Μπορεί πολλοί να γελούν με όλα αυτά τα πήγαινε - έλα, τις διαγραφές και τις επανακάμψεις των ασώτων υιών των Σπαρτιατών, μα στην ουσία έχουμε μία δόλια και ολομέτωπη επίθεση κατά του δημοκρατικού πολιτεύματος, μέσω του ευτελισμού των κοινοβουλευτικών διαδικασιών, κρυφών σχέσεων με καταδικασμένους για εγκλήματα του κοινού ποινικού δικαίου και μία προσπάθεια λοιδορίας της πολιτικής στα μάτια της κοινωνίας.
Εξ αρχής έγινε αντιληπτό πως ο κρυφός αρχηγός, ο άνθρωπος που έδινε και δίνει γραμμή στους Σπαρτιάτες, δεν ήταν άλλος από τον έγκλειστο στις φυλακές Δομοκού Ηλία Κασιδιάρη.
Προεκλογικά, μέσω εφαρμογών της κινητής τηλεφωνίας, οι οπαδοί της Χρυσής Αυγής, οργάνωσαν εκ κρυπτώ την άλωση του άγνωστου μέχρι τότε κόμματος «Σπαρτιάτες» του Βασίλη Στίγκα. Αμετροεπώς φιλόδοξος ο ίδιος, θεώρησε πως έχει την εύνοια του «θεού» για να φέρει σε πέρας την «ιερή αποστολή αποκάθαρσης του έθνους από τα μιάσματα».
Η τηλεοπτική του εμφάνιση τη βραδιά των εκλογών, δίπλα σε στενό συνεργάτη του Κασιδιάρη, οι ευχαριστίες προς τον τελευταίο για την «εκλογική επιτυχία» διέλυσαν και τις τελευταίες αμφιβολίες σε καλόπιστους ανθρώπους.
Έκτοτε, παρακολουθούμε το ένα μετά το άλλο, επεισόδια του σίριαλ «Η άλωση των Σπαρτιατών», με βαρύτατες κατηγορίες να εκτοξεύονται από βήματος της Βουλής.
Αρκετά, όμως, με την κοροϊδία και τον χλευασμό της Δημοκρατίας, από εκείνους που δεν έκρυψαν ποτέ πως θα την καταργήσουν αν και όταν έχουν αυτή την ευκαιρία.
Η Δημοκρατία είναι ένα πολίτευμα ατελές, αλλά ανεκτικό στην άλλη άποψη. Δεν μπορεί να μένει αδιάφορη, όμως, απέναντι σε εκείνους που εχθρεύονται την ανοιχτή κοινωνία, τις κοινοβουλευτικές διαδικασίες, τους δημοκρατικούς θεσμούς και επιθυμούν ένα καθεστώς ομοιομορφίας, υποταγής και εξαθλίωσης.
Αυτά που συμβαίνουν αυτές τις ημέρες μπροστά στα μάτια μας, είναι πρωτοφανή, απαράδεκτα και εξοργιστικά.
Η Δημοκρατία θα πρέπει όχι απλά να αμυνθεί απέναντι στις δόλιες απόπειρες υπονόμευσής της, αλλά να αντεπιτεθεί αξιοποιώντας το θεσμικό και νομοθετικό της οπλοστάσια, προκειμένου να θέσει ένα τέλος σε αυτό τον επικίνδυνο κατήφορο.
Η ευθύνη ανήκει ιεραρχικά στη Βουλή, στην Κυβέρνηση και τα κόμματα της αντιπολίτευσης που ανήκουν στο δημοκρατικό τόξο της χώρας. Εκείνα δηλαδή που δεν έθεσαν ποτέ εν αμφιβόλω το δημοκρατικό πολίτευμα, το οικονομικό σύστημα και τον γεωπολιτικό προσανατολισμό της χώρας.
Σε όλους αυτούς πέφτει ο βαρύς κλήρος της αντιπαράθεσης και της αντιμετώπισης των εχθρών της Δημοκρατίας. Η κοινωνία και οι πολίτες δεν μπορούν να ζουν με τη σκέψη της διολίσθησης σε αυταρχικά ή ολοκληρωτικά πρότυπα.
Μόνο που η απάντηση θα είναι πολιτική και θεσμική. Η πολιτική σε δύο επίπεδα: το ιδεολογικό και την εφαρμοσμένη πολιτική, ιδίως σε καυτά ζητήματα όπως το μεταναστευτικό αλλά και η οικονομική ανάταση συγκεκριμένων περιοχών της χώρας. Σε θεσμικό επίπεδο, επίσης, η απάντηση πρέπει να δοθεί σε δύο επίπεδα: στη θεσμική θωράκιση της Δημοκρατίας από τέτοια «παρατράγουδα» και στη νομική διερεύνηση των σκοτεινών σχέσεων μεταξύ βουλευτών και εγκληματικών οργανώσεων.
Δεν είναι δυνατόν, τον 21ο αιώνα, να διαπραγματευόμαστε αξίες, δικαιώματα και κατακτήσεις, να τους αναγορεύουμε ως ισότιμους - έστω κοινοβουλευτικά - συνομιλητές, τη στιγμή που καθοδηγούνται από ηγετικό στέλεχος, καταδικασμένης από τη δικαιοσύνη, εγκληματικής οργάνωσης.
Το εσωκομματικό προνουτσιαμέντο των «Σπαρτιατών» απέδειξε για άλλη μια φορά τη στενή σχέση με την Χρυσή Αυγή. Πέραν αυτού, οι παλινωδίες και οι εκατέρωθεν δηλώσεις μετανοίας αρχηγού και βουλευτών, ανέδειξαν τον αμοραλιστικό χαρακτήρα αυτού του πολιτικού κόμματος, πράγμα που εγείρει πολλά ερωτηματικά για τους τελικούς του σκοπούς, κρυφούς και φανερούς.
Στην επίθεση των εχθρών της Δημοκρατίας, η τελευταία πρέπει να αντεπιτεθεί. Και πρέπει να το κάνει με αποφασιστικότητα, θεσμική ακεραιότητα και πολιτικό περιεχόμενο. Μόνο τότε όχι μόνο θα είναι η νίκη εξασφαλισμένη, αλλά θα δοθεί και ένα μεγάλο, παιδαγωγικό μάθημα στην κοινωνία.