Πριν λίγα εικοσιτετράωρα ολοκληρώθηκε και τυπικά η σύσταση του υπουργείου Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας, ως αδήριτης ανάγκης μετά την τεράστια περιβαλλοντική και οικονομική καταστροφή από τις πρόσφατες δασικές πυρκαγιές.
Η διαχείριση της συγκεκριμένης κρίσης κατέδειξε τα τρωτά σημεία του υφιστάμενου συστήματος πολιτικής προστασίας, τα οποία είχαν διαφανεί από τον Φεβρουάριο 2021 κατά τις έντονες χιονοπτώσεις και τον παγετό στην Ν. Ελλάδα και την πρόκληση σοβαρών προβλημάτων στην Αττική.
Με τον Ν. 4662/2020 η κυβέρνηση θέσπισε τον Εθνικό Μηχανισμό Διαχείρισης Κρίσεων και Αντιμετώπισης Κινδύνων, αναδιάρθρωσε την Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας, αναβάθμισε το σύστημα του εθελοντισμού για την πολιτική προστασία και αναδιοργάνωσε το Πυροσβεστικό Σώμα. Επίσης, εκπόνησε τα Γενικά Σχέδια Αντιμετώπισης Εκτάκτων Αναγκών και Διαχείρισης Συνεπειών και τα Περιφερειακά και Τοπικά Σχέδια των Περιφερειών και των Δήμων. Όλα τα παραπάνω μείναν σε επίπεδο σχεδιασμού, χωρίς ουσιαστικά να καλύψουν τα κενά του προηγούμενου ανολοκλήρωτου Ν. 4249/2014 (Α’ 73), αναφορικά με τον τρόπο εκδήλωσης των σύγχρονων φυσικών και τεχνολογικών καταστροφών και λοιπών απειλών.
Ζητούμενο πλέον είναι μια πλήρως επιχειρησιακή και λειτουργική υπηρεσία και, προς τούτο, ξεκινάμε με βασικές παραδοχές:
1. Ακραία φαινόμενα και καταστροφές εμφανίζονται με μεγαλύτερη συχνότητα από αυτή που υπέθετε η πλειοψηφία των επιστημόνων. Στο εξής αναμένονται υγροί χειμώνες, ξηρά καλοκαίρια με αποτέλεσμα στο δασικό οικοσύστημα να δημιουργείται τεράστια συσσώρευση καύσιμης ύλης.
2. Οι μεγάλες επενδύσεις σε υποδομές και εξοπλισμό της Πολιτικής Προστασίας σύμφωνα με το Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας «Ελλάδα 2.0» θα αποδώσουν σε μέσο μακροπρόθεσμο χρονικό διάστημα.
3. Οι καταστροφές δεν αποτελούν χώρο κομματικής εκμετάλλευσης. Στην εκδήλωση φυσικών και τεχνολογικών καταστροφών είναι εύκολη η αντιπολίτευση και εξαιρετικά δύσκολος ο χειρισμός τους από πλευράς κυβέρνησης.
4. Χρειάζεται επανασχεδιασμός της πολιτικής επικοινωνίας του κινδύνου, προκειμένου να αντιληφθούν οι συμπολίτες μας τη σημασία του ρόλου τους ατομικά και συλλογικά.
5. Στον κύκλο διαχείρισης των καταστροφών (πρόληψη, προετοιμασία, αντιμετώπιση, αποκατάσταση), μέχρι στιγμής δίνουμε προτεραιότητα στην αντιμετώπιση, αδιαφορώντας την πρόληψη και την προετοιμασία, καθώς εκεί εντοπίζονται προβλήματα σχεδιασμού (δασολογικού, περιβαλλοντικού, χρήσεων γης και πολεοδόμησης κ.α.).
6. Ακολούθως, συνοπτικά τα προβλήματα του εθνικού συστήματος:
- Αναστολή εφαρμογής του τελευταίου Ν. 4662/2020
- Αρμοδιότητες συγκεχυμένες & επικαλυπτόμενες. (π.χ. των Περιφερειακών Συντονιστών Πολιτικής Προστασίας, της Γενικής Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας και των εμπλεκόμενων Υπουργείων).
- Δομές απομονωμένες & αδύναμες. Έλλειψη επικοινωνίας & συντονισμού, με συνέπεια την αδυναμία απορρόφησης κοινοτικών κονδυλίων.
