Απομνημονεύματα Μέρκελ: Οι αναφορές της σε Παπανδρέου, Σαμαρά, Τσίπρα
John MacDougall / AP
John MacDougall / AP

Απομνημονεύματα Μέρκελ: Οι αναφορές της σε Παπανδρέου, Σαμαρά, Τσίπρα

Αναφορές στους 3 πρώην Έλληνες πρωθυπουργούς, Γιώργο Παπανδρέου, Αντώνη Σαμαρά και Αλέξη Τσίπρα περιέχουν, μεταξύ άλλων, τα απομνημονεύματα της Άνγκελα Μέρκελ με τίτλο «Ελευθερία» που κυκλοφορούν την Τρίτη (26/11) σε πολλές χώρες.

«Ο Παπανδρέου συμπεριφερόταν σαν να είχε όλο τον χρόνο του κόσμου μπροστά του»

Η πρώην Γερμανίδα καγκελάριος περιγράφει τις δραματικές στιγμές, αλλά και τις διαφορετικές στρατηγικές των τριών Ελλήνων πρωθυπουργών. Αναφορικά με τον Γιώργο Παπανδρέου, αυτό που προκύπτει είναι ότι δεν υπήρχε κώδικας επικοινωνίας μεταξύ τους: «Εκείνη τη στιγμή συνειδητοποίησα ότι ο Παπανδρέου δεν είχε πει ακόμη τίποτα, οπότε τον ρώτησα ευθέως: ''Εσύ τελικά τι θέλεις;''. Η απάντηση ήταν ότι δεν ήθελε τίποτα, αλλά πως η Ελλάδα βρισκόταν σε πολύ άσχημη κατάσταση».

Οι δυο τους είχαν συζήτηση και πάλι τους πρώτους μήνες του 2010 όταν η Άνγκελα Μέρκελ επανήλθε, απευθυνόμενη προς τον τότε Πρωθυπουργό, Γιώργο Παπανδρέου.

«''Πότε θα παρουσιάσεις στην Επιτροπή τα σχέδιά σου για την εξοικονόμηση των τεσσάρων ποσοστιαίων μονάδων του ΑΕΠ;'', ρώτησα τον Παπανδρέου. ''Αυτό προέχει αυτή τη στιγμή, προκειμένου να περάσεις στις χρηματαγορές το μήνυμα ότι μπορούν να σας εμπιστευτούν ξανά''. Ο Παπανδρέου απάντησε ότι χρειάζεται χρόνο. Δεν πίστευα στ’ αυτιά μου. Εν μέσω αυτής της ασφυκτικής πίεσης να γίνει κάτι για την κατάσταση, ο ίδιος συμπεριφερόταν σαν να έχει όλο τον χρόνο του κόσμου μπροστά του. Μιλούσαμε έντονα και ταυτόχρονα, μιλούσαμε αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά. Οι διερμηνείς μετά βίας προλάβαιναν να μας ψιθυρίζουν τα λεγόμενά μας στο αυτί».

«Ο Σαμαράς απέτυχε να εφαρμόσει τις μεταρρυθμίσεις»

Λιτή και επικριτική είναι η αναφορά της στον Αντώνη Σαμαρά, τον οποίο κατηγορεί ότι απέτυχε να εφαρμόσει τις μεταρρυθμίσεις του δεύτερου Μνημονίου. «Η νίκη του (Αλέξη Τσίπρα) οφείλεται στην οργή πολλών Ελλήνων πολιτών για τα προγράμματα διάσωσης του ευρώ… Ο προκάτοχός του Αντώνης Σαμαράς είχε αποτύχει να εφαρμόσει πλήρως τις μεταρρυθμίσεις που συμφωνήθηκαν στο δεύτερο πρόγραμμα διάσωσης», αναφέρει σχετικά η Καγκελάριος.

