Έχοντας προδικάσει, περίπου, το αποτέλεσμα των εκλογών, ο αναγνώστης ενδιαφέρεται για δύο πράγματα: α) τη σύνθεση της κυβέρνησης που θα σχηματίσει ο κ. Μητσοτάκης και, β) τις εξελίξεις στο κόμμα της Αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Η απάντηση στο πρώτο θα δοθεί μία - δύο ημέρες μετά την Κυριακή, ενώ του δεύτερου θα μας απασχολεί για καιρό.
Είναι πέραν του προφανούς ότι μία ακόμη ήττα από τον κ. Μητσοτάκη, θέτει εν αμφιβόλω την ηγεσία του κ. Τσίπρα στο τιμόνι του ΣΥΡΙΖΑ, το οποίο, άλλωστε, κρατάει εδώ και πολλά χρόνια.
Εξίσου πέραν του προφανούς είναι πως αν και κατά τη δεύτερη προεκλογική εκστρατεία σίγησαν οι φωνές αμφισβήτησης και παραμερίστηκαν οι πικρίες πολλών πρωτοκλασσάτων στελεχών για τη μη εκλογή τους, μετά τις εκλογές της Κυριακής, θα αναζωπυρωθεί ο κατά την αριστερή ορολογία εσωκομματικός διάλογος.
Ο κ. Τσίπρας πάντως διευκρίνισε πως «είναι οξύμωρο να ρωτούν έναν άνθρωπο 49 ετών αν δίνει την ύστατη προσωπική και πολιτική του μάχη», ξεκαθαρίζοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο όχι μόνο πως αυτή η μάχη δεν θα είναι η τελευταία που δίνει, αλλά και πως θα είναι παρών την επόμενη ημέρα.
Στο μεταξύ, μέσω διαρροών είτε σε φίλια προς τον ΣΥΡΙΖΑ ΜΜΕ, είτε προς μεμονωμένους δημοσιογράφους, πληροφορηθήκαμε πως τουλάχιστον δύο εκπρόσωποι της λεγόμενης νέας γενιάς του κόμματος, φαίνεται πως ετοιμάζονται για τη διαδοχή, ο κ. Χαρίτσης και η κυρία Αχτσιόγλου.
Ωστόσο, φαίνεται πως λογάριαζαν χωρίς τον ξενοδόχο, αφού ο από το 2015 αποστρατευθείς οικειοθελώς ο. Γαβριήλ Σακελλαρίδης, με τη δήλωση υποστήριξης του ΣΥΡΙΖΑ που έκανε προχθές, ήρθε όχι μόνο να ταράξει, τα έτσι κι αλλιώς φουρτουνιασμένα νερά του εσωκομματικού τοπίου, αλλά και να δηλώσει, οικειοθελώς πάλι, πως είναι έτοιμος να προσφέρει τις υπηρεσίες του για την ανασύνταξη της αριστεράς.
Θα εμφανιστούν και άλλοι, ο καθένας με το δικό του πρόγραμμα σωτηρίας του κόμματος, της χώρας, της Ευρώπης και του σύμπαντος κόσμου.
Στην περίπτωση που ο κ. Τσίπρας επιλέξει να παραμείνει, θα αποτελέσει μοναδικό παράδειγμα στη σύγχρονη πολιτική ιστορία, αρχηγού κόμματος, ο οποίος γνωρίζει τη μία ήττα μετά την άλλη και να αρνείται να παραδώσει τη σκυτάλη. Θα είναι, όμως, συνεπής με τον εαυτό του και τη δική του ιδιοκτησιακή αντίληψη περί κόμματος. Ποιος θα ξεχάσει άλλωστε το περιστατικό στο τελευταίο συνέδριο του κόμματός του, όταν θεώρησε πως οι σύνεδροι ψήφισαν λάθος και τους υποχρέωσε να ξαναψηφίσουν το «σωστό», δηλαδή το δικό του; Πρόσφατο, είναι άλλωστε και ένα ακόμη περιστατικό, όταν στη συνεδρίαση της ΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ για την ανάλυση του εκλογικού αποτελέσματος, πήγε, μίλησε κι έφυγε, λέγοντας πως όποιος έχει κάτι να πει ας το κάνει με γραπτή έκθεση ιδεών.
Σε διαφορετική περίπτωση, η ανθρωπογεωγραφία του ΣΥΡΙΖΑ είναι τόσο περίπλοκη με τις τάσεις, τις κινήσεις, τις συνιστώσες, αλλά και τις φιλοδοξίες πολλών στελεχών, που δεν θα πλήξουμε από το θέαμα που θα προσφέρουν.
Φυσικά, κύριο χαρακτηριστικό των περισσοτέρων, πέραν από τις διακηρύξεις για επαναπροσέγγιση του κέντρου και της μεσαίας τάξης, είναι η διατήρηση της αγνότητας και της καθαρότητας της «αριστερής ψυχής» του κόμματος.
Δεν θα εκπλαγώ, αν δω επανάληψη, σε νέα εκδοχή, μίας απεραντολογίας ανάλογης με εκείνη που συγκλόνισε, όχι την κοινωνία, αλλά το κομμάτι της αριστεράς, το οποίο αυτοπροσδιοριζόταν ως ανανεωτική, την περίοδο που συζητούσαν αν στον τίτλο του κόμματος θα έμενε το «Κ», δηλαδή κομμουνιστική ή όχι και τις συνακόλουθες διασπάσεις.
Είναι προνόμιο της αριστεράς να συζητεί και να διυλίζει έναν ανύπαρκτο κώνωπα, τη στιγμή που η κοινωνία προχωράει μπροστά, αντιμετωπίζει πλήθος νέων προβλημάτων, αναζητά ρεαλιστικές λύσεις και κοπιάζει. Το έχει κάνει άπειρες φορές στο παρελθόν, παρά την ψευδεπίγραφη αχλή της «πολιτικής πρωτοπορίας».
Τηρώντας τις αριστερές παραδόσεις, νομίζω πως ο ΣΥΡΙΖΑ θα επιδοθεί σε έναν μαραθώνιο αγώνα προστασίας, ανάδειξης και διάδοσης της αριστερής του ψυχής. Αυτό, αργά, σταδιακά και βασανιστικά, θα τον απομακρύνει ολοένα από τα πιο δυναμικά, κοινωνικά στρώματα, εγκλωβίζοντάς τον σε μια περιδίνηση εσωστρέφειας, αναζήτησης ενόχων, ταυτότητας, κοινού - ψηφοφόρων κ.λπ. Δεν περιμένω να δω καμία αυτοκριτική στάση, κανένα αναστοχασμό των κυβερνητικών, κυρίως πεπραγμένων αλλά και της αντιπολιτευτικής στάση του «όχι σε όλα». Έτσι, σιγά - σιγά, ο ΣΥΡΙΖΑ, θα ξαναβρεί μεν τη «ψυχή» του, θα ξαναγυρίσει, όμως, στο περιθώριο της πολιτικής, όπου ανήκει δικαιωματικά.