Καθώς η πολιτική σκηνή της Ιταλίας εισέρχεται σε μια νέα περίοδο μετά την εντολή σχηματισμού κυβέρνησης από τον πρόεδρο Σέρτζιο Ματαρέλα στον Μάριο Ντράγκι, ο πρώην επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας θα πρέπει να κερδίσει την εμπιστοσύνη ενός εκ των αντισυστημικών κομμάτων της χώρας προκειμένου να γίνει ο νέος πρωθυπουργός.
Σε δηλώσεις του, ο άλλοτε ισχυρός άνδρας της ΕΚΤ ο οποίος αποδέχθηκε τη διερευνητική εντολή, εμφανίστηκε βέβαιος ότι οι συνομιλίες με τα κόμματα της Ιταλίας θα αποδώσουν ενότητα. «Η Ιταλία αντιμετωπίζει μια δύσκολη περίοδο, πρέπει να σταθούμε στο ύψος των περιστάσεων» ανέφερε ο Μάριο Ντραγκι.
Οι διαβουλεύσεις και τα παζάρια δίνουν και παίρνουν τις τελευταίες ώρες στην Ιταλία με το κίνημα των Πέντε Αστεριών, τη μεγαλύτερη κοινοβουλευτική ομάδα της χώρας να βρίσκεται στο επίκεντρο. Στο κόμμα που ίδρυσε ο κωμικός Μπέπε Γκρίλο κυριαρχούν δύο τάσεις, «υπέρ και κατά» του σχεδιασμού κυβέρνησης υπό τον Ντράγκι.
Ο Γκρίλο, ο Βίτο Κρίμι και ο Λουίτζι Ντι Μάιο, κορυφαία στελέχη των «Αστεριών» τάσσονται υπέρ μιας κυβέρνησης όπου θα κυριαρχούν οι πολιτικοί και όχι οι τεχνοκράτες. Ο Αλεσάντρο Ντι Μπατίστα είχε αναρτήσει στην σελίδα του στο Facebook, ένα άρθρο της 31ης Αυγούστου σχετικά με την πιθανότητα κυβέρνησης με επικεφαλής τον Ντράγκι, χαρακτηρίζοντας τον ως «απόστολο της ελίτ». Από την άλλη, υπάρχουν αρκετά λιγότερο προβεβλημένα στελέχη που θεωρούν τον Ντράγκι τη μοναδική λύση στο αδιέξοδο της χώρας.
Από την πλευρά του, ο Ματέο Ρέντσι ο αρχηγός του Viva Italia, άνθρωπος που προκάλεσε την πολιτική κρίση, πήρε θέση υπέρ του σχηματισμού κυβέρνηση τεχνοκρατών δηλώνοντας πως «πρέπει να στηρίξουμε τον Ντράγκι». Επιπρόσθετα, η στήριξη στον πρώην επικεφαλής της ΕΚΤ θεωρείται δεδομένη και από το Δημοκρατικό Κόμμα.
Σε αναβρασμό βρίσκεται όμως η Δεξιά, που θα εξετάσει αν θα ανάψει το πράσινο φως για τον σχηματισμό κυβέρνηση. Ο αρχηγός της Λέγκα, Ματέο Σαλβίνι, το κόμμα του οποίου φαίνεται να ηγείται στις δημοσκοπήσεις, επανέλαβε το αίτημά του για πρόωρες εκλογές. «Η κυριαρχία ανήκει στον λαό, όμως είμαστε έτοιμοι να ακούσουμε τον καθηγητή Ντράγκι», δήλωσε ο Σαλβίνι, ο οποίος θέτει ως προϋπόθεση για τη στήριξη την προκήρυξη εκλογών σε ορίζοντα ενός έτους, σύμφωνα με τον ιταλικό Τύπο.
Η ομογάλακτη του Σαλβίνι, Τζόρτζια Μελόνι ηγέτης του ακροδεξιού κόμματος Fratteli di Italia (FdI), δήλωσε ότι οι πρόωρες εκλογές είναι καλύτερες από μια κυβέρνηση Ντράγκι. Ωστόσο, το Forza Italia (FI) του Σίλβιο Μπερλουσκόνι δεν έκλεισε την πόρτα, υπενθυμίζοντας την «μακροχρόνια εκτίμηση» μεταξύ του πρώην πρωθυπουργού και του πρώην επικεφαλής της ΕΚΤ.
Με φόντο τα παραπάνω, η επίτευξη του στόχου του σχηματισμού κυβέρνησης υπό τον Μάριο Ντραγκι είναι ιδιαίτερα δυσχερής, όπως έδειξαν και τα αποτελέσματα της πρόσφατης ψήφου εμπιστοσύνης που έλαβε ο Τζιουζέπε Κόντε σε Βουλή και Γερουσία.
Στην Ιταλική Βουλή από τους 630 βουλευτές για να σχηματιστεί πλειοψηφία χρειάζονται τουλάχιστον 316 ψήφοι.
Αυτή τη στιγμή, το Κίνημα 5 Αστέρων έχει 188 βουλευτές, η Λέγκα 125, το Δημοκρατικό Κόμμα 93, το Forza Italia 85, το Viva Italia 30 και το Fratteli di Italiaί 31.
Στη Γερουσία, χρειάζεται πλειοψηφία 140 βουλευτών σε σύνολο 312, με το Κίνημα 5 Αστέρων να έχει 91 γερουσιαστές, τη Λέγκα 62, το Δημοκρατικό Κόμμα 35, το Forza Italia 40, το Viva Italia 18 και το Fratteli di Italia 10.
Να σημειωθεί πως σε αυτούς δεν περιλαμβάνονται βουλευτές ή γερουσιαστές οι οποίοι ανεξαρτητοποιήθηκαν και έχουν διαμορφώσει διαφορετικές ομάδες από κοινού με μικρότερα κόμματα εντός των νομοθετικών σωμάτων.
Παρά την αμφισημία του πολιτικού συστήματος, η «ασφάλεια» και η εμπειρία του πρώην κεντρικού τραπεζίτη αλλά και ο τεχνοκρατικός ρόλος του, μεταβάλλουν θετικά σε βραχυπρόθεσμη βάση το αίσθημα εμπιστοσύνης των αγορών. Η εμπλοκή του Ντράγκι έγινε ευπρόσδεκτη πάντως από τον τραπεζικό κόσμο, που με μότο το "In Draghi we trust" («Στον Ντράγκι που Εμπιστευόμαστε») θεωρεί το σημαντικότερο πρόσωπο για να ανταπεξέλθει σε αυτή τη δύσκολη περίοδο.
Ενδιαφέρον αποτέλεσμα αυτής της θετικότητας ήταν σήμερα το Ιταλικό χρηματιστήριο που βλέπει τα κέρδη να ανέρχονται στο 3% και το spread να πέφτει κοντά στο ψυχολογικό όριο των 100 ποσοστιαίων μονάδων, κάτι που η Ιταλία είχε να ζήσει από την Κυβέρνηση Ρέντσι του 2015.