«Αδημονούσα, ομολογώ, να δω τι είδους προσωπικότητα ήταν ο Τσίπρας»

Αντίθετα, πιο λεπτομερείς είναι οι αναφορές της στη συνεργασία της με τον Αλέξη Τσίπρα. «Αδημονούσα, ομολογώ, να δω τι είδους προσωπικότητα θα είχα την ευκαιρία να γνωρίσω καλύτερα. Ήταν είκοσι χρόνια νεότερός μου. Έως τότε είχαμε μιλήσει δύο φορές στο τηλέφωνο με διερμηνείς και είχαμε δύο σύντομες συναντήσεις σε συνεδριάσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στις Βρυξέλλες. Μου είχε κάνει καλή εντύπωση τότε· περισσότερα δεν μπορούσα να πω. Ήξερα από τις πρώτες μας συναντήσεις ότι μιλούσε καλά αγγλικά», τονίζει η Ανγκελα Μέρκελ στο βιβλίο της.

Και συνεχίζει: «Τον περίμενα στην είσοδο του Έρενχοφ της ομοσπονδιακής καγκελαρίας για να τον υποδεχτώ με στρατιωτικές τιμές. Η άφιξή του καθυστέρησε διότι θεώρησε απαραίτητο να κατέβει από το αυτοκίνητο μπροστά από την καγκελαρία και να χαιρετήσει ο ίδιος προσωπικά τους διαδηλωτές του κόμματος Ντι Λίνκε. Οι φωνές ''Ζήτω η διεθνής αλληλεγγύη!'' έφτασαν στ’ αυτιά μου από μακριά. Ήλπιζα μόνο η παραμονή του εκεί να μη διαρκέσει τόσο, ώστε να σκιάσει την ατμόσφαιρα της επίσκεψής του πριν καν αρχίσει.

Ο Τσίπρας έφτασε πράγματι σύντομα και κατέβηκε από το αυτοκίνητο μ’ ένα φιλικό, αφοπλιστικό χαμόγελο. Τον χαιρέτησα και έκανα μια σύντομη παρατήρηση γι’ αυτό το προκαταρκτικό του πρόγραμμα. Μου απάντησε με αυτοπεποίθηση και διαλλακτικότητα ότι δεν πρέπει ποτέ να λησμονεί κανείς τους οπαδούς του. Συμφώνησα με χαμόγελο. Αμέτρητοι φωτογράφοι έστρεφαν τους φακούς τους πάνω μας. Βρισκόμασταν υπό στενή παρακολούθηση», γράφει η Μέρκελ.

«Σταθερή βούληση» παραμονής στο ευρώ

Αυτό, όμως, που αποκαλύπτει στη συνομιλία της με τον Αλέξη Τσίπρα η πρώην Γερμανίδα Καγκέλαριος είναι πως του «τόνισα τη σταθερή βούλησή μου για την παραμονή της Ελλάδας εντός της Ευρωζώνης, κάτι που απαιτούσε δουλειά και από τους δυο μας. Ήδη το καλοκαίρι του 2012 είχα σκεφτεί πολύ τα επιχειρήματα όσων ήθελαν να πείσουν την Ελλάδα να αποχωρήσει από την Ευρωζώνη. Δεν κατάφεραν να με μεταπείσουν.

Έκτοτε, η θέση μου ήταν ξεκάθαρη. Η Ελλάδα έπρεπε να παραμείνει μέρος της Ευρωζώνης. Η εξώθηση μιας χώρας να αποχωρήσει από τη νομισματική ένωση θα μπορούσε να έχει απρόβλεπτες συνέπειες. Επιπλέον, από τη στιγμή που μια χώρα αποχωρούσε, θα αυξανόταν η πίεση στην επόμενη. Επίσης, το ευρώ ήταν κάτι περισσότερο από ένα απλό νόμισμα και η Ελλάδα ήταν το λίκνο της δημοκρατίας. Παρ’ όλα αυτά, επισήμανα στον Τσίπρα ότι υπήρχαν όροι που συνδέονταν με την παραμονή της χώρας του στην Ευρωζώνη».

Ο «τετραγωνισμός του κύκλου»

Μετά το τέλος της κατ’ ιδίαν συνάντησης η Γερμανίδα καγκελάριος θυμάται που ο Αλέξης Τσίπρας της είχε μιλήσει για την οικογένειά του και αυτή για τους γιους του συζύγου της.

