Η Τζούλια Γκανάσου δεν γράφει εύκολα για τα εύκολα, βασανίζεται και βασανίζει με τη γραφή της, βάζει βαθιά το νυστέρι της, εξ ου και το ανταποδοτικό των βιβλίων της. Αμέσως την προσέξαμε, κριτική κι αναγνώστες. «Σε μαύρα πλήκτρα», «Ομφάλιος λώρος», «Ως το τέλος», «Γονυπετείς», βραβεύτηκαν, συμμετείχαν σε Φεστιβάλ Νέων Λογοτεχνών, οδήγησαν στις «Γόνιμες μέρες» που κυκλοφορούν εντός των ημερών, και αυτές όπως όλα της από τις εκδόσεις Γκοβόστη.
Στο μεταξύ από το 2006 τι έχει αλλάξει στη ζωή και στη γραφή;
«Για μένα, όλα ξεκινάνε από το σώμα και καταλήγουν στη γραφή. Στα δεκαπέντε χρόνια που έχουν περάσει από το πρώτο έως το πέμπτο βιβλίο, με σημάδεψε το ότι ο Αλέξανδρος βγήκε από το πολύμηνο κώμα με βαρύτατο τίμημα, έχασα ένα παιδί και απέκτησα ένα παιδί, έχασα την ψευδαίσθηση της αιωνιότητας και απέκτησα την εκτίμηση της κάθε στιγμής, διεκδίκησα την συνέχεια της γραφής παρ’ όλο τον Γολγοθά που αυτό συνεπάγεται, εξακολουθώ να δουλεύω σκληρά παρ’ όλο που πληρώνω με σωματική καταπόνηση, εξακολουθώ να υπερασπίζω την τεράστια σημασία της ανεξαρτησίας και της ελευθερίας στα όρια που μπορεί κάποιος να τις διεκδικεί, εξακολουθώ να πιστεύω σφοδρά στη φιλία, τον έρωτα, τη μεγάλη αγάπη, την ομορφιά στην ποιητική διάσταση της έκφρασης, τη χίμαιρα της αθανασίας των γονέων, τις ευχάριστες εκπλήξεις που επιφυλάσσει η ζωή.»
Θα μας εξομολογηθεί ολότελα ανοιχτή σαν παιδί στο Liberal.gr με αφορμή το καινούργιο της βιβλίο που μιλά για τη μνήμη: «Είμαστε οι επιλογές, η τύχη, η πίστη μας – μια προσέγγιση του εαυτού μας: μια εκδοχή πεπερασμένου και μια εκδοχή αιωνιότητας», θα μας πει η Τζούλια Γκανάσου.
Συνέντευξη στην Ελένη Γκίκα
- Είμαστε ό,τι από μας αντέχουμε να θυμόμαστε;
Είμαστε ό,τι αντέχουμε να θυμόμαστε, να γευόμαστε, να διαχειριζόμαστε, να ονειρευόμαστε, να εγκαταλείπουμε για να επιβιώσουμε. Ή όπως λέει ο κεντρικός ήρωας στις “Γόνιμες Μέρες”: «Είμαστε οι επιλογές, η τύχη, η πίστη μας – μια προσέγγιση του εαυτού μας: μια εκδοχή πεπερασμένου και μια εκδοχή αιωνιότητας».
- Η μνήμη μας, κυρία Γκανάσου, είναι εν τέλει επιλεκτική;
Η μνήμη μας είναι σωτήρια λέμβος: γεμίζει τους ασκούς όσο χρειάζεται για να μπορούμε να συνεχίζουμε να ταξιδεύουμε αισθανόμενοι (ηττημένοι ή πιο σπάνια, νικητές) σαφώς πιο πλούσιοι, πιο δυνατοί, με περισσότερη γνώση.
Ωστόσο, οι ώρες που αλλάζουν τα πάντα, οι ώρες που διανοίγουν χαραμάδες, παράθυρα, υπόγειες στοές, είναι οι ώρες και κατά τον υπέροχο πάντα Σεφέρη, όπου «η θύμηση πλανεύει τη μνήμη», οι ώρες που επιλέγουμε, συνειδητά ή ασυνείδητα, με τι θα πορευτούμε μαζί.
