Έπειτα από μια βαριά εκλογική ήττα, το Εργατικό Κόμμα της Βρετανίας επουλώνει τις πληγές του και προσπαθεί να ανασυνταχθεί, όπως και πολλές άλλες παρατάξεις της σοσιαλδημοκρατικής αριστεράς στην Ευρώπη, επί ποινή να βρεθεί στα όρια της εξαφάνισης.
Η πανδημία επιτάχυνε μία τάση που άρχισε να διαφαίνεται τουλάχιστον από την χρηματοπιστωτική κρίση του 2008, όταν σταμάτησαν να λειτουργούν οι διαχωρισμοί της παραδοσιακής πολιτικής, επισκιασμένοι από την ανάδυση κοινωνικών θεμάτων όπως το Brexit στο Ηνωμένο Βασίλειο, ο ισλαμισμός στην Γαλλία...
«Τα προοδευτικά κόμματα του κέντρου και της κεντροαριστεράς βρίσκονται αντιμέτωπα με την περιθωριοποίηση, έως και την εξαφάνιση, στον δυτικό κόσμο», έγραψε στο περιοδικό New Statesman ο πρώην πρωθυπουργός της Βρετανίας Τόνι Μπλερ.
«Με την εξαίρεση του Τζο Μπάιντεν, τα προοδευτικά πολιτικά προγράμματα που έχουν ευρεία υποστήριξη από την πλειοψηφία δεν αποτελούν παρά χλωμές ακτίνες φωτός στον δυτικό κόσμο», γράφει απευθύνοντας πρόσκληση για μία νέα πολιτική της κεντροαριστεράς.
Η εκλογή του Τζο Μπάιντεν δεν είναι παρά μικρή παρηγοριά. Τα κοινωνικά θέματα συνιστούν ισχυρό σημείο αναφοράς ταυτότητας για την αμερικανική δεξιά, που μπορεί να συνασπισθεί πίσω από έναν λιγότερο πολωτικό από τον Ντόναλντ Τραμπ ηγέτη.
«Η αριστερά δεν προτείνει τίποτε»
Για την ερευνήτρια Sophie Pornschlegel του European Policy Centre, τα μεγάλα ονόματα του Εργατικού Κόμματος έχουν δίκιο να ανησυχούν: το κόμμα βρέθηκε σε υποχώρηση και έχασε το προπύργιο του Χάρτλπουλ, στον ταγμένο υπέρ του Brexit αγγλικό βορρά.
Στο Ηνωμένο Βασίλειο, όπως και αλλού, η παλιά εργατική τάξη, στην οποία στηριζόταν η αριστερά, δεν υπάρχει πλέον και η πολιτική συζήτηση έχει μετακινηθεί προς τα θέματα της κοινωνίας.
Οι ψηφοφόροι «ταυτίζονται περισσότερο με κόμματα που απηχούν αυτές τις πολιτισμικές διαχωριστικές γραμμές», εξηγεί η Sophie Pornschlegel. Η σοσιαλδημοκρατία «πρέπει να αυτοπροσδιορισθεί με βάση αυτήν την νέα γραμμή αντιπαράθεσης, αλλά δεν θέλει να το κάνει».
«Σε αυτό προστίθεται μια έλλειψη ηγεσίας και ιδεών», δηλώνει η ερευνήτρια του European Policy Centre που πιστεύει ότι οι νέες προτάσεις του γερμανικού Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος έρχονται «πάρα πολύ αργά» για να καλύψουν μέχρι τις εκλογές του Σεπτεμβρίου την απόσταση που χωρίζει το SPD από τους Πράσινους και την Χριστιανοδημοκρατική Ένωση (CDU) της Άνγκελα Μέρκελ.
Στην Γαλλία, οι σοσιαλιστές βρίσκονται πολύ πίσω στις δημοσκοπήσεις για τις προεδρικές εκλογές του 2022.
«Η αριστερά δεν προτείνει τίποτε και αυτό είναι το πρόβλημα», εξανέστη ο πρώην πρόεδρος της Γαλλίας Φρανσουά Ολάντ στην France Inter.
Όπως στην Γαλλία, η ιταλική αριστερά είναι κατακερματισμένη μετά την εμφάνιση περισσότερο ριζοσπαστικών πολιτικών δυνάμεων. Παραμένει στην εξουσία στην Ισπανία, με έναν αριστερότερο προσανατολισμό που πήρε από τα χρόνια της χρηματοπιστωτικής κρίσης με το Podemos.
«Ανάκτηση εμπιστοσύνης»
Μία κρίση εμπιστοσύνης εγκαταστάθηκε, με τους ψηφοφόρους να τιμωρούν τα κεντροαριστερά κόμματα που εφάρμοσαν μέτρα λιτότητας ή που, όπως στο Ηνωμένο Βασίλειο και την Γερμανία, θεωρούνται υπεύθυνα για να την κρίση εξαιτίας των μεταρρυθμίσεων υπέρ της αγοράς.
«Η κεντροαριστερά πρέπει να ανακτήσει αυτήν την εμπιστοσύνη», λέει ο καθηγητής Πολιτικών Επιστημών Δημήτρης Παπαδημητρίου του πανεπιστημίου του Μάντσεστερ. Για να γίνει αυτό χρειάζεται ένα «αξιόπιστο οικονομικό πρόγραμμα που δεν καταστρέφει την οικονομία» και «καταρτίζει μία κοινωνική ατζέντα που εγγυάται το τέλος των κραυγαλέων ανισοτήτων».
Στο Ηνωμένο Βασίλειο, το Εργατικό Κόμμα παραμένει η μεγαλύτερη δύναμη της αντιπολίτευσης χάρις στο πλειοψηφικό εκλογικό σύστημα που ευνοεί τα δύο μεγάλα κόμματα. Όμως, ο ερευνητής προειδοποιεί: «(Ένα κόμμα) μπορεί να μην εξαφανιστεί, αλλά να παραμείνει στο διηνεκές ανεπαρκές».
Με τον σαματατζή Μπόρις Τζόνσον, οι συντηρητικοί βρήκαν τον δικό τους Τόνι Μπλερ, έναν ηγέτη ελαφρού προγράμματος, αλλά καπάτσο ομιλητή και μεγάλο τακτικιστή στην προεκλογική εκστρατεία.
Ο βρετανός πρωθυπουργός, που δαπανά χωρίς να υπολογίζει απέναντι στην υγειονομική κρίση, προσελκύει τους ψηφοφόρους «της αριστεράς σε θέματα οικονομικής πολιτικής , αλλά συντηρητικούς σε ό,τι αφορά τις κοινωνικές αξίες και τα θέματα ταυτότητας», λέει ο Anand Menon, διευθυντής του κέντρου UK in a Changing Europe.
Ωστόσο θεωρεί ότι ο Μπόρις Τζόνσον πρέπει να τηρήσει τις υποσχέσεις του, «εγχείρημα αρκετά δύσκολο για τα επόμενα δύο ή τρία χρόνια».