«Η εντύπωση που αποκόμισα ήταν πως ο Αλέξης Τσίπρας ήταν πέρα για πέρα ανοιχτός στη συνεργασία και ήθελε να ψηλαφίσει σιγά σιγά τον δρόμο του σε ένα άγνωστο για κείνον έδαφος. Η προσέγγιση αυτή μου φάνηκε πολύ οικεία και συμπαθητική. Στη συζήτηση με τους συνεργάτες μας και ύστερα, στη διάρκεια του δείπνου, προσπαθήσαμε να βρούμε έναν τρόπο ώστε η νέα ελληνική κυβέρνηση να εκπληρώσει τις απαιτήσεις της Τρόικας χωρίς να χρειαστεί να αθετήσει προεκλογικές υποσχέσεις. Κάτι σαν τετραγωνισμό του κύκλου δηλαδή. Πριν από το δείπνο δόθηκε μια συνέντευξη Τύπου, στο πλαίσιο της οποίας ο Τσίπρας κι εγώ προσφέραμε ένα μικρό επικοινωνιακό έργο τέχνης: φιλικό, προσηνές ύφος και οι δύο, καμία υπαναχώρηση από κανέναν απ’ τους δύο. Οι διαφορές ήταν μεγάλες, το ίδιο και η βούληση να βρεθεί λύση στο αδιέξοδο».

Το δημοψήφισμα

Παρά την εγχώρια πολιτική αντιπαράθεση που πυροδότησε το δημοψήφισμα του 2015, η Άνγκελα Μέρκελ φαίνεται να παρακολουθούσε τους τακτικούς ελιγμούς του Αλέξη Τσίπρα ως σημεία της συνολικής στρατηγικής του, καθώς δεν αναφέρεται αξιολογικά σε αυτά, ούτε τα απορρίπτει, αλλά επιλέγει να διατηρήσει τις απόψεις της, στη λογική των παράλληλων μονολόγων.

Ωστόσο, δεν κρύβει ότι βίωσε έναν αιφνιδιασμό. Μάλιστα, στη Σύνοδο της 26ης Ιουνίου και ενώ είχε εξαντληθεί κάθε περιθώριο χρόνου, ο Ντόναλντ Τουσκ παρουσίασε συγκεκριμένη πρόταση. Ήταν η πρόταση που είχαν σχεδόν επιβάλει τις προηγούμενες ημέρες οι τρείς θεσμοί στη διαπραγμάτευση κορυφής με τη συμμετοχή τόσο του ¨Έλληνα ΠΘ Α.Τσίπρα όσο όμως και του Γιούγκερ, της Λαγκαρντ και του Ντράγκι. Μετά την παρουσίαση της πρότασης από τον Τουσκ, ο Α. Τσίπρας, θυμάται η ίδια, απέφυγε διακριτικά να πάρει το λόγο, ώστε να μη καταγραφεί στα πρακτικά του Συμβουλίου η συμφωνία του.

Η ίδια το κατάλαβε και έσπευσε από τη θέση της στη θέση του πρωθυπουργού της Ελλάδας για να του ζητήσει να τοποθετηθεί. Το σχετικό απόσπασμα:

«Αλέξη, δεν είπες τίποτα ακόμη. Σκοπεύεις να πάρεις τον λόγο;» «Όχι, ο Ντόναλντ έχει ήδη εξηγήσει τα πάντα». «Και τι σκοπεύεις να κάνεις τώρα;» ρώτησα έκπληκτη. «Θα πάρω αμέσως το αεροπλάνο για Αθήνα και θα συσκεφτώ με το υπουργικό μου συμβούλιο για το τι θα κάνουμε» απάντησε ήρεμα. Έμεινα με το στόμα ανοιχτό. Έκανα τον γύρο του τραπεζιού και πλησίασα τον Ολάντ. Ήταν κι εκείνος έκπληκτος. Και οι δυο μας, όπως άλλωστε και οι άλλοι, είχαμε αποκομίσει σαφώς την εντύπωση πως ο Τσίπρας είχε αποδεχτεί το αποτέλεσμα των νυχτερινών διαπραγματεύσεων. Ο Τουσκ είχε επίσης μιλήσει στο ίδιο μήκος κύματος. Επέστρεψα στον Τσίπρα και τον ρώτησα: «Και τι φαντάζεσαι πως θα προκύψει από τις διαβουλεύσεις;». «Δεν ξέρω» απάντησε. «Πότε θα ξέρεις;» επέμεινα. «Αυτό θα σου το πω σήμερα, νωρίς το βράδυ».