- Να ξεκινήσουμε αποκωδικοποιώντας τον τίτλο; Ένας άντρας βρίσκεται σε κωματώδη κατάσταση στο νοσοκομείο. Γιατί «Γόνιμες Μέρες»;
Ένας άντρας βρίσκεται αναίσθητος δίπλα σε έναν νεκρό. Χαρακτηρίζεται ως ύποπτος σε υπόθεση λαθροχειρίας. Μεταφέρεται σε κωματώδη κατάσταση στο νοσοκομείο όπου του χορηγείται φάρμακο τελευταίας τεχνολογίας ώστε να θυμηθεί, να ξυπνήσει και να δώσει κατάθεση.
Μέσα από αυτή τη διαδικασία, ο ήρωας αποκτά πρόσβαση στην εποχή πριν από τα πέντε του χρόνια, πριν απ’ τη μνήμη, στην αχαρτογράφητη ζώνη της ύπαρξης. Εκεί ανακαλύπτει μυστικά που του αλλάζουν εντελώς τη ζωή. Την ίδια ώρα, ανακαλεί τα γεγονότα τα οποία τον έφεραν στην κωματώδη κατάσταση. Ταυτόχρονα, ακούει τους δικούς του να ομολογούν όσα έπρεπε να αγνοεί.
Πρόκειται, λοιπόν, για ημέρες που αλλάζουν τον τρόπο με τον οποίο ο ήρωας διεκδικεί τη ζωή. Μέρες όπου ο φόβος, η φθορά, η αγάπη, η ματαίωση, ο έρωτας συγκατοικούν τολμηρά. Μέρες όπου ξαναγράφεται η προσωπική (και όχι μόνο) ιστορία. Μέρες όπου, από τις χαραμάδες, «φυτρώνουν» νέα ξεκινήματα. Κι από τα χαλάσματα ξεπηδάει η ελπίδα. Γόνιμες μέρες.
- Κάθε βιβλίο επιλέγει την δική του αφηγηματική φωνή; Σας ρωτώ από την άποψη του ότι επιλέγετε πάντα τα δύσκολα, επί τω προκειμένω να τα αφηγηθείτε από την πλευρά του ήρωά σας που βρίσκεται σε κωματώδη κατάσταση.
Ο αδελφός μιας καρδιακής φίλης είχε περάσει πολύ χρόνο σε κώμα μετά από ένα δυστύχημα. Κάθε φορά που τον επισκεπτόμουν, φανταζόμουν τη ζωή που ζούσε μέσα στην ακινησία, το σκοτάδι, τη μνήμη με μόνο εφόδιο, ενδεχομένως, την όσφρηση και την ακοή.
Αναρωτιόμουν αν αρκούσαν αυτά τα ερεθίσματα ώστε να παλέψει για να επιστρέψει ξανά στη ζωή. Διερωτόμουν αν υπήρχε ζωή μέσα σε αυτό το κλουβί. Αναρωτιόμουν τι ανακάλυπτε όσο βρισκόταν εκεί. Ήθελα απεγνωσμένα να του δώσω φωνή.
- Η βραδύτητα, η ακινησία, η κατάσταση έκτακτης ανάγκης είναι περισσότερο αποκαλυπτική σε σχέση με την οποιαδήποτε συνηθισμένη και καθημερινή;
Η βραδύτητα, η ακινησία, η κατάσταση έκτακτης ανάγκης δεν είναι απαραίτητα πιο αποκαλυπτικές συνθήκες από μια καθημερινή κατάσταση. Εξαρτάται από το ποια συγκυρία ενέχει φορτίο για τον συγγραφέα, πού τον συναντά, πώς τον κατοικεί, πότε τον έγδαρε, πώς επηρέασε τη δική του ψυχή.
Για παράδειγμα, ο εγκλεισμός μες στο σώμα είναι μια κατάσταση η οποία θα μπορούσε να είναι αποκαλυπτική, θα μπορούσε και όχι.
Ωστόσο, το να δώσεις σημασία στην ακινησία ώστε να μελετήσεις την κίνηση που υπάρχει εν δυνάμει εκεί, παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον ειδικά εάν ελλοχεύει μια πληγή ζωντανή.
