Οι αρχές του Χονγκ Κονγκ έχουν χρησιμοποιήσει τον νέο νόμο για την εθνική ασφάλεια για να στοχεύσουν τους αντιφρονούντες και να δικαιολογήσουν «τη λογοκρισία, την παρενόχληση, τις συλλήψεις και τις διώξεις πράξεις που παραβιάζουν κατάφωρρα τα ανθρώπινα δικαιώματα», δήλωσε η Διεθνής Αμνηστία την Τετάρτη, ένα χρόνο μετά την εφαρμογή του νόμου που επέβαλε το Πεκίνο.
«Μέσα σε ένα χρόνο, ο νόμος περί εθνικής ασφάλειας έβαλε το Χονγκ Κονγκ σε ένα δρόμο για να γίνει αστυνομικό κράτος και να δημιουργήσει μια έκτακτη ανάγκη για τα ανθρώπινα δικαιώματα» δήλωσε ο Περιφερειακός Διευθυντής Ασίας-Ειρηνικού της Διεθνούς Αμνηστίας Γιαμίνι Μίσρα.
«Τελικά, αυτή η εκτεταμένη και κατασταλτική νομοθεσία απειλεί να κάνει την πόλη όμοια με την ηπειρωτική Κίνα», πρόσθεσε ο ίδιος.
Στην έκθεσή της 47 σελίδων, η διεθνής ομάδα ΜΚΟ επικαλούμενη δικαστικές αποφάσεις, σημειώσεις ακροάσεων δικαστηρίου και συνεντεύξεις με ακτιβιστές, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η νομοθεσία χρησιμοποιήθηκε «για μια συστηματική καμπάνια παραβίασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων».
Ο Μίσρα δήλωσε ότι ο νόμος «έχει μολύνει κάθε μέρος της κοινωνίας του Χονγκ Κονγκ και έχει προκαλέσει ένα κλίμα φόβου που αναγκάζει τους κατοίκους να σκεφτούν δύο φορές για το τι λένε, τι κάνουν tweet και πώς ζουν τη ζωή τους».
Πάνω από 100 άτομα συνελήφθησαν και περισσότεροι από 60 κατηγορήθηκαν τον πρώτο χρόνο σύμφωνα με το νόμο περί ασφάλειας, σύμφωνα με το Reuters.
O δρακόντειος νόμος περί «εθνικής ασφαλείας» που επιβλήθηκε από το Πεκίνο έχει σκοπό εξασφαλιστεί ότι «το Χονγκ Κονγκ θα το κυβερνούν πατριώτες».
Ο νόμος αυτός, που προβλέπει ποινές ως και ισόβιας κάθειρξης, έχει σκοπό να πατάσσονται ενέργειες με σκοπό την απόσχιση, την υποκίνηση ταραχών ή τρομοκρατικών ενεργειών, την αθέμιτη σύμπραξη με ξένες δυνάμεις. Στην πράξη, οι πολύ αόριστες διατυπώσεις του επιτρέπουν να καταστέλλεται κάθε διαφωνία.
Δυτικές δυνάμεις και κυρίως η Βρετανία και οι ΗΠΑ θεωρούν ότι ο τρόπος που χειρίζεται το Πεκίνο το Χονγκ Κονγκ σηματοδοτεί το τέλος της αρχής «μια χώρα, δύο συστήματα», που είχε συμφωνηθεί να διέπει την παράδοση της πρώην βρετανικής αποικίας στην Κίνα από το Λονδίνο το 1997.
Με πληροφορίες από Reuters