Ο Ολάντ κι εγώ κανονίσαμε να γίνει μια τριμερής τηλεφωνική επικοινωνία. Ο Τσίπρας μάς είπε, στον Ολάντ και σ’ εμένα, ότι το υπουργικό του συμβούλιο αποφάσισε τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος για το συμφωνηθέν πρόγραμμα. Για ένα τόσο σημαντικό ζήτημα έπρεπε να αποφασίσει ο λαός. Θα το ανακοίνωνε στους πολίτες του σε τηλεοπτικό διάγγελμα το ίδιο βράδυ. Μέχρι εδώ, όλα καλά, σκέφτηκα. Στη συνέχεια ρώτησα ποια ήταν η σύσταση της κυβέρνησής του προς τον λαό. «Όχι, φυσικά», είπε νέτα σκέτα. Απ’ όλα τα τηλεφωνήματα που έχω κάνει ποτέ στην πολιτική μου ζωή, αυτό εδώ μου επιφύλαξε ίσως τη μεγαλύτερη έκπληξη. Προς στιγμήν ο Ολάντ κι εγώ μείναμε άφωνοι.

Πολύ περισσότερο, όταν στη τελική διαπραγμάτευση ο Αλέξης Τσίπρας είχε φέρει μαζί του σοβαρούς εμπειρογνώμονες με αποτέλεσμα να καταλήξουν σε συμφωνία, η οποία περιελάβανε ισχυρή χρηματοδότηση από την ΕΕ και αποπληρωμή των δανείων σε μακρύτερο ορίζοντα.

«Είχε σωθεί πλέον και η Ελλάδα»

Ήδη, στην Σύνοδο Κορυφής της 12ης Ιουλίου όλα είναι διαφορετικά. «Τα πράγματα είχαν σοβαρέψει για τα καλά, ο Τσίπρας είχε στην αντιπροσωπεία του εκλεκτούς τραπεζικούς εμπειρογνώμονες. Το δημοψήφισμα ήταν πια παρελθόν. Το πρωί συμφωνήσαμε στα βασικά σημεία ενός τρίτου προγράμματος διάσωσης με χρηματοδότηση από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ΕΜΣ). Χάριν ευχέρειας στις διεξοδικές διαπραγματεύσεις για το πρόγραμμα αυτό τις επόμενες ημέρες, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή χορήγησε στην Ελλάδα ένα δάνειο-γέφυρα. Στις 19 Αυγούστου 2015 η Μπούντεσταγκ ψήφισε υπέρ του νέου ελληνικού προγράμματος».

Με το πρόγραμμα που εγκρίθηκε «είχε σωθεί πλέον και η Ελλάδα» σημειώνει η Α. Μέρκελ και κλείνει τις αναφορές για την Ελλάδα με το ταξίδι της στην Αθήνα στις 10 Ιανουαρίου 2019 όταν πια τα μνημόνια είναι παρελθόν.

«Δείπνησα με τον Αλέξη Τσίπρα σε ένα εστιατόριο θαλασσινών στον Πειραιά. Μιλήσαμε ξανά για τον Ιούλιο του 2015, όταν η παραμονή της Ελλάδας στην Ευρωζώνη βρισκόταν «στην κόψη του ξυραφιού», όπως του είπα. Ο Τσίπρας μού εξήγησε πως ήταν σημαντικό να δείξει στους πολίτες με έναν πειστικό τρόπο ότι η νέα κυβέρνηση είχε εξαντλήσει κάθε περιθώριο προκειμένου να απαλλαγεί από τη μισητή Τρόικα.

