Του Γιώργου Παυλόπουλου
Μια νίκη στα σημεία μοιάζει να πετυχαίνει η Ευρωβουλή. Με την απόφασή της να θέσει βέτο σε δύο από τους υποψήφιους Επιτρόπους έκανε, αν μη τι άλλο, αισθητή την παρουσία της στα δρώμενα στις Βρυξέλλες και το Στρασβούργο, με τα μέλη της να φωνάζουν «είμαστε και εμείς εδώ!».
Σε αυτό το πλαίσιο, πρώτη «υπέκυψε» η κυβέρνηση της Ουγγαρίας και επέλεξε να ορίσει διαφορετικό υποψήφιο, αντι να οδηγήσει την κόντρα στα άκρα, κάτι που θα έθετε σε κίνδυνο την ανάληψη των καθηκόντων από την Κομισιόν της Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν την 1η Νοεμβρίου. Χθες το απόγευμα δε, ακολούθησε τον ίδιο δρόμο και η Ρουμανία – η κυβέρνησή της, άλλωστε, δεν θα μπορούσε να αντέξει να υπάρξει άλλο ένα μέτωπο ανοιχτό, τη στιγμή που η αντιπολίτευση ετοιμάζεται να καταθέσει πρόταση μομφής, πιθανώς την ερχόμενη εβδομάδα.
Αναμφίβολα, ήταν μια επιτυχία που την είχε ανάγκη το νομοθετικό σώμα της «ενωμένης Ευρώπης». Ειδικά μετά το περασμένο καλοκαίρι, όταν οι ηγέτες των «27» είχαν προχωρήσει στη «μοιρασιά» με βάση αποκλειστικά τα δικά τους κριτήρια και τις μεταξύ τους ισορροπίες.
Ήττα ή... συνενοχή της φον ντερ Λάιεν;
Δεν αποκλείεται, μάλιστα, συμμέτοχος στο «κόλπο» να ήταν και η φον ντερ Λάιεν. Παρά το γεγονός ότι αρκετοί ερμήνευσαν το αρχικό βέτο στους δύο υποψηφίους ως την πρώτη προσωπική της ήττα – με την αιτιολογία πως είναι αυτή η οποία τους δίνει το πρόκριμα για να προσέλθουν ενώπιον της Ευρωβουλής – η Γερμανίδα πολιτικός μπορεί να επικαλεστεί το γεγονός ότι είναι (άγραφος) κανόνας να γίνονται δεκτά τα πρόσωπα που προτείνουν τα κράτη-μέλη και, κατά συνέπεια, η ίδια δεν θα μπορούσε να πράξει διαφορετικά.
Εφόσον αυτό ισχύει, τότε επετεύχθησαν με ένα σμπάρο δύο τρυγόνια: Αφενός, ανατάθηκε το κύρος της Ευρωβουλής και, αφετέρου, καταφέρθηκε ένα πλήγμα σε βάρος των δύο «κακών παιδιών» της ΕΕ – των κυβερνήσεων του Βίκτορ Όρμπαν στην Ουγγαρία και της Λουντμίλα Ντάντσιλα στη Ρουμανία – που εδώ και καιρό βρίσκονται στο στόχαστρο των Βρυξελλών.
Σε καμία περίπτωση, ωστόσο, αυτό δεν αλλάζει την πραγματικότητα: Το Ευρωκοινοβούλιο παραμένει ο πιο ανίσχυρος από τους θεσμούς της ΕΕ – Συμβούλιο, Κομισιόν, αλλά και ΕΚΤ – παρά το ότι θα έπρεπε να είναι ο πιο ισχυρός. Κι αυτό δεν θα αλλάξει εάν δεν υπάρξει σαφής τροποποίηση της Συνθήκης που διέπει τη λειτουργία του οικοδομήματος – κάτι που, με τη σειρά του, συνεπάγεται την ύπαξη ισχυρής πολιτικής βούλησης για επιτάχυνση και εμβάθυνση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, σε όλα τα επίπεδα.
Διαφορετικά, το σώμα με τα 751 μέλη θα παραμείνει ένας χώρος στον οποίο θα ακούγονται ενδιαφέροντα πράγματα, ενίοτε θα εκτυλίσσονται και σκληρές πολιτικές αντιπαραθέσεις, χωρίς όμως τίποτε από αυτά να έχει πρακτικό και ουσιαστικό αντίκρυσμα.
AP Photo/Jean-Francois Badias