Οι δικηγόροι του Ντόναλντ Τραμπ μεταφέρουν την Πέμπτη στο Ανώτατο Δικαστήριο την έφεση του κατά της απόφασης αποπομπής του από τα προεδρικά ψηφοδέλτια, σε μια υπόθεση με σημαντικές επιπτώσεις στις εκλογές του Νοεμβρίου.
Οι εννέα δικαστές, τρεις εκ των οποίων είχαν διοριστεί επί προεδρίας Τραμπ, καλούνται να κρίνουν την έφεσή του κατά της απόφασης δικαστηρίου να τον αποκλείσει από το ψηφοδέλτιο των προκριματικών εκλογών των Ρεπουμπλικανών του Κολοράντο βάσει της 14ης τροπολογίας του αμερικανικού Συντάγματος, σχετικά με τα γεγονότα της 6ης Ιανουαρίου 2021 στο Καπιτώλιο, όταν υποστηρικτές του Τραμπ εισέβαλαν στο νομοθετικό σώμα των ΗΠΑ.
Λίγοι κρίσιμοι δημοκρατικοί θεσμοί των Ηνωμένων Πολιτειών έχουν μείνει αλώβητοι από μια διαμάχη για τον Τραμπ. Σήμερα, το Ανώτατο Δικαστήριο αντιμετωπίζει τη μεγαλύτερη, μέχρι στιγμής, δοκιμασία απέναντι στον πρώην πρόεδρο και τους υποστηρικτές του.
Μέχρι τις αρχές της επόμενης εβδομάδας, το Ανώτατο Δικαστήριο ενδέχεται επίσης να εξετάσει αν θα εκδικάσει μια άλλη προσφυγή του Τραμπ, κατά της απόφασης δικαστηρίου να απορρίψει το αίτημά του για απόλυτη προεδρική ασυλία σχετικά με τις προσπάθειές του να ανατρέψει τις εκλογές του 2020 μετά τους ψευδείς ισχυρισμούς του για απάτη σχετικά με την ψηφοφορία.
Όπως αναφέρει σε σημερινό του δημοσίευμα το CNN, οι δυο αυτές εξαιρετικά σημαντικές υποθέσεις θα μπορούσαν να οδηγήσουν το Ανώτατο Δικαστήριο στη δίνη των προεδρικών εκλογών, θυμίζοντας τα γεγονότα που ακολούθησαν της εκδίκασης της υπόθεσης Μπους-Γκορ, σχετικά με τις αμφισβητούμενες εκλογές του 2000.
Ο αντίκτυπος της απόφασης του Ανώτατου Δικαστηρίου στην περίπτωση του Τραμπ, ενδέχεται να είναι πολύ πιο σημαντικός από την υπόθεση Μπους-Γκορ. Δεδομένης της συνήθους άρνησης του Τραμπ να αποδέχεται τους κανόνες και τα αποτελέσματα των εκλογών, κανείς δεν θα εκπλαγεί αν το δικαστήριο παρασυρθεί βαθύτερα στην κομματική διαμάχη πριν ή μετά τις προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου, με την προϋπόθεση ότι ο Τραμπ θα είναι ο υποψήφιος των Ρεπουμπλικανών.
Η ιδέα ότι το Ανώτατο Δικαστήριο είναι υπεράνω πολιτικών ζητημάτων έχει πλέον εκλείψει, καθώς το ανώτατο δικαστικό όργανο λάβει ευαίσθητες αποφάσεις για ζητήματα που υπήρξαν στο επίκεντρο της πολίτικης σκηνής, όπως η δουλεία, το δικαίωμα ψήφου, τα πολιτικά δικαιώματα, ο γάμος μεταξύ ατόμων του ίδιου φύλου, η υγειονομική περίθαλψη και πρόσφατα η άμβλωση. Ωστόσο, κανένας σύγχρονος πρόεδρος δεν έχει τολμήσει, στον βαθμό που το έχει κάνει ο Τραμπ, να καταρρίψει την αντίληψη ότι οι δικαστές είναι υποχρεωμένοι να υπερασπίζονται το Κράτος Δικαίου και όχι να εμπλέκονται στα κομματικά ζητήματα.
