Ήταν κάτι ανάμεσα σε αναστεναγμό, λυγμό και βρισιά, που ήρθε σαν απάντηση στον δημοσιογράφο που ακουγόταν στο ραδιόφωνο. Βγήκε από το στόμα του παρακαθήμενου φίλου μου στο αυτοκίνητο, αυθόρμητα, με μια εσωτερική ένταση που φανέρωνε παράλληλα οργή και παραίτηση. «Θέλω να έρθει έστω μια μοναδική μέρα της ζωής μου, που δεν θα ακούσω τη λέξη Κασσελάκης», μουρμούρισε ανάμεσα στα δόντια του. Δεν το έλεγε σε μένα που ήμουν δίπλα του, κάποιον μακρινό Θεό παρακαλούσε.
Γύρισα και τον κοίταξα μισογελώντας. «Ε, μην ανοίγεις συζήτηση για τον Κασσελάκη, για να μην σου μιλούν και οι άλλοι γι αυτόν» τον συμβούλευσα. «Αμ δεν είναι έτσι» απάντησε αμέσως. «Εγώ δεν τον αναφέρω ποτέ, έχω ήδη πάθει αλλεργία από την υπερδημοσιότητα του. Όμως αναφέρονται όλοι οι άλλοι και μάλιστα συνέχεια, χωρίς διακοπή. Ο Κασσελάκης είναι παντού, πανταχού παρών και τα πάντα πληρών. Δίχως τον παραμικρό λόγο, δίχως καμιά απολύτως αιτία.
Σε παίρνει η γυναίκα σου τηλέφωνο κι αντί να σου πει «έλα Γιώργο», σου λέει «έλα Κασσελάκη μου». Διασταυρώνονται οι δρόμοι σας με κάποιον γείτονα, αντί για «καλημέρα» σου λέει «γεια σου ωρέ γείτονα Κασσελάκη». Σου κάνει κάποιος συνάδελφος μια ερώτηση που δεν καταλαβαίνεις, σου λέει «μην μου παριστάνεις εμένα τον Κασσελάκη». Λες ότι το απόγευμα θα βγεις λίγο για περπάτημα στο πάρκο ή στην παραλία, σου λένε «πας να γίνεις Κασσελάκης δηλαδή;». Σε παίρνει τηλέφωνο ένας φίλος σου κρητικός, η πρώτη του κουβέντα είναι «εγώ είμαι από τα μέρη του Κασσελάκη».
Παραλλήλως μ’ αυτά, τα δελτία ειδήσεων μόνο για τον Κασσελάκη μιλούν, οι ενημερωτικές εκπομπές μόνο το φαινόμενο Κασσελάκη αναλύουν, οι ελαφρολαϊκές τον Κασσελάκη δοξάζουν, οι εκπομπές μαγειρικής στη διατροφή Κασσελάκη αναφέρονται, οι νυχτερινές επί της επίδρασης Κασσελάκη τοποθετούνται. Για να μην αναφερθώ στους υπουργούς και βουλευτές που απαντούν στον Κασσελάκη ή στους δημοσκόπους που εξηγούν γιατί ο Κασσελάκης δεν έχει τελικά καμία δημοσκοπική πέραση.
Οπότε συμβουλές του τύπου «μη μιλάς για τον Κασσελάκη για να μην σου μιλούν και οι άλλοι γι αυτόν» δεν έχουν καμιά ουσία, ούτε πέραση. Είμαστε σαν τους κατοίκους του Παλαμά Λάρισας και ο Κασσελάκης είναι το νερό του Daniel. Δεν υπάρχει σωσμός απ’ αυτόν. Το μόνο που μου απόμεινε είναι να κάνω παρακλήσεις στον Ύψιστο για να ξημερώσει η μια και μοναδική μέρα που θα περάσει δίχως ν’ ακούσω το όνομα Κασσελάκης». Τάδε έφη φίλος μου Γεώργιος…