Την επιβολή μέτρων υπό τη μορφή κυρώσεων που θα έχουν «καταστροφικές» συνέπειες για το καθεστώς Μαδούρο στη Βενεζουέλα προανήγγειλαν Αμερικανοί αξιωματούχοι ύστερα από τη συνάντηση του Ντόναλντ Τραμπ με τον Χουάν Γκουαιδο στην Ουάσιγκτον.
Σε μια συνάντηση η οποία για πολλούς είχε τη μορφή ψήφου εμπιστοσύνης στον ηγέτη της εθνοσυνέλευσης της Βενεζουέλας, ένας Αμερικανός αξιωματούχος μιλώντας στο πρακτορείο Reuters έκανε λόγο για "μέτρα εντός 30 ημερών με απίστευτες συνέπειες για τον Μαδούρο χωρίς όμως να γίνει πιο λεπτομερής.
Ένας άλλος αξιωματούχος της κυβέρνησης Τραμπ έγινε πιο συγκεκριμένος και αναφέρθηκε στις ενεργειακές εταιρείες όπως η Ρωσική Rosneft και την Ισπανική Repsol και την Αμερικανική Chevron, οι οποίες συνεργάζονται με την κρατική πετρελαϊκή της Βενεζουέλας την PDVSA.
Ειδικότερα, η ρωσική εταιρεία αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα στηρίγματα του Μαδούρο. Ο ρωσικός κολοσσός ενέργειας, η Rosneft, συμμετέχει συνολικά σε πέντε πρότζεκτ της Petroleos de Venezuela SA (PDVSA), της κρατικής δηλαδή εταιρείας διαχείρισης πετρελαϊκών πόρων και φυσικού αερίου. Την τελευταία τριετία η Rosneft έχει δανείσει κάπου έξι δισ. δολάρια στην PDVSA της Βενεζουέλας υπό μορφή προκαταβολών για παραδόσεις πετρελαίου. Το δάνειο αυτό πρόκειται να εξοφληθεί εν μέρει μέσω εκχώρησης μετοχικού κεφαλαίου στη Rosneft στα μεγάλα πρότζεκτ της PDVSA και εν μέρει μέσω μεταφοράς πετρελαίου. Αξίζει να σημειωθεί ότι στην κατοχή της Rosneft έχει περάσει και το 49,9% των διυλιστηρίων της κρατικοποιημένης αμερικανικής εταιρίας Citgo, λόγω κατάπτωσης των εγγυήσεων ενός δανείου ύψους 1,5 δισ. ευρώ.Το υπόλοιπο 50,1% ανήκει ακόμα στην PDVSA αλλά βρίσκεται ενεχυριασμένο στα χέρια της Rosneft, έναντι ενός ομολόγου που λήγει το 2020.
Αξίζει τέλος να σημειωθεί ότι οι αξιωματούχοι που μίλησαν στο Reuters δεν απέκλεισαν να σταματήσουν και οι εξαιρέσεις που ίσχυαν για τη Chevron την τελευταία μεγάλη αμερικανική πετρελαϊκή εταιρεία που εξακολουθεί να λειτουργεί στη Βενεζουέλα. Η Chevron θα μπορούσε να αναγκαστεί σε φυγή, αναφέρει σε σχετική ανάλυση του CNN, αν οι Αμερικανοί αξιωματούχοι δεν παρατείνουν την εξαίρεση επιβολής των σχετικών κυρώσεων που προβλέπονται για τις εταιρείες που συνεργάζονται εμμέσως με το καθεστώς.