Ο Τραμπ, ο οποίος έχει παραπεμφθεί τέσσερις φορές σε δίκη για εγκληματικές πράξεις, έχει επανειλημμένα προσπαθήσει απαξιώσει θεσμούς που μπορούν να τον καταστήσουν υπόλογο, να περιορίσουν την εξουσία του ή να αντικρούσουν τις απόψεις που διατυμπανίζει συνεχώς
Όταν χάνει τις εκλογές, ισχυρίζεται ότι είναι στημένες, όταν ο Τύπος αναφέρει την αλήθεια, καταγγέλλει τα fake news, όταν ερευνάται, ισχυρίζεται ότι πρόκειται για κυνήγι μαγισσών, όταν του απαγγέλλονται κατηγορίες, προειδοποιεί ότι το σώμα των ενόρκων είναι προκατειλημμένο, όταν χάνει μια υπόθεση, καταδικάζει ολόκληρο το δικαστικό σύστημα ως διεφθαρμένο.
Η γραμμή που ακολουθεί, με επίκεντρο τη θυματοποίηση, είναι πλέον μέρος της προεδρικής εκστρατείας του, η οποία βασίζεται στην αντίληψη ότι διώκεται πολιτικά και, εάν τελικά αναδειχθεί πρόεδρος, θα μπορούσε να δράσει τιμωρητικά κατά του ανώτατου δικαστικού οργάνου των ΗΠΑ.
Κατά τη διάρκεια των πολύκροτων δικών, ο πρώην πρόεδρος εργάστηκε για να απαξιώσει τη νομιμότητα των δικαστηρίων και των δικαστών. Στη δίκη για αστική απάτη στη Νέα Υόρκη, για παράδειγμα, συγκρούστηκε με τον δικαστή και κατακεραύνωνε τον ίδιο, το προσωπικό και την υπόθεση. Τον περασμένο μήνα ο Τραμπ αποχώρησε από τη δίκη για μια υπόθεση δυσφήμισης που είχε ασκήσει η συγγραφέας Ε. Τζιν Κάρολ - λίγο πριν το δικαστήριο ανακοινώσει την απόφαση υπέρ της Κάρολ.
Μετά την απόρριψη των ισχυρισμών του Τραμπ για πλήρη ασυλία σχετικά με τις προσπάθειές του να ανατρέψει τις εκλογές του 2020, ο μεγαλύτερος γιος του πρώην προέδρου, ο Ντόναλντ Τραμπ Τζούνιορ, επιτέθηκε κατα της νομιμότητας των δικαστών που έκριναν ομόφωνα ότι η έφεση του Τραμπ απορρίπτεται.
Η επιρροή του πρώην προέδρου στους υποστηρικτές του είναι τέτοια που μεγάλο μέρος αυτών αποδέχονται εύκολα τα όσα ισχυρίζεται, πιστεύοντας ότι βασικοί θεσμοί της κυβέρνησης είναι διεφθαρμένοι, απειλώντας έτσι τη σταθερότητα του αμερικανικού πολιτικού συστήματος και του Κράτους Δικαίου.
Πολλοί από τους ψηφοφόρους του Τραμπ πιστεύουν ότι έχουν απογοητευτεί από την κυβέρνηση ή ότι έχουν χάσει την πίστη τους στους θεσμούς. Η επιτυχία του Τραμπ να παρουσιάζει τις νομικές του περιπέτειες ως μια τεράστια συνωμοσία αγγίζει αυτά τα συναισθήματα και απειλεί να προκαλέσει μακροπρόθεσμη ζημιά στους δημοκρατικούς θεσμούς της χώρας.
Ένα νομικό σύστημα που θεωρείται στρεβλό και προκατειλημμένο δεν μπορεί να διατηρήσει για πολύ καιρό την εμπιστοσύνη των πολιτών του. Η αντίληψη ότι η επιβολή του νόμου έχει υπερβάλει σε βάρος του Τραμπ έχει απλώς εδραιώσει τη συμπάθεια των υποστηρικτών του προς αυτόν.
Πολλοί δικαστές που στην ετυμηγορία τους υπήρξαν κατά των απόψεων του Τραμπ έχουν αποτελέσει στόχο για τον πρώην πρόεδρο. Όποια απόφαση και να πάρει το Ανώτατο Δικαστήριο, η απάντηση του Τραμπ θα είναι χρωματισμένη με ένα αίσθημα αδικίας και καχυποψίας απέναντι στους θεσμούς.
Με πληροφορίες από CNN, Reuters