Τάραξε τον δημόσιο διάλογο ο βουλευτής του ΠΑΣΟΚ Ανδρέας Λοβέρδος το Σαββατοκύριακο, όταν επέλεξε να μοιραστεί στο τούιερ συνέντευξή του στο κανάλι της Βουλής με το εξής σχόλιο:
«Για την άνοδο της ακροδεξιάς βασική αιτία είναι το μεταναστευτικό. Αυτό το υπογράφω και δεν καταλαβαίνω τίποτε από τους αφελείς δικαιωματιστές. Έχουμε τέτοιους πολιτικούς σε όλα τα κόμματα και στη χώρα μας, τους οποίους θα πληρώσουμε πολύ ακριβά».
Βέβαια, στην ίδια την εικοσάλεπτη συνέντευξη που ακούσαμε ολόκληρη, την άνοδο της Ακροδεξιάς στην Ευρώπη την αποδίδει και στην ακρίβεια και στον πόλεμο της Ουκρανίας όμως, επειδή ο κ.Λοβέρδος είναι καθηγητής του Συνταγματικού Δικαίου και άρα πολύ καλά εξασκημένος με τις λέξεις και τις χρήσεις τους κάνει σαφές ότι κύρια αιτία για το πολιτικό φαινόμενο της ανόδου της Άκρας Δεξιάς είναι η Μετανάστευση αλλά και ο… «Δικαιωματισμός» που όπως επισημαίνει μετ'επιτάσεως, απαντάται σε όλα τα κόμματα και στη Νέα Δημοκρατία.
Θα αφήσουμε ασχολίαστες τις αναφορές ενός καθηγητή του Συνταγματικού Δικαίου στον Δικαιωματισμό. Δηλαδή, τη λέξη που χρησιμοποιεί η Ακροδεξιά για να περιγράψει το αίτημα για την προστασία των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
Είναι λέξη απαράδεκτη γιατί χρησιμοποιείται πονηρά και όχι για να περιγράψει κατ'αποκλειστικότητα όσους εργαλειοποιούν τα Δικαιώματα αλλά για να στιγματίσει τους προοδευτικούς Έλληνες.
Βέβαια, είναι γνωστό ότι ο κ.Λοβέρδος δεν αυτοπροσδιορίζεται ως προοδευτικός αφού έχει αρθρογραφήσει, σε ανύποπτο χρόνο, υπέρ της θανατικής ποινής και για να κερδίσει τις εκλογές για την προεδρία του ΚΙΝΑΛ εξέφρασε ανοιχτά λεπενικές ιδέες. Τη στρατηγική του κ.Λοβέρδου και την τεράστια σημασία για τη δημοκρατία στη χώρα που είχε η ήττα του την έχουμε ήδη αναλύσει κατά το παρελθόν.
Η άνοδος της Ακροδεξιάς στην Ελλάδα συζητείται στην Ευρώπη από τη δεκαετία του '80. Όταν έκανε την εμφάνισή του στη Γαλλία ο Ζαν Μαρί Λεπέν. Έκτοτε το φαινόμενο έχει πάρει άλλες διαστάσεις. Στην Ευρώπη συνδέεται άρρηκτα με το κύμα του εθνολαϊκισμού που σάρωσε την ήπειρο από το 2008 και μετά εξαιτίας της οικονομικής κρίσης και των πολιτικών λιτότητας και δημοσιονομικής ορθοδοξίας που επέβαλε η Γερμανίας σε όλα τα κράτη-μέλη της ΕΕ ειδικά αυτά του Νότου. Τα μεταναστευτικά κύματα του 2015 λειτούργησαν ως πρόσχημα χωρίς αυτός να σημαίνει ότι δεν δημιούργησαν σοβαρές προκλήσεις για τις ευρωπαϊκές κοινωνίες και ειδικά την ελληνική αφού η χώρα μας έγινε το πέρασμα εκατομμυριων που θέλησαν να βρεθούν στην κεντρική Ευρώπη.
Στη δε Ελλάδα ήταν το αντιμνημόνιο και ιδιαίτερα η αντιμνημονιακή φάση της Νέας Δημοκρατίας που γιγάντωσαν το φαινόμενο.
Η φτώχεια ευθύνεται για την άνοδο της Ακροδεξιάς, όχι οι ξένοι.
Η φτώχεια και το γεγονός ότι τις ΜΚΟ τις στελεχώνουν είτε ιδεοληπτικοί είτε παιδάκια Βορείων Προαστίων που δεν έχουν ιδέα από τη ζωή στις γειτονιές που έχουν μαζευτεί οι μετανάστες, «παιδιά» που δεν έχουν δει ποτέ στη ζωή τους φτωχούς ανθρώπους ώστε να γνωρίζουν την καθημερινότητα τους.
Αυτός ο συρφετός που μπουρδολογεί γενικώς και αορίστως «υπέρ του ανθρώπου» αντί να εξηγεί πρώτον ότι το Μεταναστευτικό/Προσφυγικό δεν είναι πρόβλημα αλλά η νέα πραγματικότητα, μια πραγματικότητα όμως που δεν αφορά αποκλειστικά την Ελλάδα αλλά την ΕΕ στο σύνολό της και δεύτερον ότι οι φτωχοί Έλληνες και Ευρωπαίοι έχουν περισσότερα κοινά με τους φτωχούς ξένους απ'όσα θέλουμε να παραδεχτούμε.
Ας προσθέσουμε σε αυτά και τούτο: οι φτωχοί Έλληνες στις γειτονιές ή τα χωριά της Αθήνας βλέπουν διάφορες ΜΚΟ να σπεύδουν να στέρξουν τους ξένους ενώ αισθάνονται ότι για τους ίδιους δεν ενδιαφέρεται απολύτως κανένας.
Ο κ.Λοβέρδος και οι περί αυτόν δεν έχουν εγκαταλείψει την προσπάθειά τους να δημιουργήσουν ένα νεοσυντηρητικό τόξο που συνδέει περιθωριακούς ακροδεξιούς θύλακες της Νέας Δημοκρατίας, του ΠΑΣΟΚ και γραφικές φιγούρες της πάλαι ποτέ Ανανεωτικής Αριστεράς και να ασκήσουν πίεση στον Κυριάκο Μητσοτάκη για να τρυπώσουν σε κάποιο κυβερνητικό σχήμα.
Θα αποτύχουν. Ο κόσμος του Κέντρου γνωρίζει ότι αν θέλει ένα γνήσιο εκφραστή της πολιτικής παράδοσης της δημοκρατικής παράταξης με ιστορικούς, μάλιστα, όρους που υπερασπίζεται τα σύνορα της πατρίδας μας προσπαθώντας διαρκώς να σεβαστεί τα θεμελιώδη δικαιώματα του ανθρώπου, αν θέλει μια κυβέρνηση που θα αντιμετωπίσει με τις πολιτικές της τη φτώχεια και θα αμβλύνει τις ανισότητες, αυτός δεν μπορεί να είναι άλλος από μια νέα, αυτοδύναμη κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, με πρωθυπουργό τον Κυριάκο Μητσοτάκη και χωρίς τα ξέφτια του εγχώριου νεοσυντηρητισμού.