Προς το τέλος της δεκαετίας του 1960 και τις αρχές του 1970, τόσο ο Ψυχρός Πόλεμος όσο και οι αιματηρές συγκρούσεις στην Ινδοκίνα και οι κομμουνιστικές εξεγέρσεις στη γενικότερη περιοχή, απείλησαν σε μεγάλο βαθμό, την ύπαρξη των κρατών της Νοτιοανατολικής Ασίας με άμεσο κίνδυνο την απόλυτη εκμηδένιση τους.
Στην προσπάθεια τους να δημιουργήσουν ένα μηχανισμό και μία δομή αμοιβαίας εμπιστοσύνης αλλά και εμπορικών συμφωνιών μεταξύ τους, η Ινδονησία, η Μαλαισία, οι Φιλιππίνες, η Ταΐλάνδη, και η Σιγκαπούρη συγκρότησαν πριν από περίπου 50 χρόνια, τον Αύγουστο του 1967, την Ένωση των Χωρών της Νοτιανατολικής Ασίας - Association of Southeast Asian Nations – ASEAN.
Στη συνέχεια η Ένωση έφτασε να αριθμεί συνολικά 10 κράτη μέλη, με την προσθήκη των Βιετνάμ, Καμπότζη, Λάος, Μπρουνέι και Μιανμάρ, με συνολικό πληθυσμό 500 εκατομμύρια ανθρώπους.
Οι πολυμελείς αυτοί σχηματισμοί μεταξύ κρατών, έχουν ως κεντρικό στόχο την υπεράσπιση και την ικανοποίηση των εκάστοτε εμπορικών, οικονομικών καθώς και πολιτικών συμφερόντων τους, τα οποία τίθενται σε ένα ευρύτερο πλαίσιο συνεννόησης και ισχυροποίησης της θέσης τους στην παγκόσμια στρατηγική σκακιέρα.
Ποια είναι η θέση λοιπόν των κρατών της ASEAN, ποια η δυναμική τους αλλά και ποιες οι προοπτικές τους, τώρα που ανοίγει ένα ακόμα ψυχροπολεμικό κεφάλαιο στις σχέσεις ΗΠΑ – Κίνας;
Ο νυν Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, Τζο Μπάιντεν, ενστερνίζεται, τουλάχιστον εν μέρει, την αντικινεζική ατζέντα του προκατόχου του Donald Trump, δίνοντας έμφαση σε ζητήματα που αφορούν τα ανθρώπινα δικαιώματα και την ασφάλεια.
Είναι χαρακτηριστικό ότι στη συνάντηση που πραγματοποιήθηκε πριν λίγες ημέρες μεταξύ της ομάδας του Τζο Μπάιντεν με κορυφαία στελέχη της κινεζικής διπλωματίας στην Αλάσκα, διαφάνηκαν με σαφήνεια οι προθέσεις και των δύο πλευρών, με εκατέρωθεν δηλώσεις για «ασυμβίβαστες διαφορές απόψεων» αλλά και «βαθιές ανησυχίες» που αφορούν όλους εκείνους τους τομείς που κρατούν τα δύο κράτη σε σαφή απόσταση.
Ο μεγαλύτερος κίνδυνος, από την όλο και εντεινόμενη οικονομική, στρατιωτική και στρατηγική διαμάχη ΗΠΑ – Κίνας, ελλοχεύει για τα 11 κράτη της Νοτιοανατολικής Ασίας. Είναι αυτά που καλούνται να διαχειριστούν και να ισορροπήσουν ανάμεσα στους δύο μεγαλύτερους εμπορικούς και στρατηγικούς παίκτες του πλανήτη, κρατώντας μία «επαμφοτερίζουσα στάση», όπως χαρακτηριστικά έχει αναφέρει πρώην διπλωμάτης της Σιγκαπούρης.
Η γειτνιάζουσα γεωγραφικά θέση της Κίνας και η στρατιωτική της δύναμη, δεν αφήνει εκ των πραγμάτων πολλά περιθώρια εναντίωσης και απόλυτης διάρρηξης των σχέσεων μαζί της, παρά το γεγονός ότι τα κράτη της ASEAN, καλωσορίζουν τις ΗΠΑ ως κυρίαρχη στρατιωτική δύναμη και αντισταθμιστικό παράγοντα ισχύος στην περιοχή.
Είναι ακόμα γεγονός πως η Κίνα αποτελεί τον μεγαλύτερο εμπορικό έτερο των κρατών της ASEAN και τον δεύτερο μεγαλύτερο επενδυτή μετά την Ιαπωνία, καθιστώντας τις εθνικές τους οικονομίες και τις εφοδιαστικές τους αλυσίδες, σε απόλυτη συνάρτηση με την Κινεζική οικονομική ευημερία.
