Ο φρέντο εσπρέσο και ο γελοίος Κινέζος

Ας πούμε ότι κάθε πρωί, πηγαίνοντας για τη δουλειά σου, παίρνεις έναν φρέντο εσπρέσο (αυτόν πίνει το 70% των Ελλήνων) και ένα κουλούρι Θεσσαλονίκης. Πληρώνεις 2,50 ευρώ τον καφέ και 0,70 το κουλούρι, το σύνολο 3,20. Στις 22 εργάσιμες του μήνα, το στοιχειώδες αυτό πρωινό, σου στοιχίζει 70,40 ευρώ. Βάλε και μια φρατζόλα ψωμί του μισού κιλού κάθε μέρα (από το φθηνό), συμπληρώνεις αισίως το κατοσταρικάκι. Δηλαδή, αν παίρνεις μισθό 1000 ευρώ καθαρά, το ένα δέκατο του εισοδήματος σου πάει στον φούρνο-καφετέρια της γειτονιάς σου. 

Δίχως να έχεις πληρώσει μήτε βενζίνη, μήτε κινητό, ηλεκτρικό, σούπερ μάρκετ, λαϊκή, κοινόχρηστα και τα υπόλοιπα ανελαστικά χρειώδη. Καλά, αν έχεις και νοίκι ή ένα παιδί που πάει σε σχολείο και δραστηριότητες, το πράγμα ξεφεύγει. Το χρήμα απλώς δεν φτάνει. «Ε τότε, μην περνάς από την καφετέρια κάθε πρωί» θα πει κάποιος. «Παίρνε καφέ απ’ το σπίτι σου σε θερμός και τοστ σε αλουμινόχαρτο». Εντάξει, αλλά ζωή είναι αυτή; Να μην μπορείς να αγοράσεις έναν καφέ; Ή ένα ξεφτιλισμένο κουλουράκι; 

Και γιατί παρακαλώ να αυξάνεται διαρκώς η τιμή του καφέ; Τι ρεζιλίκι είναι αυτό, να θες 4,30 για να κάτσεις σ’ ένα τραπεζάκι για ένα εικοσάλεπτο και να πιεις έναν καπουτσίνο; Γιατί ο καφές έχει πάρει 50% αύξηση τους τελευταίους 18 μήνες; Η διεθνής ειδησεογραφία απαντά με σαφήνεια. Διότι η κλιματική κρίση με τις ξηρασίες της μείωσε την παγκόσμια παραγωγή καφέ και διότι μισό δισεκατομμύριο Κινέζοι άλλαξαν συνήθειες την τελευταία πενταετία και από τσάι το γύρισαν στον καφέ. Έγιναν, βλέπετε, δυτικοί και οι Κινέζοι, μόνο που αυτό εκτόξευσε την παγκόσμια ζήτηση μέσα σε συνθήκες μειωμένης παγκόσμιας παραγωγής, άρα να η αύξηση της τιμής της πρώτης ύλης. 

Ερχόμαστε πίσω στον δικό μας που πρωί-πρωί μπαίνει στην καφετέρια για έναν ρημαδοκαφέ σε πλαστικό. Ακούει ότι για τα 2,70 του take away καπουτσίνο που παραγγέλνει, φταίει ένας Κινέζος που από τσάι του βουνού το γύρισε σε εκλεκτά χαρμάνια, οπότε υψώνει τη χερούκλα του και ρίχνει μια ξεγυρισμένη μούντζα στον Μητσοτάκη. Κι ύστερα, βγαίνοντας φουρκισμένος από το μαγαζί για να μπει στο χάος της κυκλοφορίας, μουρμουράει ανάμεσα στα δόντια του, «μωρέ εγώ θα ψηφίσω Βελόπουλο, να του δείξω». 

Καθότι η παγκοσμιοποίηση είναι καλή όταν τον ενημερώνει για τις παλαβομάρες μιας Νοτιοαφρικανής influencer, αλλά κάκιστη όταν μετατρέπει έναν Θιβετιανό σε καταναλωτή καφέ. Και είναι καλή όταν τον ενημερώνει αμέσως για τις θεωρίες συνωμοσίας που κυκλοφορούν στην Αμερική, αλλά απαράδεκτη όταν του εξηγεί ότι ο Χατζηδάκης ή ο Θεοδωρικάκος δεν έχουν τη δυνατότητα να ελέγξουν την τιμή του φρέντο που παίρνει στη γειτονιά του. 

Θα πείτε,«ας υποχρεώσει ο Χατζηδάκης και η Κεραμέως και ο Μητσοτάκης τον εργοδότη του, να του αυξήσει τον μισθό από 1000 καθαρά σε 1500, ώστε να μπορεί να αγοράζει τον καφέ του.» Ο εργοδότης του βέβαια, που συνήθως έχει μια επιχειρησούλα με τρεις έως πέντε εργαζόμενους, του το χει ξεκαθαρίσει. «Αν αυξηθούν κι άλλο οι μισθοί, εγώ θα κλείσω. Δεν βγαίνω.» Οπότε, μπροστά στο αδιέξοδο ένθεν κακείθεν, ξανασηκώνει το χέρι του, ρίχνει δεύτερη μούντζα και ξαναμουρμουρά. «Μωρέ εγώ θα ψηφίσω Λατινοπούλου ή Ζωή κι ας γίνουν όλα στάχτη και μπούλμπερη». 

Μην το ψάχνετε, δεν υπάρχει σωτηρία. Είναι τα Τέμπη, είναι και ο καπουτσίνο. Οπότε, με τις υγιές μας. Καταφθάνουν οι αντισυστημικοί, που θα αποκαταστήσουν τους δημοκρατικούς θεσμούς στη δικτατορία που ζούμε, αλλά παράλληλα θα γυρίσουν και τον φρέντο εσπρέσο στο μισό ευρώ, κόντρα στον γελοίο τον Κινέζο που μου θέλει και καφέ…