Μάλι, Μπουρκίνα Φάσο, Νίγηρας. Αποτέλεσμα της «επιδημίας» στρατιωτικών πραξικοπημάτων στην περιοχή του Σαχέλ μετά το 2020, και της ακόλουθης «έξωσης» των γαλλικών δυνάμεων, ήταν η προσκόλλησή τους στον άξονα της Ρωσίας.
Η κίνηση αυτή αναλύθηκε μέχρι σήμερα ως αποδυνάμωση της Δύσης και ως απόκτηση διπλωματικής και στρατιωτικής διείσδυσης και συνεπακόλουθης οικονομικής λεηλασίας προς όφελος της Μόσχας. Ωστόσο, υπάρχει και μια άλλη πτυχή: «Σπονσοράροντας» τις στρατιωτικές χούντες στη Δυτική Αφρική, η Μόσχα αποκτά μία νέα μορφή επιρροής στη Δυτική Ευρώπη μέσω της μετανάστευσης.
Υπό αυτό το πρίσμα, αποτέλεσε σημαντικό ορόσημο η εκδίωξη των αμερικανικών δυνάμεων στον Νίγηρα από τη στρατιωτική χούντα και τον στρατηγό Αμπντουραχαμάν Τιανί τον Μάρτιο. Παράλληλα, η κατάργηση τον Νοέμβριο του 2023 του νόμου του 2015, που είχε ψηφιστεί υπό την πίεση των Βρυξελλών και τιμωρεί την παράνομη διακίνηση μεταναστών, εδραίωσε περαιτέρω τη θέση του Νίγηρα ως ενός από τους δεδηλωμένους συμμάχους της Ρωσίας.
Η εξέλιξη αυτή έχει σημαντικές επιπτώσεις για την Ευρωπαϊκή Ένωση, καθώς ο Νίγηρας αποτελεί έναν από τους κεντρικούς κόμβους στις διαδρομές αναχώρησης Αφρικανών μεταναστών προς την Ευρώπη.
Πριν από το πραξικόπημα που οδήγησε στην αποχώρηση των Γάλλων στρατιωτών τον Δεκέμβριο, ο Νίγηρας φαινόταν να είναι η τελευταία χώρα στην περιοχή που ήταν πρόθυμη να φιλοξενήσει δυτικά στρατεύματα. Ήταν επίσης μία από τις ελάχιστες χώρες που συνεργάζονταν με την Ευρωπαϊκή Ένωση για τον έλεγχο των μεταναστευτικών ροών.
Η όαση του Αγκαντέζ, πρωτεύουσα των Τουαρέγκ, ανέκτησε τώρα την ιδιότητά της ως κέντρο επικερδών συναλλαγών που συνδέονται με τις διελεύσεις μεταναστών, κάτι που είχε διακοπεί μετά την ψήφιση του νόμου του 2015. Η πολιτική αυτή στροφή μπορεί να γίνεται με στόχο να ικανοποιήσουν οι νέες αρχές της χώρας τους Τουαρέγκ που αντιτίθενται στη χούντα, ωστόσο προβληματίζει την ΕΕ.
Στο γειτονικό Τσαντ, οι Αρχές έχουν ζητήσει επίσης να αποσυρθούν οι αμερικανικές ειδικές δυνάμεις από τη χώρα, σηματοδοτώντας ένα ακόμα πλήγμα για τις προσπάθειες απόκρουσης των τζιχαντιστών στο Σαχέλ.
Σε Νίγηρα, Κεντροαφρικανική Δημοκρατία, Μάλι και Μπουρκίνα Φάσο -μαζί με τις περιοχές της ανατολικής Λιβύης που ελέγχει ο σύμμαχός του Πούτιν, Χαλίφα Χαφτάρ- βρίσκονται οι νέες στρατιωτικές συμμαχίες της Ρωσίας με αφρικανικές χώρες, και έχουν σημαντικό αντίκτυπο στη μετανάστευση από την ήπειρο προς την Ευρώπη, μέσω κυρίως της Ιταλίας, της Ισπανίας της Ελλάδας, και όχι μόνο.
Η Φινλανδία έκλεισε πρόσφατα τα σύνορά της, κατηγορώντας τη Μόσχα ότι σπρώχνει προς αυτήν μεταναστευτικές ροές. Δεν χρειάζεται, άλλωστε, ιδιαίτερη προσπάθεια για να πάρουν το δρόμο της μετανάστευσης προς τα βόρεια, διακινδυνεύοντας τη ζωή τους, νεαροί Αφρικανοί εξαθλιωμένοι από τη φτώχεια και τον πόλεμο.