Όταν τα άλλα κράτη-μέλη αντιτάχθηκαν σ’ αυτό, κατέστη σαφές ότι επρόκειτο πλέον για ένα ζήτημα που αφορούσε κατά βάση τη στάση των Ελλήνων απέναντι στο ευρώ. Η πλειονότητα των Ελλήνων απέρριψε το πρόγραμμα, ήθελε ωστόσο να παραμείνει η χώρα στο ευρώ. Αυτό έδειξε η επανεκλογή του Τσίπρα στις νέες, πρόωρες εκλογές τον Σεπτέμβριο του 2015. Το ευρώ είχε αποδειχτεί ισχυρότερο», καταλήγει η Άνγκελα Μέρκελ.

Δεν μετανιώνει για τίποτα  - Τι γράφει για πρόσφυγες, ενέργεια και Ρωσία

Ταυτόχρονα, η πρώην Γερμανίδα καγγελάριος υπερασπίζεται με θέρμη τα 16 χρόνια που πέρασε ως επικεφαλής της πρώτης οικονομίας της Ευρώπης.

Η 70χρονη πρώην καγκελάριος κατηγορείται ότι άφησε τη Γερμανία επικίνδυνα εξαρτημένη από το φθηνό ρωσικό αέριο και ότι συνέβαλε στην άνοδο της άκρας δεξιάς με τη πολιτική του «ανοίγματος» που υιοθέτησε έναντι των μεταναστών.

Απούσα από την πολιτική συζήτηση από τα τέλη του 2021 που άφησε την εξουσία, η Άνγκελα Μέρκελ ξαναπαίρνει το λόγο σε μια περίοδο που η επικαιρότητα σηματοδοτείται από τους πολέμους στην Ουκρανία και τη Μέση Ανατολή, την προσεχή επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στο Λευκό Οίκο και την προεκλογική εκστρατεία στη Γερμανία ενόψει των πρόωρων εκλογών του Φεβρουαρίου.

Τις μεγαλύτερες επιθέσεις τις δέχθηκε για τη διαχείριση της μεταναστευτικής κρίσης, στη διάρκεια της οποίας διέταξε το Σεπτέμβριο 2015 να μην επαναπροωθούνται οι πρόσφυγες που φθάνουν στα σύνορα της χώρας.

Στη συγγραφή αυτών των απομνημονευμάτων την ώθησε η βούλησή της να εξηγήσει τα τότε κίνητρά της, το όραμά (της) για την Ευρώπη και την παγκοσμιοποίηση, όπως αναφέρει στο βιβλίο αυτό.

Με τη φράση της που άφησε εποχή, «θα τα καταφέρουμε» («Wir schaffen das»), προέβαλε «μια στάση».

«Εκεί όπου υπάρχουν εμπόδια, πρέπει να εργαζόμαστε για να τα υπερβούμε», υποστήριξε.

Επεσήμανε σχετικά με μια σέλφι που είχε βγάλει με ένα σύρο πρόσφυγα πως «εξακολουθεί να μην καταλαβαίνει το γεγονός ότι κάποιοι υπέθεσαν πως ένα ευγενικό πρόσωπο σε μια φωτογραφία ήταν αρκετό για να παρακινήσει ολόκληρες λεγεώνες ανθρώπων να διαφύγουν από την πατρίδα τους».

Αν και τονίζει πως «η Ευρώπη οφείλει πάντα να προστατεύει τα εξωτερικά σύνορά της», υπογραμμίζει πως «η ευημερία και το κράτος δικαίου θα κάνουν πάντα την Γερμανία και την Ευρώπη (...) τόπους στους οποίους οι άνθρωποι επιθυμούν να πάνε».

Αναφορικά με την άνοδο του γερμανικού ακροδεξιού σχηματισμού Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD), προειδοποιεί τα δημοκρατικά κόμματα: «Αν πιστεύουν πως θα καταφέρουν να συγκρατήσουν την άνοδο της AfD συνεχίζοντας αδιάκοπα να υιοθετούν τα θέματά της, ακόμη και να προχωρούν σε ρητορική πλειοδοσία χωρίς να προτείνουν συγκεκριμένες λύσεις στα υφιστάμενα προβλήματα, θα αποτύχουν».

