Ο τρόπος με τον οποίο τα αμερικανικά πανεπιστημιακά ιδρύματα, κρατικά και μη, αντιμετώπισαν τους φοιτητές που ξεπέρασαν τα όρια – με καταλήψεις κτιριακών εγκαταστάσεων, διατάραξη της πανεπιστημιακής ζωής και βανδαλισμούς – αποκαλύπτει τους λόγους για τους οποίους οι εγχώριοι ιδεοληπτικοί διαφωνούν με την ίδρυση μη κρατικών πανεπιστημίων στην Ελλάδα.
Οι διαδηλώσεις υπέρ των Παλαιστινίων στα αμερικανικά πανεπιστήμια και τα έκτροπα που ακολούθησαν, προκάλεσαν την είσοδο της αστυνομίας στα ιδρύματα, που προχώρησε σε εκκενώσεις όλων των χώρων – ακόμη και των υπαίθριων – και σε σχεδόν δύο χιλιάδες συλλήψεις με σοβαρές κατηγορίες.
Αλλά αυτή δεν ήταν η πιο αυστηρή τιμωρία των ταραξιών.
Η πιο αυστηρή ποινή για τους φοιτητές που παρανομούν, είναι η επαπειλούμενη αναστολή της ιδιότητας του φοιτητή ή ακόμη και η αποβολή από το πανεπιστημιακό ίδρυμα στο οποίο φοιτούν.
Σε πρώτη φάση, σε όσους πρωτοστάτησαν στα έκτροπα, απαγορεύθηκε η είσοδος στα δωμάτιά τους και τους κοινόχρηστους χώρους. Σε άλλους επιβλήθηκε άμεσα η ποινή της αποβολής, καθώς κατηγορήθηκαν για βίαιες επιθέσεις κατά διοικητικών υπαλλήλων ή φοιτητών.
Ανάμεσα στα πανεπιστήμια που επέβαλαν την ποινή της αναστολής είναι το Βάντερμπιλντ στο Τεννεσή, το Μπάρναρντ Κόλλετζ της Νέας Υόρκης, το Χάρβαρντ, το Πομόνα.
Μάλιστα, ο πρόεδρος του Πομόνα έστειλε αμέσως το ξεκάθαρο μήνυμα ότι όσοι συνεχίζουν να παραβιάζουν τον φοιτητικό κώδικα θα υποστούν πειθαρχικές ποινές. Επίσης, έγινε γνωστό πως οι μασκοφόροι διαδηλωτές αποβάλλονται αμέσως.
Άλλο τα έκτροπα, άλλο οι απόψεις
Στο πανεπιστήμιο Κολούμπια, το κτίριο της Διοίκησης, γνωστό ως Χάμιλτον Χολ, εκκενώθηκε μετά από επέμβαση της αστυνομίας είκοσι ώρες μετά την έναρξη της κατάληψης. Δυο εβδομάδες νωρίτερα, οι φοιτητές είχαν τοποθετήσει μια μεγάλη σκηνή στον υπαίθριο χώρο του ιδρύματος. Η διοίκηση κάλεσε την Αστυνομία να απομακρύνει τη σκηνή την αμέσως επόμενη μέρα.
Η αστυνομία μπήκε στο χώρο του ιδρύματος μετά από αίτημα των πανεπιστημιακών αρχών. Όπως ανακοινώθηκε από τη διοίκηση του πανεπιστημίου η έκταση των καταστροφών ήταν τέτοια που δεν υπήρχε άλλη επιλογή.
Σύμφωνα με την ανακοίνωση, η απόφαση πρόσκλησης της Αστυνομίας της Νέας Υόρκης ήταν «η απάντηση στις ενέργειες των διαδηλωτών και όχι η υπόθεση για την οποία διαμαρτύρονται. Έχουμε καταστήσει σαφές ότι η ζωή στο πανεπιστήμιο δεν μπορεί να διακόπτεται αενάως από διαδηλωτές που παραβιάζουν τους κανόνες και το Νόμο».
Από την ανακοίνωση αυτή προκύπτει πως τις πρακτικές διαφύλαξης της λειτουργίας και της περιουσίας των πανεπιστημίων φοβούνται αυτοί που στην Ελλάδα δεν ψήφισαν τον νόμο για τα μη κρατικά πανεπιστήμια. Στην πραγματικότητα δεν θέλουν τα πανεπιστήμια να διαφυλάσσουν τη λειτουργία τους, αποτρέποντας τη διαρκή διατάραξη της ακαδημαϊκής ζωής και κάθε είδους παρανομίες.
Ευθυγραμμίστηκαν όλοι
Δεν δίστασαν μάλιστα οι διοικήσεις των αμερικανικών πανεπιστημίων να αποκαλύψουν πως πρόσωπα που δεν ανήκουν στην πανεπιστημιακή κοινότητα υποκίνησαν τα έκτροπα. Δηλαδή δεν δίστασαν να ευθυγραμμιστούν με την άποψη της Αστυνομίας – άποψη με την οποία ευθυγραμμίστηκε και ο δήμαρχος της Νέας Υόρκης, Έρικ Άνταμς.
Μπορούμε να φανταστούμε κάτι τέτοιο για την Ελλάδα;
Χωρίς όλοι οι παραπάνω να φοβούνται κανέναν και κυρίως χωρίς να φοβούνται ότι θα κατηγορηθούν ως… χούντα, αντιδραστικοί και άλλα κοσμητικά επίθετα. Και πάντως χωρίς να φοβούνται τους συνειρμούς – η προηγούμενη φορά που είχε καταληφθεί το Χάμιλτον Χολ ήταν όταν οι φοιτητές διαμαρτύρονταν για τον πόλεμο του Βιετνάμ, πριν από 56 χρόνια. Πολύ περισσότερο που η επέμβαση της Αστυνομίας συνέβη ακριβώς στην επέτειο εκείνης της κατάληψης.