Το εδρεύων στο Λονδίνο think-tank Royal United Services Institute (RUSI) σε έκθεσή του υπογραμμίζει ότι η εκμετάλλευση της μόνιμης πολιτικής αστάθειας στην Αφρική από τη Ρωσία για να ωθήσει τη μετανάστευση προς την Ευρώπη, και να προκαλέσει περαιτέρω πολιτική αποσταθεροποίηση, αποτελεί μέρος μιας μακροπρόθεσμης στρατηγικής μη συμβατικού πολέμου κατά των δυτικών συμφερόντων.
Η Ρωσία προσφέρει στα αφρικανικά καθεστώτα ένα «πακέτο επιβίωσης» που περιλαμβάνει στρατιωτική και διπλωματική υποστήριξη, με αντάλλαγμα την πρόσβαση σε στρατηγικά σημαντικούς φυσικούς πόρους. Οι μισθοφόροι της πρώην Wagner, οι οποίοι τελούν πλέον υπό τον έλεγχο της ρωσικής στρατιωτικής υπηρεσίας πληροφοριών GRU, έχουν συμβάλει καθοριστικά στην εδραίωση και επέκταση των στρατηγικών σχέσεων της Μόσχας με την Αφρική.
Το Εκστρατευτικό Σώμα της Ρωσίας (Africa Corps), η συνέχεια της Wagner με επικεφαλής τον Αντρέι Αβεριάνοφ, εγγυάται την ασφάλεια των καθεστώτων με αντάλλαγμα επικερδείς παραχωρήσεις μεταλλείων. Παρέχει προσωπική προστασία στους Αφρικανούς ηγέτες, εξασφαλίζοντας επιρροή στη λήψη αποφάσεων. Η στρατηγική αυτή είχε εφαρμοστεί στο παρελθόν στην Κεντροαφρικανική Δημοκρατία και στη συνέχεια στο Μάλι.
Στην έκθεση του RUSI υπογραμμίζεται επίσης ότι «με τις Ηνωμένες Πολιτείες να είναι όλο και περισσότερο προσηλωμένες στον Ινδοειρηνικό και την ευρωπαϊκή προσοχή να εξαντλείται στον πόλεμο της Ουκρανίας, οι περισσότερες επιχειρήσεις στην Αφρική μπορούν να γίνουν με οικονομία δυνάμεων».
Επιπλέον, όπως σημειώνεται, η ανισότητα των πόρων και της προσοχής που δόθηκε στην Ουκρανία ή τη Γάζα, σε σύγκριση με εκείνη στην επαρχία Τιγκράι της Αιθιοπίας, για παράδειγμα, «έχει αφήσει μια ισχυρή και πικρή αίσθηση σε όλη την Αφρική ως προς την ιεράρχηση των δυτικών προτεραιοτήτων», με πολλούς Αφρικανούς να αισθάνονται παραμελημένοι και να αμφισβητούν τις δυτικές αξίες, βλέποντας μία συμπεριφορά δύο μέτρων και δύο σταθμών έναντι των αφρικανικών λαών σε σύγκριση με την Ουκρανία ή τη Γάζα, γεγονός που σπεύδει να εργαλειοποιήσει η Μόσχα.
Οι εξελίξεις αποτελούν «πλήγμα για τις δυτικές αντιτρομοκρατικές προσπάθειες στο Σαχέλ και τη Λιβύη», δηλώνει στον Ισχαάν Θαρούρ και την Washington Post ο Ουλφ Λίσινγκ, επικεφαλής του προγράμματος για το Σαχέλ στο γερμανικό Ίδρυμα Κόντραντ Άντεναουερ. «Ίσως ακόμη χειρότερα, μια αποχώρηση των ΗΠΑ θα ανοίξει περαιτέρω την πόρτα για την επέκταση της Ρωσίας και του Ιράν στο Σαχέλ», προειδοποιεί.
«Όπως και η Λιβύη, αυτό το τμήμα της Αφρικής έχει γίνει παιδική χαρά για ξένες δυνάμεις, πολλώ δε μάλλον για τη Ρωσία, η οποία παρέχει ασφάλεια σε πραξικοπηματικά καθεστώτα και ενορχηστρώνει μαζικές εκστρατείες παραπληροφόρησης που οδηγούν στην εκδίωξη των δυτικών δυνάμεων» σημειώνει σε κύριο άρθρο, με την υπογραφή του Φιλίπ Μπερνάρ, ο γαλλικός Monde. «Πρόκειται για μια σημαντική τάση, της οποίας το κόστος οι Αμερικανοί και οι Ευρωπαίοι συνειδητοποίησαν πολύ αργά, χωρίς να γνωρίζουν πώς να αντιδράσουν», σημειώνει σε ανάλυσή του ο Φιλίπ Μπερνάρ, προτάσσοντας τη νέα μορφή επιρροής που «βρήκε» ο Πούτιν στο Σαχέλ.