει στον αγώνα υπέρ της κατάργησης της Δουλείας στις ΗΠΑ, κυκλοφόρησε χθες με τίτλο «Οι κακοί κέρδισαν». Στο κατακόκκινο εξώφυλλο της έκδοσης, φιγουράρουν πέντε σύγχρονοι δικτάτορες: ο Νικολάς Μαδούρο, ο Αλεξάντρερ Λουκασένκο, ο Βλαντιμίρ Πούτιν, ο Σι Τζινπίνγκ και ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Το κεντρικό κείμενο υπογράφει η καθηγήτρια του LSE και αρθρογράφος στα κορυφαία προοδευτικά έντυπα του καιρού μας, Άνν Απελμπαουμ.
Πράγματι. Αν τον 20 αιώνα γίναμε μάρτυρες του σταδιακού θριάμβου της φιλελεύθερης δημοκρατίας, τον 21ο αιώνα ζούμε τη σταδιακή υπαναχώρησή της.
H σύγχρονη δημοκρατία κινδυνεύει από τους ορατούς της εχθρούς: τους δικτάτορες που κυβερνούν με αυταρχισμό, διώκοντας πολιτικούς αντιπάλους, φτάνοντας στο σημείο να διατηρούν ναζιστικού τύπου στρατόπεδα συγκέντρωσης όπως η Κίνα που φυλακίζει σε αυτά Ουιγούρους Μουσουλμάνους και τους υποβάλλει σε φρικτά βασανιστήρια.
Εξίσου σοβαρά πλήγματα όμως η Δημοκρατία δέχεται μέσα στις δημοκρατικές χώρες όπως οι ΗΠΑ με τον Τραμπ οι οπαδοί του οποίου υποκινήθηκαν να εισβάλλουν στο Καπιτώλιο για να διακόψουν τη διαδικασία αναγόρευσης του Τζο Μπάιντεν που είχε κερδίσει τις εκλογές ή σε χώρες-μέλη της ΕΕ όπως η Ουγγαρία και η Πολωνία, για να αναφέρουμε τις εξόφθαλμες περιπτώσεις που παραβιάζονται ανοιχτά οι θεμελιώδεις αρχές του Κράτους Δικαίου.
Είναι πολύ δύσκολο να υπερασπιστεί κανείς τη Δημοκρατία μέσα σε περιβάλλον Δημοκρατίας.
Οι εχθροί της Δημοκρατίας σε όλο τον κόσμο και στη χώρα μας, φροντίζουν να απομυζούν κάθε σταγόνα κρατικού πόρου, δοκιμάζουν, προκαλώντας, καθημερινά τις ανοχές της δημοκρατικής πολιτείας αναγκάζοντάς την τα στέκεται στις παρυφές της συνταγματικής ανοχής.
Και στη χώρα μας, «αγανακτισμένοι πολίτες» φορώντας μια ψηφιακή κουκούλα τραμπουκίζουν πρόσωπα με δημόσιο λόγο αν δείξουν μια ευαισθησία στα δικαιώματα των ομοφυλόφιλων και των Ρομά ή ακόμα χειρότερα των μεταναστών. Μισούν τις γυναίκες χλευάζοντας τον όρο «γυναικοκτονία», κάνουν λόγο για «γύφτους» ζητώντας τον εκτοπισμό τους ή για «λάθρο» τους οποίους οφείλουμε να απωθούμε συλλήβδην, ακόμα κι αν είναι πρόσφυγες κατά παράβαση των Συνθηκών της Γενεύης που μας δεσμεύουν.
Τους ανεχόμαστε αντί να τους πατάσσουμε στο όνομα της Δημοκρατίας που εκείνοι θέλουν να καταλύσουν.
Σε χώρες όπως η Βενεζουέλα του Μαδούρο ή η Τουρκία του Ερντογάν, στυγνές δικτατορίες που φιμώνουν, φυλακίζουν, βασανίζουν, ο ειδεχθής δικτάτορας, ο εχθρός είναι ορατός.
Στις φιλελεύθερες δημοκρατίες όμως, η αντιμετώπιση των εχθρών της, δηλαδή των εχθρών της λαϊκής βούλησης οι προκλήσεις είναι πιο σύνθετες.
Σήμερα τιμούμε μια απαξιωμένη επέτειο που πλέον ταυτίζεται με σοβαρά επεισόδια και καταστροφή ιδιωτικής περιουσίας και ακροδεξιά παραληρήματα αρνητών των ιστορικών γεγονότων.
Η ένταση με την οποία σκυλεύουν τη μνήμη της Εξέγερσης του Πολυτεχνείου τόσο η αριστερά όσο και η άκρα δεξιά, μας κάνουν συχνά να πιστεύουμε πως επιβιώνει ακόμα κάποια ζωντανή αλήθεια σε αυτή και είναι η παλλόμενη αλήθεια της εξέγερσης που οι εχθροί της δημοκρατίας θέλουν να απαξιώσουν, σκυλεύοντας.
«Αντιμέτωπα με τη βαρβαρότητα, τα άτομα οφείλουν να εξεγείρονται», λέει ένας Γάλλος φιλόσοφος (ο Μπρούνο Λατούρ). Η σύγχρονη πολιτική βαρβαρότητα προσωποποιείται από τους δικτάτορες και μασκαρεύεται ως αγανάκτηση, άρνηση, αναθεώρηση των ιστορικών γεγονότων στις σύγχρονες δημοκρατίες.
Αν έχει κάποιο νόημα σήμερα το Πολυτεχνείο είναι τούτο: να μας εμπνέει ώστε να βρίσκουμε το κουράγιο να σηκώνουμε το δάχτυλο και να δείχνουμε αυτούς που αμφισβητούν τη βούληση και την κυριαρχία του λαού, όσους δεν αναγνωρίζουν τα ατομικά δικαιώματα και έρπουν στη γη γρυλίζοντας ακατάληπτες ανοησίες για το αίμα.
Σήμερα, το δικό μας Πολυτεχνείο ας είναι η επιθυμία, το σθένος, να κάνουμε τις αναγκαίες διακρίσεις ώστε να σηκώνουμε ανάστημα στον μασκαρεμένο, ύπουλο εχθρό της δημοκρατίας, δηλαδή της ευημερίας, δηλαδή της ίδιας μας της ύπαρξης.