Με επίσημη αιτιολογία ότι θέλει να τερματίσει τον «βενζινοτουρισμό» η κυβέρνηση της Ουγγαρίας αποφάσισε, μάλλον αιφινιδιαστικά, την Πέμπτη να απαγορεύσει σε οδηγούς από το εξωτερικό, ακόμη και από άλλα κράτη-μέλη της ΕΕ, να προμηθεύονται στην Ουγγαρία φθηνή βενζίνη με κρατική επιδότηση.
Συγκεκριμένα, όπως αναφέρει σε δημοσίευμά της η Deutsche welle Με την επιδότηση η βενζίνη σούπερ (95 οκτανίων) στοιχίζει 480 φιορίνια το λίτρο, δηλαδή 1,23 ευρώ. Από την Παρασκευή αυτή η τιμή θα είναι διαθέσιμη μόνο για αυτοκίνητα με ουγγρικές πινακίδες. Οι υπόλοιποι οδηγοί θα πληρώνουν την αγοραία τιμή της βενζίνης, που είναι κατά 40% ακριβότερη.
Από τον Νοέμβριο του 2021 η ουγγρική κυβέρνηση έχει επιβάλει πλαφόν στην τιμή της βενζίνης και του ντίζελ.
Όπως σημειώνει το Αυστριακό Πρακτορείο Ειδήσεων (APA) η επιδοτούμενη βενζίνη στην Ουγγαρία είναι πολύ φθηνότερη από τις γειτονικές χώρες. Στην Αυστρία και στη Σλοβακία οι οδηγοί πληρώνουν κατά μέσο όρο 1,80 ευρώ το λίτρο, στην Τσεχία και στην Ιταλία 1,87 ευρώ, στη Γερμανία 2,15 ευρώ.
Όπως είναι φυσικό, κάθε μέρα χιλιάδες οδηγοί περνούν τα ουγγρικά σύνορα για να «φουλάρουν» σε χαμηλές τιμές, με αποτέλεσμα να προκαλείται συνωστισμός στα βενζινάδικα. Αλλά αυτό δεν είναι κάτι καινούριο για την ΕΕ. Ακόμη και πριν από τη δραματική αύξηση των τιμών στα καύσιμα που επέφερε ο πόλεμος στην Ουκρανία πολλοί οδηγοί από τις δυτικές επαρχίες της Γερμανίας ταξίδευαν στο Βέλγιο ή στο Λουξεμβούργο για να βάλουν βενζίνη σε καλύτερες τιμές. Το ίδιο κάνουν και οδηγοί από τη Βόρεια Ελλάδα που προτιμούν να βάζουν βενζίνη στη γειτονική Βουλγαρία.
Μπορεί τόσο εύκολα η ουγγρική κυβέρνηση να προσφέρει προνομιακή τιμή στους Ούγγρους οδηγούς, επιβάλλοντας «καπέλο» σε όλους τους υπόλοιπους; Όπως επισημαίνει το Γερμανικό Πρακτορείο Ειδήσεων (DPA), η άνιση μεταχείριση ημεδαπών και πολιτών από άλλα κράτη-μέλη της ΕΕ «θέτει το ερώτημα, κατά πόσον η Ουγγαρία παραβιάζει την αρχή της μη διάκρισης λόγω ιθαγένειας, που κατοχυρώνεται στο δίκαιο της ΕΕ». Μάλιστα το κοινοτικό δίκαιο απαγορεύει όχι μόνο την άμεση, αλλά και κάθε έμμεση διάκριση με κριτήρια ιθαγένειας.