Την ανάγκη να μπορεί να συγκρουστεί η Αριστερά με τα μεγάλα συμφέροντα τόνισε ο Αλέξης Τσίπρας σε παρέμβασή του στο συνέδριο Le Cercle des Economistes που πραγματοποιείται στην Aix-en-Provence. Ο πρώην πρωθυπουργός συμμετείχε στην συζήτηση με τον Ζακ Αταλί, οικονομολόγο-σύμβουλο του Γάλλου Προέδρου (1981-1995) Φρανσουά Μιτεράν.
«Απαιτείται βούληση για συγκρούσεις με τα μεγάλα, με τα ισχυρά οικονομικά συμφέροντα. Να λοιπόν που δεν είναι όλες οι πολιτικές ίδιες. Να η διαφορά ανάμεσα στην προοδευτική και τη συντηρητική πολιτική, στη Δεξιά και την Αριστερά, που δεν είναι τόσο ευδιάκριτη: Ότι η Αριστερά οφείλει να παράγει πλούτο και να τον μοιράζει δίκαια. Οφείλει να έχει ένα φορολογικό σύστημα φορολόγησης του πλούτου και άρα να είναι έτοιμη να συγκρουστεί με τα μεγάλα συμφέροντα», είπε χαρακτηριστικά.
Όσον αφορά την Ακροδεξιά, σχολίασε ότι «όπου αναλαμβάνει αποδεικνύεται ότι είναι το καλύτερο παιδί του συστήματος». «Η διεύρυνση των ανισοτήτων ανάμεσα στα κράτη μέλη αλλά και εντός των κρατών μελών είναι αυτή ακριβώς που δίνει το έδαφος, που δίνει τροφή στην Ακροδεξιά, η οποία σήμερα νομίζω ότι βρίσκεται προ των πυλών της εξουσίας, με ενδεχόμενο να οδηγήσει σε μια ευρύτερη αποσταθεροποίηση και την Ευρώπη και την ίδια την πορεία της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Άρα εδώ βρισκόμαστε μπροστά σε έναν υπαρξιακό κίνδυνο», υπογράμμισε.
Μεταξύ άλλων, ο Αλ. Τσίπρας σημείωσε ότι «υπάρχουν οικονομολόγοι και πολιτικοί που κοιτάνε το συμφέρον, το πρόσκαιρο», «πολιτικοί οι οποίοι σκέφτονται μονάχα τη δημοφιλία τους» και αυτοί που «σκέφτονται μονάχα τις δημοσκοπήσεις και λένε ευχάριστα πράγματα στον κόσμο» ή «οικονομολόγοι, οι οποίοι είναι ουσιαστικά υπάλληλοι μεγάλων χρηματοπιστωτικών ομίλων».
«Και υπάρχουν και πολιτικοί που έχουν όραμα και έχουν στόχο το κοινό καλό. Και οι οικονομολόγοι που δεν κοιτάνε μονάχα το δικό τους συμφέρον. Άρα το ζητούμενο, και κλείνω με αυτό στην ερώτηση, είναι να βρούμε εκείνο το μείγμα πολιτικής που θα προτάσσει τις ηθικές αξίες και το κοινό καλό πάνω από τα συγκεκριμένα ιδιοτελή και πρόσκαιρα συμφέροντα. Ναι λοιπόν στην συνεργασία οικονομολόγων και πολιτικών, οικονομίας και πολιτικής, αν αυτή έχει στόχο το κοινό καλό», τόνισε.