- Έλλειμμα σε εξειδικευμένα στελέχη πολιτικής προστασίας τόσο σε επίπεδο διοίκησης όσο και αιρετών (αδράνεια πολλών ετών ως προς τη λειτουργία της Εθνικής Σχολής Πολιτικής Προστασίας, Ν.4249/2014 και της Ακαδημίας Πολιτικής Προστασίας, Ν.4662/2020).
Η αντιμετώπιση των καταστροφών σίγουρα δεν είναι μια εύκολη διαδικασία και προϋποθέτει ολική διαχείριση του κινδύνου, η οποία περιλαμβάνει την πρόληψη, αλλά και την ενσωμάτωση του κοινωνικού συνόλου ήδη από το επίπεδο του σχεδιασμού της.
Επειδή σκοπός δεν είναι η διαχείριση των συνεπειών των καταστροφών και η περίθαλψη των πληγέντων, γίνεται αυτονόητο ότι θα πρέπει να βελτιστοποιηθούν τα συστήματα έγκαιρης προειδοποίησης και πληροφόρησης των πολιτών για την έναρξη της καταστροφής.
Η αξιοποίηση επίσης των σύγχρονων τεχνολογιών που έχουν παραχθεί αλλά και θα παραχθούν μέσω των προγραμμάτων της ΕΕ FP7, H2020 κ.α. θα βοηθήσει στην καλύτερη και αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση των εκτάκτων αναγκών.
Για να επιτευχθούν τα ανωτέρω προτείνεται η εκπόνηση ενός σύγχρονου σχεδίου διαχείρισης καταστροφών, ο σχεδιασμός και η εφαρμογή του οποίου θα παρακολουθείται με σκοπό τη διόρθωση των αποκλίσεων.
Για την υλοποίησή του θα πρέπει να αξιοποιήσουμε μεγάλο μέρος των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, μετά από διαβούλευση όλων των εμπλεκομένων, με στόχο:
- Κατάρτιση ειδικών πλάνων με δορυφορικά συστήματα παρακολούθησης και μέτρησης της θερμοκρασίας στα δάση.
- Ειδικά σχέδια για την αγροτική παραγωγή σε ευάλωτες περιοχές και όσες θα πληγούν από την κλιματική κρίση (ξηρασία και ερημοποίηση)
- Ενσωμάτωση της κλιματικής παραμέτρου στον σχεδιασμό των νέων υποδομών
- Ενίσχυση επενδύσεων που συμβάλλουν στην πορεία προς μια κλιματικά ουδέτερη οικονομία μέχρι το 2050 (έργα αιολικά, υδροηλεκτρικά, αποθηκευτικά, κ.ά.).
- Βελτίωση της ενεργειακής ασφάλειας της χώρας με τη σταδιακή μείωση των εισαγωγών πετρελαίου και φυσικού αερίου, την ενεργειακή διασύνδεση των νησιών και την προώθηση μονάδων αποθήκευσης της παραγόμενης από τις ΑΠΕ ενέργειας.
- Δημιουργία δημιουργία βασικών υποδομών για την προστασία των φυσικών πόρων του δάσους και της βιοποικιλότητας και αποτελεσματική δομή διαχείρισης των κρίσεων.
- Εισαγωγή της αντιμετώπισης της κλιματικής κρίσης στην εκπαίδευση
- Ολοκλήρωση του σχεδιασμού σύγχρονων δασικών χαρτών
Παρά τη συνθετότητα του ζητήματος, η επανίδρυση μιας αναβαθμισμένης δομής για την κλιματική κρίση και την πολιτική προστασία, θα δημιουργήσει αίσθημα ασφάλειας και σιγουριάς στην κοινή γνώμη, ενώ σε επίπεδο επιχειρησιακής δράσης, θα ενισχυθεί το αίσθημα ευθύνης (sense of duty) και η έγκαιρη και άμεση ανάληψη αποστολών.
Ο Μιχάλης Χάλαρης είναι επίκουρος καθηγητής Διεθνούς Πανεπιστημίου Ελλάδος - Υποστράτηγος Π.Σ. (ε.α.) - Εισηγητής στη Διαχείριση Εκτάκτων Αναγκών και στο Σχεδιασμό και εφαρμογή δράσεων πολιτικής προστασίας σε τοπικό επίπεδο στο ΕΚΔΔΑ