Του Γιώργου Φλωρίδη
Η υπόθεση Novartis, από εμβληματικό σκάνδαλο κατασπατάλησης δημοσίου χρήματος στο χώρο της υγείας, με την απολύτως προβληματική διακυβέρνηση και διαχείριση του ΣΥΡΙΖΑ εξετράπη και, τελικά, μετετράπη σε ζωτική υπόθεση Δημοκρατίας.
Με αφορμή δε την συγκρότηση της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Προκαταρκτικής Εξέτασης και την τροπή που πήρε ο πολιτικός διάλογος στο συγκεκριμένο θέμα, κινδυνεύει να εξελιχθεί ως μια άλλη μια χαμένη ευκαιρία για την αποκατάσταση σχέσεων εμπιστοσύνης πολιτικής και κοινωνίας, εφόσον, τελικά, η όλη υπόθεση αναλωθεί και καταλήξει ως «Παπαγγελοπουλιάδα».
Να γίνει, δηλαδή, ένα πολιτικό ριάλιτυ, με αρχή και τέλος τις περιπέτειες, τις επαφές, τις πράξεις και τις παραλείψεις Παπαγγελόπουλου.
Διότι η αποκάλυψη της πολιτικής σκευωρίας με αφορμή την υπόθεση Novartis και η σημερινή απόπειρα διερεύνησης και αποκάλυψης των σκευωρών, έχει βαθύτερο ενδιαφέρον και νόημα για τη Δημοκρατία μας, που ξεπερνάει το πολιτικό κουτσομπολιό, την περιέργεια, την κομματική εχθροπάθεια και, εν τέλει, την όποια τιμωρητική διάθεση του πολιτικού συστήματος και της κοινωνίας. Η υπόθεση αυτή, αφορά βαθύτερα στην αντίληψη εξουσίας της αριστεράς και παραπέμπει ευθέως στο μοντέλο της αριστερής διακυβέρνησης και τις συνέπειες του.
Είναι σ' όλους γνωστό και ανοικτά ομολογημένο, ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ανέλαβε την διακυβέρνηση της χώρας με βάση την αντίληψη, «έχουμε την κυβέρνηση, δεν έχουμε την εξουσία». Αυτό εκφράστηκε μέσα από σωρεία γραπτών και προφορικών δηλώσεων στελεχών του, με εμβληματική μάλιστα την ανάλογη διατύπωση της ίδιας της συζύγου του πρωθυπουργού. Η στοχοθεσία, λοιπόν, του ΣΥΡΙΖΑ όπως και κάθε εκλεγμένης αριστερής διακυβέρνησης, εκκινούσε από την αντίληψη ελέγχου των τριών εξουσιών και εν προκειμένω της δικαστικής, στο βαθμό που Κυβέρνηση και Βουλή ήταν ελεγχόμενες. Θα αποτελούσε το πρώτο, αλλά καθοριστικό βήμα για το μετασχηματισμό και την καθολική συγκέντρωση της εξουσίας στην αριστερή διακυβέρνηση.
Όπως εύκολα καταλαβαίνει κάποιος, ο Παπαγγελόπουλος και ο καθένας στην θέση του, δεν θα αποτελούσε τίποτα άλλο παρά το εργαλείο υλοποίησης μιας τέτοιας αντίληψης. Δεν μπορούν, φυσικά, να παραγραφούν οι όποιες προσωπικές ευθύνες, εφόσον αυτές αποδειχθούν. Και δεν χρειάζεται πολιτικός στρουθοκαμηλισμός για το ποιοι γνώριζαν και ποιοι όχι. Όμως, για τη στοιχειοθέτηση ποινικών ευθυνών απαιτούνται ατράνταχτες αποδείξεις. Στο επίπεδο αυτό οφείλουμε να εμπιστευθούμε την κοινοβουλευτική και τη δικαστική διαδικασία. Έχουμε καιρό μπροστά μας.
Όμως υπάρχουν σοβαρά ζητήματα που άπτονται του πεδίου της πολιτικής δημοκρατικής αγωγής και, ιδιαίτερα, του πεδίου των σχέσεων πολιτικής και κοινωνίας. Επ' αυτού, είναι κρίσιμα δύο ζητήματα.
Πρώτον, η ανάγκη διαφύλαξης της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας και μάλιστα του πυρήνα της, που είναι η αρχή της διάκρισης των εξουσιών. Η αριστερή αντίληψη περί κατάληψης και συνολικού ελέγχου της εξουσίας αποτελεί την βάση προς τον αντιδημοκρατικό αυταρχισμό. Απέναντι σ' αυτή την βαθύτατα αντιδημοκρατική αντίληψη, πρέπει να υπάρχει μόνιμο μέτωπο πολιτικών δυνάμεων και πολιτών.
Δεύτερον, η κοινωνία πρέπει να διευκολύνεται από λόγο και πράξεις ώστε να καταλαβαίνει την ουσία των πολιτικών διαφορών και συγκρούσεων, για να διαμορφώνει άποψη και διάθεση συμβολής, υποστήριξης και διεύρυνσης της δημοκρατίας και των θεσμών της. Μόνον έτσι μπορεί να εμπιστευτεί και πάλι την πολιτική και όχι να συνεχίζει την απομάκρυνση από αυτήν.
Αλλιώς, θα βρίσκουν κατά καιρούς πρόσφορο έδαφος αντιλήψεις αλλοίωσης και σφετερισμού των δημοκρατικών θεσμών, οδηγώντας σε νέες εκτροπές και σκευωρίες που πλήττουν και φθείρουν την ίδια την Δημοκρατία μας.