Το εκλογικό αποτέλεσμα με κύριο χαρακτηριστικό την εκλογική συντριβή του ΣΥΡΙΖΑ, δεν είναι τίποτα άλλο από το γύρισμα της πρώτης σελίδας του τελευταίου κεφαλαίου της λούμπεν αριστεράς στην Ελλάδα.
Επί 15 χρόνια, η χώρα βρισκόταν σε κατάσταση ομηρίας μιας ομάδας ανθρώπων, οι οποίοι με τις εμμονές τους, την καταδίκασαν σε μια περίοδο στασιμότητας, όταν κυρίαρχα συστατικά του δημόσιου λόγου ήταν η τοξικότητα, το μίσος, η εχθροπάθεια και πολλές φορές, η χυδαιότητα.
Ταυτόχρονα, το εκλογικό αποτέλεσμα έθεσε τέλος στην υποβολιμαία «απλή αναλογική» που σκοπό είχε την πρόκληση αστάθειας και ακυβερνησίας στη χώρα, τη στιγμή που αντιμετωπίζει πλήθος προκλήσεων και προσκλήσεων. Μαζί με την απλή αναλογική, φεύγει από το πολιτικό προσκήνιο και ο κίνδυνος μιας παρατεταμένης ακυβερνησίας ή έστω, μιας αδύναμης, ετερόκλητης κυβερνητικής συνεργασίας, σε μια εποχή που χρειάζεται ταχύτητα στη λήψη αποφάσεων και στιβαρότητα ως προς την εφαρμογή τους.
Στα θετικά του εκλογικού αποτελέσματος είναι η ολική επαναφορά του ΠΑΣΟΚ, το οποίο είδε τα ποσοστά του σχεδόν να διπλασιάζονται και να απειλεί πλέον με αξιώσεις τον ΣΥΡΙΖΑ για τη θέση της Αξιωματικής αντιπολίτευσης στις επόμενες εκλογές.
Το εκλογικό αποτέλεσμα, όμως, ήταν και μία νίκη της επιστήμης των δημοσκοπήσεων και μία δικαίωση των εταιρειών που τις διενεργούν, οι οποίες είχαν μπει στο στόχαστρο του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος, για άλλη μία φορά, δεν δίστασε να χρησιμοποιήσει το διαδικτυακό, έμμισθο παρακράτος για να τρομοκρατήσει τους επιστήμονες.
Το ίδιο ισχύει και για τον ελληνικό Τύπο, ο οποίος παρά τις αδυναμίες του, παρουσίασε πλουραλιστικά και με επάρκεια τον προεκλογικό δημόσιο διάλογο, παρά τις υποβολιμαίες κατηγορίες για «πετσωμένα ΜΜΕ» που εξέπεμπε ο μηχανισμός του ΣΥΡΙΖΑ.
Το βασικό λάθος του ΣΥΡΙΖΑ, όχι μόνο σε αυτή την εκλογική αναμέτρηση, αλλά από το 2008 που «καβάλησε το κύμα» με τα «Δεκεμβριανά», ήταν ότι προσπάθησε να επιβάλει μία νέα μεγάλη διαίρεση στην ελληνική κοινωνία, κατά τα πρότυπα του Κ.Κ.Ε. το 1943 - 1944. Αξίζει να θυμίσουμε πως εκείνη η διαίρεση, η οποία φιλοδοξούσε να υπερκεράσει την προηγούμενη μεταξύ φιλοβασιλικών και βενιζελικών, οδήγησε τη χώρα σε ένα αιματηρό εμφύλιο πόλεμο και στη δημιουργία δύο νέων παρατάξεων: του αστικού πολιτικού κόσμου και των κομμουνιστών. Με τα γνωστά, μακροχρόνια, δυσάρεστα αποτελέσματα.
Κατά τον ίδιο ακριβώς τρόπο, ο ΣΥΡΙΖΑ προσπάθησε από το 2010 να χωρίσει την κοινωνία στους «αντιμνημονιακούς» και στους «μνημονιακούς», καταφέρνοντας, πρόσκαιρα να αποκομίσει οφέλη, τα οποία, όμως, εξανεμίστηκαν κατά τη διάρκεια της πρώτης και μόνης κυβερνητικής του θητείας.
Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ένα κόμμα που νοσεί βαριά από το σύνδρομο της ναρκισσιστικής διαταραχής. Δεν μπορεί να δει την πραγματικότητα, δεν μπορεί να συνομιλήσει μαζί της. Κι αυτό γιατί θεωρεί πως αρκούν πολιτικές αποφάσεις των οργάνων του, για να υπακούσουν σε αυτές οι νόμοι που κινούν τις κοινωνίες. Είναι ένα μεθοδολογικό λάθος το οποίο πλήρωσε και θα πληρώνει ακριβά για ένα μεγάλο διάστημα, μέχρι την επιστροφή του στις ρίζες του, οι οποίες δεν είναι άλλες από το όριο της κοινοβουλευτικής εκπροσώπησης. Το επόμενο διάστημα θα γίνουμε μάρτυρες σημαντικών εσωκομματικών εξελίξεων στον ΣΥΡΙΖΑ, βασισμένες στις καλύτερες παραδόσεις της σταλινογενούς αριστεράς, συνοδευόμενες από ανθρωποφαγίες και κανιβαλισμό.
Στο άλλο άκρο του πολιτικού σκηνικού, έχουμε ενδιαφέρουσες ανακατατάξεις στον ακροδεξιό πόλο με την δυναμική εμφάνιση ενός νέου κόμματος, το οποίο συνδυάζει τη θρησκοληψία με τον ψευτοπατριωτισμό, έχει εμφανή ρωσόφιλα χαρακτηριστικά και κατόρθωσε να υπερκεράσει παλαιότερους παίκτες.
Με επικεντρωμένες τις δυνάμεις του στη Βόρεια Ελλάδα, θα προσπαθήσει να πλαγιοκοπήσει το πολιτικό σύστημα και να εκμεταλλευτεί το κενό που υπάρχει καλύπτοντας τον ζωτικό χώρο που λυμαίνονταν άλλοι μέχρι σήμερα. Αυτό είναι άκρως ανησυχητικό και επικίνδυνο σε μια εποχή όπου δεν μπορεί να υπάρξει η παραμικρή αμφισβήτηση του γεωπολιτικού προσανατολισμού της χώρας, για ευνόητους λόγους.
Αναμφίβολα, το χθεσινό εκλογικό αποτέλεσμα επιδέχεται πολλών αναγνώσεων και έχει πολλούς παραλήπτες. Αυτές, όμως, έχουμε όλο το χρόνο να τις κάνουμε, στο δρόμο προς τις δεύτερες εκλογές.