Η ανάπτυξη αλλά και η σταθερότητα της Κίνας, αφορά και επηρεάζει σε απόλυτο βαθμό την αντίστοιχη κοινωνικοοικονομική ευθυγράμμιση της ASEAN.
Ταυτόχρονα με τα στοιχεία εκείνα τα οποία συνδέουν τις δυνάμεις αυτές εντοπίζονται και άλλα δεδομένα που λειτουργούν ως αποσταθεροποιητικοί παράγοντες στις σχέσεις μεταξύ τους.
Η διάθεση της Κίνας να παίξει πρωταγωνιστικό και αποκλειστικό ρόλο στην περιοχή, εκφράζεται όχι μόνο με έμμεσα χαρακτηριστικά και σχετικές δηλώσεις του Προέδρου της Xi Jinping, αλλά και με επιθετική αμφισβήτηση θαλάσσιων και εδαφικών διεκδικήσεων κάποιων κρατών μελών της ASEAN, όπως το Βιετνάμ και η Ινδονησία, στην περιοχή της Νότιας Σινικής Θάλασσας.
Χαρακτηριστικά η σχέση Κίνας–Βιετνάμ, ήταν και είναι πολυδαίδαλη, με άρρηκτα συνδεδεμένα οικονομικά και πολιτικά – κομματικά δεδομένα αλλά ταυτόχρονα με εδαφικές διαμάχες και κοινωνικές αναταραχές, όπως αυτές που σημειώθηκαν το 2014 και το 2018, όταν οι Βιετναμέζοι κατέβηκαν στους δρόμους διαδηλώνοντας κατά της Κινεζικής προκλητικότητας.
Κεντρικό ρόλο στη διαμάχη αυτή διαδραματίζει το γεγονός ότι από την περιοχή αυτή διέρχεται το μεγαλύτερο κομμάτι του θαλάσσιου εμπορίου της Κίνας, συνθέτοντας ένα σκηνικό αβεβαιότητας και υποβόσκουσας κλιμακούμενης έντασης.
Ακριβώς στο κέντρο αυτού του πλαισίου σχέσεων τοποθετείται η θέση των ΗΠΑ, με τις οποίες οι χώρες της ASEAN έχουν μία ιδιάζουσα σχέση αντίθεσης αλλά και αναγκαστικής συμμαχίας.
Είναι δεδομένο ότι οι πολιτικές πεποιθήσεις και οι κομματικοί σχηματισμοί των περισσότερων κρατών της ASEAN δε συγκλίνουν και δε συμφωνούν με το αμερικανικό μοντέλο, ούσες έως και εχθρικές απέναντι στην ίδια τη δημοκρατία, θέτοντας ένα τεράστιο πολιτικό χάσμα.
Ταυτόχρονα δεν έχουν περιθώριο να μην αναγνωρίσουν, όπως προαναφέρθηκε, τη στρατιωτική υπεροχή των ΗΠΑ στην περιοχή και τη συμμαχία τους με γείτονα κράτη όπως η Νότια Κορέα.
Κάτω λοιπόν από το άγρυπνο βλέμμα της Κίνας και τη σαφή παρουσία των ΗΠΑ, ποια θα μπορούσε να είναι η κίνηση εκείνη που θα έκανε τη διαφορά και θα βελτίωνε τη θέση της ASEAN σε αυτήν τη στρατηγική τραμπάλα μεταξύ των δύο υπερδυνάμεων;
Ανταποκριτές και πολιτικοί αναλυτές της Νοτιοανατολικής Ασίας αναφέρουν ως πιθανότερο σενάριο το άνοιγμα της ASEAN προς άλλες κατευθύνσεις και τη δημιουργία συμμαχιών, με κεντρικό άξονα την περιφερειακή ευημερία και την ασφάλεια.
Συγκεκριμένα, η πρόσκληση δυνάμεων όπως η Ιαπωνία, η Νότιος Κορέα, η Αυστραλία και η Ινδία, είναι στο τραπέζι και είναι πιθανό πως μέσα στο 2021 θα γίνουν οι σχετικές κινήσεις προσέγγισης.
Σε κάθε περίπτωση εκείνο που όλοι απεύχονται, είναι ένα «ατύχημα» στις τεταμένες σχέσεις ΗΠΑ – Κίνας, ικανό να οδηγήσει σε ευθεία σύγκρουση, με ανυπολόγιστες συνέπειες για όλους.
Στην περίπτωση αυτή καμία «άσκηση ισορροπίας» ή «επαμφοτερίζουσας στάσης», δεν μπορεί να ανακάμψει την απολύτως καταστροφική τροπή των πραγμάτων.
*Η Μαρία Σταματοπούλου είναι σύμβουλος πολιτικής επικοινωνίας