Τα όσα ανακοίνωσε ο νέος Πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, στο πλαίσιο του πρωτοφανούς αναπτυξιακού προγράμματος που παρουσίασε πριν από λίγες μέρες, σε σχέση με τις προθέσεις του στο χώρο της ηλεκτροκίνησης, ηχούν ως αναμενόμενη δικαίωση στα αυτιά των περιβαλλοντικά ευαισθητοποιημένων οπαδών του δημοκρατικού κόμματος.
Με τον αρνητή της κλιματικής αλλαγής Ντόναλντ Τραμπ να μη έχει κάνει καμία σημαντική κίνηση στην κατεύθυνση της μείωσης των ρύπων από τις μεταφορές, τα 174 δισεκατομμύρια δολάρια (από τα συνολικά 621 δις που προορίζονται για τον ευρύτερο χώρο των μεταφορών) έρχονται, τη στιγμή που χρειάζεται, να αναζωπυρώσουν την ελπίδα για περισσότερα ηλεκτρικά αυτοκίνητα στους αμερικανικούς δρόμους τα επόμενα χρόνια. Και αυτό αφορά όχι μόνο τις μεγάλες αυτοκινητοβιομηχανίες των ΗΠΑ, την General Motors (Cadillac, Chevrolet, GMC) και Ford (Ford, Lincoln) αλλά και τις μικρότερες, όπως η άκρως δυναμική και ανερχόμενη Tesla, καθώς επίσης και πολλές νεοφυείς: Rivian, Lucid, Nikola, Canoo, Arcimoto κλπ.
Στην ιστοσελίδα της αμερικανικής κυβέρνησης μπορεί, λοιπόν, κανείς να διαβάσει τα παρακάτω ενδιαφέροντα:
"Δημιουργήστε καλές θέσεις εργασίας με τον εξηλεκτρισμό των οχημάτων. Το μερίδιο αγοράς των plug-in ηλεκτρικών οχημάτων (EV) στις ΗΠΑ είναι μόνο το ένα τρίτο του μεγέθους της κινεζικής αγοράς ηλεκτρικών οχημάτων. Ο Πρόεδρος πιστεύει ότι αυτό πρέπει να αλλάξει. Προτείνει επένδυση 174 δις δολαρίων για να κατακτήσει την αγορά ηλεκτρικών οχημάτων.
Το σχέδιό του θα επιτρέψει στις αυτοκινητοβιομηχανίες να παρακινήσουν τις εγχώριες εφοδιαστικές αλυσίδες, από τις πρώτες ύλες μέχρι τα επιμέρους συστήματα των οχημάτων, να μετασκευάσουν τα εργοστάσια για να γίνουν παγκοσμίως ανταγωνιστικά, και να υποστηρίξουν τους Αμερικανούς εργαζομένους ώστε να παράγουν μπαταρίες και ηλεκτρικά αυτοκίνητα.
Θα προσφέρει στους καταναλωτές εκπτώσεις στα σημεία πώλησης και φορολογικά κίνητρα για την αγορά αμερικανικών ηλεκτρικών οχημάτων, διασφαλίζοντας παράλληλα ότι τα οχήματα αυτά είναι οικονομικά προσιτά για όλες τις οικογένειες και κατασκευάζονται από εργαζόμενους με καλές θέσεις εργασίας.
Θα καθιερώσει προγράμματα επιχορηγήσεων και κινήτρων για τις πολιτειακές και τοπικές κυβερνήσεις και τον ιδιωτικό τομέα, για την κατασκευή ενός εθνικού δικτύου 500.000 φορτιστών ηλεκτρικών οχημάτων μέχρι το 2030 (σ.σ.: αυτή τη στιγμή υπολογίζονται σε περίπου 100.000), προωθώντας παράλληλα ισχυρά πρότυπα εργασίας, κατάρτισης και εγκατάστασης.
Με το σχέδιό του θα αντικατασταθούν επίσης 50.000 πετρελαιοκίνητα οχήματα συγκοινωνιών και θα γίνει ηλεκτρικό τουλάχιστον το 20% του στόλου των κίτρινων σχολικών λεωφορείων μας, μέσω ενός νέου Προγράμματος Καθαρών Λεωφορείων για Παιδιά στην Υπηρεσία Περιβαλλοντικής Προστασίας, με την υποστήριξη του Υπουργείου Ενέργειας. Αυτές οι επενδύσεις θα μας βάλουν σε μια πορεία προς 100% καθαρά λεωφορεία, διασφαλίζοντας παράλληλα ότι το αμερικανικό εργατικό δυναμικό είναι εκπαιδευμένο να διατηρεί σε λειτουργία και να συντηρεί αυτή την υποδομή του 21ου αιώνα.
Τέλος, θα χρησιμοποιήσει τα τεράστια εργαλεία των ομοσπονδιακών προμηθειών για να κάνει ηλεκτρικό τον ομοσπονδιακό στόλο, συμπεριλαμβανομένης της Ταχυδρομικής Υπηρεσίας των Ηνωμένων Πολιτειών."
Το παραπάνω κείμενο μπορεί να μπαίνει σε λεπτομέρειες, καθιστά όμως σαφές ότι η επένδυση θα περιλαμβάνει κεφάλαια για να βοηθήσει τις αυτοκινητοβιομηχανίες να εξασφαλίσουν υλικά για την παραγωγή ηλεκτρικών οχημάτων και τη μετατροπή των υπαρχόντων εργοστασίων τους σε παραγωγικές μονάδες προσανατολισμένες σε αυτόν τον στόχο.
Το σχέδιο, λοιπόν, του Μπάιντεν έχει ενδιαφέρον επειδή έχει στρατηγικό βάθος: δεν περιορίζεται σε κίνητρα προς τους καταναλωτές, προκειμένου αυτοί να αγοράσουν ηλεκτρικά οχήματα - και έχει σημασία στο σημείο αυτό να παρατηρήσει κανείς ότι γίνεται λόγος για αμερικανικά ηλεκτρικά μοντέλα -, αλλά επιχειρεί να δώσει νέα πνοή στην αμερικανική αυτοκινητοβιομηχανία, καθιστώντας την ικανή να παράγει ανταγωνιστικά οχήματα μηδενικών ρύπων χωρίς να εξαρτάται από το εξωτερικό – και θυμίζουμε στο σημείο αυτό ότι την παγκόσμια αγορά μπαταριών μονοπωλεί η Άπω Ανατολή, με πρώτη και καλύτερη την Κίνα.