Κατηγορίες ότι κατέστησε τη Γερμανία εξαρτημένη από το ρωσικό φυσικό αέριο 

Μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία το Φεβρουάριο 2022, κατηγορήθηκε ότι κατέστησε τη Γερμανία εξαρτημένη από τις παραδόσεις ρωσικού φυσικού αερίου.

Εντούτοις, υπογραμμίζει, η δημιουργία του αγωγού αερίου Nord Stream 1 είχε υπογραφεί από τον προκάτοχό της, τον σοσιαλδημοκράτη Γκέρχαρντ Σρέντερ, ο οποίος έγινε στη συνέχεια πρόεδρος της επιτροπής μετόχων και του εποπτικού συμβουλίου της εταιρείας αυτής.

Για τον Nord Stream 2, τον δεύτερο αγωγό αερίου που ουδέποτε τέθηκε σε λειτουργία και για τον οποίο είχε δώσει το πράσινο φως μετά τη ρωσική προσάρτηση της Κριμαίας το 2014, εξηγεί πως θα ήταν τότε «δύσκολο να δεχθούν οι άνθρωποι τόσο στη Γερμανία (...) όσο και σε αριθμό κρατών μελών της ΕΕ» την εισαγωγή άλλων πιο ακριβών καυσίμων.

Δικαιολογεί επίσης την επιλογή αυτή επικαλούμενη τη σταδιακή εγκατάλειψη της πυρηνικής ενέργειας, την οποία είχε αποφασίσει το 2011 μετά την καταστροφή της Φουκουσίμα: «το φυσικό αέριο κάλυπτε περισσότερο παρά ποτέ το ρόλο μιας μεταβατικής ορυκτής τεχνολογίας» περιμένοντας να πάρουν τη σκυτάλη οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.

Η πρώην καγκελάριος συνιστά εξάλλου να μην υπάρξει επιστροφή προς τα πίσω στη Γερμανία σε ό,τι αφορά την ατομική ενέργεια, όπως προτείνουν μερικοί: «Δεν την έχουμε ανάγκη για να ικανοποιήσουμε τους κλιματικούς στόχους μας, για να είμαστε τεχνολογικά αποδοτικοί».

Κανένας άλλος ηγέτης δεν επικρίνεται τόσο στα απομνημονεύματα αυτά όσο ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν, τον οποίο περιγράφει ως «έναν άνθρωπο που βρίσκεται διαρκώς σε επιφυλακή, φοβούμενος μήπως τον κακομεταχειρισθούν και πάντα έτοιμος να καταφέρει πλήγματα, μεταξύ άλλων και να ασκήσει την εξουσία του παίζοντας με ένα σκύλο και κάνοντας τους άλλους να περιμένουν».

Ωστόσο, συνεχίζει να πιστεύει πως «παρ'όλες τις δυσκολίες (...) έκανε καλά που επέμεινε (...) να μην αφήσει να κοπούν οι επαφές με τη Ρωσία (...) και να διατηρήσει επίσης δεσμούς μέσω των εμπορικών σχέσεων - πέραν των αμοιβαίων οικονομικών ωφελειών».

Για αυτόν το λόγο, υπογραμμίζει ότι «η Ρωσία είναι, μαζί με τις Ηνωμένες Πολιτείες, μία από τις δύο κύριες παγκόσμιες πυρηνικές δυνάμεις και είναι γείτονας της Ευρώπης».

Τέλος, εξακολουθεί να υπερασπίζεται την αντίθεσή της σε μια ενδεχόμενη ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ κατά τη σύνοδο κορυφής του Βουκουρεστίου το 2008, υποστηρίζοντας πως είναι ψευδαίσθηση να πιστεύει κανείς ότι το καθεστώς της υποψήφιας για ένταξη στο ΝΑΤΟ χώρας θα την είχε προστατεύσει από την επίθεση του Πούτιν.