- Τρόπον τινά το λοκντάουν δεν θα μπορούσαμε να το δούμε και σαν μια περίοδο για αναδίπλωση και περισυλλογή;
Ο εγκλεισμός μες στο σώμα, ο εγκλεισμός μέσα σε τοίχους, ο εγκλεισμός μέσα στα σκοτεινά σοκάκια του νου, ο πάσης φύσεως εγκλεισμός θα μπορούσε να αποτελέσει περίοδο ανασυγκρότησης. Ωστόσο, ο επιβεβλημένος, συνήθως από εξωγενείς παράγοντες, χαρακτήρας του, η ανασφάλεια που τον συνοδεύει και η άγνωστη χρονική του διάρκεια, δημιουργούν ασφυξία. Αν κάποιος γνωρίζει ότι ο χρόνος ενός lockdown είναι πεπερασμένος, τότε μπορεί να τον αξιοποιήσει προς όφελός του.
Για αυτό και φρόντισα στις «Γόνιμες Μέρες» να καθίσταται σαφές από νωρίς ότι ο ήρωας θα ξυπνήσει. Δεν ξέρουμε με ποιο τίμημα θα επιστρέψει, δεν ξέρουμε τι θα ανακαλύψει στην εποχή πριν από τα πέντε του χρόνια, δεν ξέρουμε αν είναι αθώος ή ένοχος για τον φόνο του νεκρού που βρέθηκε δίπλα του και πώς θα στήσει την ιστορία ώστε να σωθεί, δεν ξέρουμε τι θα ανακαλύψει όσο οι δικοί του θα συνεχίζουν να διάγουν τον βίο τους γύρω του αλλά ξέρουμε ότι όλα αυτά θα του δώσουν κίνητρο για να αγωνιστεί, για να βγει... να βγει έξω!
- Εσείς προσωπικά έχετε βρεθεί σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης; Λένε ότι ξαναβλέπεις το φιλμάκι της δική σου ζωής, ακόμα κι εκείνα τα κομμάτια του που αγνοείς. Όταν συνέρχεσαι βέβαια και πάλι τα χάνεις γιατί δεν τα αντέχεις και όλα σ’ αυτή τη ζωή…
Και βέβαια έχω βρεθεί σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης και όχι μια φορά. Αλλιώς δεν θα μπορούσα να γράψω αυτό το βιβλίο. Δεν θα μπορούσα να μιλήσω για απώλεια, πόνο, χαλάσματα και για νέα αρχή.
Δεν θα μπορούσα να μιλήσω για την εποχή πριν απ’ τη μνήμη, πριν από τα πέντε μας χρόνια, χωρίς να έχω νιώσει την ανάγκη της επαφής με αυτή την εποχή τόσο πολύ…
Πιστεύω ότι ο μητρικός λόγος και ειδικά, ο μητρικός λόγος που απευθύνει η μάνα τα πρώτα χρόνια στο παιδί, το καθορίζει εφ’ όρου ζωής, του δίνει φτερά ή το παραλύει. Εξαιτίας των δυσκολιών τις οποίες αντιμετώπισα, θέλησα να γράψω ένα βιβλίο το οποίο να παρηγορεί σαν μητρικός λόγος, να παρακινεί σαν μητρικός λόγος, να μας κάνει να λαχταράμε ξανά τη ζωή.
- Τι από τι ζωή μας θεωρείτε ότι είναι δεδικασμένο και τι ελεύθερη επιλογή;
Δεδικασμένο θα μπορούσε να θεωρηθεί ό,τι σχετίζεται με το κύτταρό μας, με το DNA μας, με αυτή την αυστηρότατη κληρονομιά του κορμιού. Αδήριτος νόμος, συχνά, είναι το χρόνιο βίωμα, για παράδειγμα, η επίδραση της οικογένειας. Αλλά το όνειρο και ο δρόμος που σχετίζεται με αυτό, ο τρόπος που προσεγγίζεται η βαθιά φιλία ή η μεγάλη αγάπη είναι ελεύθερη επιλογή, απολύτως.