Και στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας στο Λος Άντζελες (UCLA), η αστυνομία διέλυσε τον καταυλισμό των διαδηλωτών, με τον πρόεδρό του να υπογραμμίζει την παρουσία ανθρώπων που δεν ανήκαν στην πανεπιστημιακή κοινότητα. Ιδιαίτερη ανησυχία προκάλεσαν εκεί οι συγκρούσεις σώμα με σώμα φιλοπαλαιστίνιων και φιλοϊσραηλινών διαδηλωτών.
Ίδια αντιμετώπιση και από τα κρατικά ιδρύματα
Η πρακτική της πρόσκλησης της αστυνομίας δεν ακολουθήθηκε μόνο στα μη κρατικά πανεπιστήμια. Το ίδιο έπραξαν και τα δημόσια αμερικανικά ανώτατα πανεπιστημιακά ιδρύματα, όπως το Σίτι Κόλλετζ της Νέας Υόρκης και το δημόσιο Πολυτεχνείο Χούμπολτ της Καλιφόρνιας, που ιδρύθηκε το 1913 και όπου το κόστος των καταστροφών υπολογίζεται στο 1 εκ. δολάρια.
Οι καταλήψεις και τα έκτροπα καταδικάστηκαν από τον Πρόεδρο Μπάιντεν, που είπε ότι πρόκειται για «απολύτως λανθασμένη προσέγγιση» και δεν αποτελεί «παράδειγμα ειρηνικής διαμαρτυρίας».
Πρόσθεσε μάλιστα ότι «δεν είμαστε ένα αυταρχικό κράτος που φιμώνει τους ανθρώπους και καταστέλλει τη διαφωνία. Αλλά δεν είμαστε ούτε μια άναρχη χώρα. Είμαστε μια κοινωνία των πολιτών. Και πρέπει να επικρατήσει η τάξη. Οι Αμερικανοί πολίτες έχουν το δικαίωμα να ακουστούν, αλλά πρέπει να τηρείται ο νόμος. Η καταστροφή περιουσιών, η απειλή σε βάρος άλλων ανθρώπων δεν είναι μια ειρηνική διαμαρτυρία. Υπάρχει το δικαίωμα στη διαμαρτυρία, όχι όμως και το δικαίωμα να προκαλεί κανείς χάος ».
Πρέπει να σημειώσουμε ότι η αστυνομία δεν κλήθηκε αμέσως. Προηγήθηκαν διαπραγματεύσεις, οι οποίες απέβησαν άκαρπες. Αμέσως υπήρξε ένα τελεσίγραφο που δεν έγινε σεβαστό και τότε εκλήθη η αστυνομία.
Η έκρηξη αντισημιτισμού και η καπνιστή ρέγγα
Η ιδεοληψία και οι προθέσεις των διαδηλωτών ήταν τέτοια που υπήρξαν περιπτώσεις κατά τις οποίες Εβραίοι φοιτητές και φοιτήτριες που συμφωνούσαν μαζί τους αποκάλυψαν πως δεν μπορούσαν να παρακολουθήσουν τα μαθήματά τους επί εβδομάδες. Τα συνθήματα που άκουγαν ήταν «οι Σιωνιστές θα πεθάνουν ή θα φύγουν» ή «το λέμε καθαρά, το λέμε δυνατά, θέλουμε τους Σιωνιστές μακριά».
Όπως κατήγγειλαν, θέλουν να έχουν το δικαίωμα να ασκούν κριτική στην πολιτική του Ισραήλ και συγχρόνως να πιστεύουν ότι το Κράτος του Ισραήλ έχει δικαίωμα να υπάρχει.
Αυτό το οποίο απέδειξαν ότι μπορούν να πράξουν τα αμερικανικά πανεπιστήμια είναι η εξισορρόπηση μεταξύ του ρόλου των ιδρυμάτων αυτών ως θεματοφύλακες της ελευθερίας του λόγου και της ασφάλειας των φοιτητών, συμπεριλαμβανομένων των Εβραίων, που διαπιστώνουν άνοδο του αντισημιτισμού και της ριζοσπαστικοποίησης.
Ένα ζήτημα που έχει τεθεί είναι αν όλοι οι φιλοπαλαιστίνιοι διαδηλωτές ενδιαφέρονται πραγματικά για τον διάλογο και την ελευθερία του λόγου. Ο Άνταμ Λήμαν, πρόεδρος της εβραϊκής φοιτητικής οργάνωσης Hillel International, αποκάλεσε το επιχείρημα περί ελευθερίας του λόγου «red herring» («καπνιστή ρέγγα», ιδιωματισμός που παραπέμπει στο πρόσχημα).
Όπως δήλωσε «δυστυχώς, πολλοί φοιτητές που θέλουν να εκφράσουν τη συμπαράστασή τους προς τους Παλαιστινίους – μακάρι να σκέφτονταν το ίδιο και για τους Ισραηλινούς, θύματα της 7ης Οκτωβρίου – έχουν ενταχθεί σε ένα πολιτικό κίνημα, το οποίο, όπως διαπιστώνουμε, επιδίδεται σε μια ρητορική μίσους, διακρίσεων και βίας».
Και αυτή είναι η ουσία του ζητήματος…
* Η Σοφία Βούλτεψη είναι Βουλευτής Β3 Νοτίου Τομέα Αθηνών, υφυπουργός Μετανάστευσης και Ασύλου, δημοσιογράφος