Θα σας γράψω κάτι από καρδιάς, με βάση την πρώτη εντύπωση των αποτελεσμάτων. Ευχαριστημένος πρέπει να ναι ο Μητσοτάκης με το 28,5%. Για έναν πολύ απλό λόγο. Ενώ τον προηγούμενο Ιούνιο που είχαμε εκλογές, όπου στεκόμουν και συζητούσα έβρισκα μόνο ψηφοφόρους (δε λέω οπαδούς) του Κυριάκου. Σε τούτη την προεκλογική εκστρατεία δε βρήκα ούτε έναν. Δεν το γράφω καθ’ υπερβολή, όταν λέω κανέναν εννοώ κανέναν. Βέβαια, ούτε Συριζαίους εύρισκα ούτε Πασόκους (κι αυτή η γενική εικόνα αποδείχθηκε από την αποχή), όμως ειδικά οι Νεοδημοκράτες ψηφοφόροι είχαν κυριολεκτικά λουφάξει.
Στην ατμόσφαιρα πλανιόταν μια τεράστια, μια ασυγκράτητη μουρμούρα κατά της κυβέρνησης. Άλλοι ήταν έξαλλοι από την ακρίβεια, άλλοι από τα Τέμπη, άλλοι από μια αόριστη κυβερνητική αλαζονεία, άλλοι από τον γάμο για τα ομόφυλα ζευγάρια. Άλλοι από την κεντρώα εικόνα του κυρίαρχου κυβερνητικού μηχανισμού, άλλοι από τον ακροδεξιό νεοφιλελεύθερο πρωθυπουργό που μας κυβερνά. Άλλοι από τις καθυστερήσεις των μεταρρυθμίσεων, άλλοι από τη σφοδρότητα και τη ριζοσπαστικότητα των μεταρρυθμίσεων που έχουν ήδη γίνει.
Άλλοι ήταν ενοχλημένοι από την αδηφαγία των τραπεζών, άλλοι από την τιμή του ρεύματος, άλλοι από το ύψος των ενοικίων, άλλοι από τον υπερτουρισμό που σαρώνει τα πάντα κι άλλοι επειδή οι τουρίστες που έρχονται δεν ξοδεύουν αρκετά. Άλλοι διότι δε γίνεται κάτι για να περιοριστεί το Airbnb κι άλλοι διότι ο Μητσοτάκης πάει να το πετσοκόψει υπέρ των ξενοδόχων. Άλλοι μουρμούριζαν που η κυβέρνηση ιδιωτικοποιεί τα πάντα κι άλλοι διότι δεν ακουμπά το βαθύ κράτος να πνίγει κάθε δημιουργική προσπάθεια.
Μπορώ να προσθέσω τόσα κι άλλα τόσα, από την Κεραμέως και τον Πιεράκακη που «συνειδητά» βασανίζουν τα παιδιά μας, μέχρι διότι άργησε μισή ώρα το ελικόπτερο να πάρει έναν άρρωστο από ένα νησί. Άλλος έβριζε διότι είμαστε υποχωρητικοί απέναντι στον Ερντογάν κι άλλος διότι η Θεσσαλία καταστράφηκε από τον Daniel και η κυβέρνηση δεν την επανέφερε μέσα σ’ έναν χρόνο. Ο καθένας είχε έναν λόγο να διαμαρτύρεται και τον εξέφραζε ευθέως, φωναχτά και συχνότατα οργισμένα. Δίχως να έχει αντίλογο. Ουδείς του αντιμιλούσε. Πλην του Μητσοτάκη από τηλεοράσεως.
Μουρμούριζαν οι λαϊκοί δεξιοί, διαμαρτύρονταν οι κεντρώοι, ήταν τσαντισμένοι οι μεταρρυθμιστές, ήταν ενοχλημένοι οι απολίτικοι. Από όλους όσους ρωτούσα, οι μισοί μου έλεγαν «δε θα πάω να ψηφίσω» και δεν πήγαν, οι άλλοι μισοί απαντούσαν «δεν ξέρω τι θα ψηφίσω». Δεν κρίνω κανέναν, απλώς περιγράφω την πραγματικότητα όπως τη βίωσα εγώ. Ανήμερα Κυριακής, κάνοντας τον τελευταίο γύρο τηλεφωνημάτων, σχημάτισα την εντύπωση ότι ενδεχομένως να βρεθούμε μπροστά σ’ έναν Ιούνιο του 2023 από την ανάποδη. Να πάθουμε όλοι πλάκα μ’ αυτό που θα ξεβράσει η κάλπη, σε σύγκριση μ’ αυτά που έβγαζαν όλες οι δημοσκοπήσεις.
Κατά τούτα λοιπόν, απορώ που βρέθηκε ένα 28,5% που ψήφισε τελικά τη ΝΔ. Ναι, είναι πρώτο και κυρίαρχο κόμμα, ναι το χαμηλό ποσοστό της παραμένει ισότιμο με το άθροισμα των ποσοστών του δεύτερου και του τρίτου, ναι δεν υπήρξε κυβερνητικό διακύβευμα σ’ αυτές τις Ευρωεκλογές οπότε δε λειτούργησαν διλήμματα, ναι ήταν τεράστια η αποχή. Τα ξέρουμε αυτά. Αλλά πως διάβολο θα καταφέρει ο Μητσοτάκης τα επόμενα τρία χρόνια, έστω και χωρίς αμφισβήτηση της πολιτικής του νομιμοποίηση, έστω και δίχως αντίπαλο ηγετικό δέος, να περιμαζέψει όλα τούτα τα αντιφατικά και αλλοπρόσαλλα που (ας μη γελιόμαστε) θα συνεχίσουν να υπάρχουν, δεν το ξέρω. Είθε να τα καταφέρει…