- Στο βιβλίο σας, ο ήρωάς σας καταλήγει ή κάνω λάθος, πως το λιγότερο που μπορεί να χάσει είναι η αφή, αν έπρεπε κάτι να θυσιαστεί, το λιγότερο που θα ήταν να χάσετε είναι η…
Η αφή! Ταπεινός ο οβολός της Ανάστασης… Ή όχι και τόσο;
- «Άγριο να μη θυμάσαι. Άγριο να θυμάσαι τα μισά. Άγριο να τα θυμάσαι όλα.» Εντέλει που καταλήγουμε, το να θυμάσαι ή να ξεχνάς σε βοηθά στη ζωή;
Το να θυμάσαι είναι πλούτος. Το να λησμονείς είναι ανάγκη αυτοπροστασίας, επιβίωσης. Σίγουρα το να λησμονείς τον θάνατο είναι απαραίτητο για να συνεχίσεις να ζεις χωρίς να προσέχεις συνέχεια, για όλα. Πόσο μπορεί κάποιος να φοβάται, συνέχεια, για όλα;
- Είπαμε πώς γεννήθηκε αυτός ο παράξενος ήρωάς σας;
Από τον Αλέξανδρο, τον αδελφό της Φωτεινής, της εφηβικής επιστήθιας φίλης. Ναι, από τον Αλέξανδρο τον μεγάλο πολεμιστή που πάλεψε για καιρό στις χαραμάδες. Το πράσινο χρώμα του έργου του εξωφύλλου που επέλεξε η εικαστικός Ρένα Τσαγγαίου ειδικά για το βιβλίο, το χρώμα της ελπίδας, μας το δίδασκε για χρόνια ο Αλέξανδρος. Τον ευχαριστούμε όλοι, πολύ.
- Από το 2006 και το «Σε Μαύρα Πλήκτρα» ως το 2021 και τις «Γόνιμες Μέρες» τι έχει αλλάξει στη ζωή σας και στη γραφή, τι έχει χαθεί και τι έχει προστεθεί;
Για μένα, όλα ξεκινάνε από το σώμα και καταλήγουν στη γραφή. Στα δεκαπέντε χρόνια που έχουν περάσει από το πρώτο έως το πέμπτο βιβλίο, με σημάδεψε το ότι ο Αλέξανδρος βγήκε από το πολύμηνο κώμα με βαρύτατο τίμημα, έχασα ένα παιδί και απέκτησα ένα παιδί, έχασα την ψευδαίσθηση της αιωνιότητας και απέκτησα την εκτίμηση της κάθε στιγμής, διεκδίκησα την συνέχεια της γραφής παρ’ όλο τον Γολγοθά που αυτό συνεπάγεται, εξακολουθώ να δουλεύω σκληρά παρ’ όλο που πληρώνω με σωματική καταπόνηση, εξακολουθώ να υπερασπίζω την τεράστια σημασία της ανεξαρτησίας και της ελευθερίας στα όρια που μπορεί κάποιος να τις διεκδικεί, εξακολουθώ να πιστεύω σφοδρά στη φιλία, τον έρωτα, τη μεγάλη αγάπη, την ομορφιά στην ποιητική διάσταση της έκφρασης, τη χίμαιρα της αθανασίας των γονέων, τις ευχάριστες εκπλήξεις που επιφυλάσσει η ζωή.
Η Τζούλια Γκανάσου σπούδασε Πληροφορική (Ο.Π.Α. & Παν/μιο Λονδίνου), Λογοτεχνία (ως υπότροφος, Παν/μιο Σορβόννης & Παν/μιο Εδιμβούργου) & Ευρωπαϊκό Πολιτισμό (Ε.Α.Π.). Εκδόσεις: «Σε μαύρα πλήκτρα» (Μυθιστόρημα, Γκοβόστης 2006 & Παν/μιο Εδιμβούργου, συλλογή «Παγκοσμιουπόλεις» 2007). «Ομφάλιος λώρος» (Μυθιστόρημα, Γκοβόστης 2011 - 4ο Διεθνές Λογοτεχνικό Φεστιβάλ Dasein, 1ο Φεστιβάλ Νέων Λογοτεχνών Αθήνας, 9ο Φεστιβάλ Νέων Λογοτεχνών Γλασκώβης). «Ως το τέλος» (Νουβέλα, Γκοβόστης 2013 – υποψήφιο για το «Βραβείο Νέου Λογοτέχνη 2013» Λογοτ. Περιοδικό «Κλεψύδρα» & για το «Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας 2014»). «Γονυπετείς» (Νουβέλα, Γκοβόστης 2017, Γ’ Έκδοση – «Βραβείο Αφηγήματος «Η Μεσόγειος» 2018» Παν/μιο Έξιτερ & «Βραβείο Διηγήματος» Βραβεία Βιβλίου Public 2018).