Το γεγονός ότι ο Αλεξέι Ναβαλνι, ο βασικός πυλώνας της αντιπολίτευσης στη Ρωσία νοσηλεύεται σε κρίσιμη κατάσταση, σε συνδυασμό με το ότι πολλοί εγχώριοι ή εξόριστοι επικριτές του Βλαντιμίρ Πούτιν έχουν τεθεί -με τον έναν ή τον άλλον τρόπο- εκτός κάδρου τα τελευταία χρόνια, κινεί υποψίες και ανησυχίες ταυτόχρονα.
Ο Ναβαλνι ο κύριος εκπρόσωπος της αντιπολίτευσης στην Ρωσία, έχει υποστεί επιθέσεις και έχει μπει στο στόχαστρο των αρχών, ουκ ολίγες φορές τα τελευταία χρόνια. Έχει συλληφθεί πολλές φορές από την αστυνομία στο πλαίσιο διαδηλώσεων που είχε οργανώσει κατά της κυβέρνησης, ενώ κατά το παρελθόν του είχε απαγορευτεί να εγκαταλείψει τη Ρωσία.
Μεταξύ των ετών 2013 και 2017 δεν μπορούσε να ταξιδέψει στο εξωτερικό, καθώς οι ρωσικές αρχές αρνούνταν να του χορηγήσουν διαβατήριο λόγω των δικαστικών εναντίον του διώξεων εκείνη την εποχή.
Τελικά, τον Μάιο του 2017 του χορηγήθηκε διαβατήριο και του επετράπη να φύγει από τη Ρωσία. Σκοπός του ταξιού ήταν να λάβει ιατρική θεραπεία στην Ισπανία για έγκαυμα που είχε υποστεί στο μάτι. Είχε προηγηθεί επίθεση που είχε δεχθεί στη Μόσχα με ένα υγρό, το οποίο και του προκάλεσε σοβαρή βλάβη στην κόρη του ματιού και τον κερατοειδή.
Ο Ναβάλνι, ο οποίος έχει καταδικαστεί πολλές φορές σε πρόστιμο ή σε σύντομες ποινές φυλάκισης, έγινε η βασική φυσιογνωμία της ρωσικής αντιπολίτευσης μετά τις διαδηλώσεις του 2011 και του 2012.
Μόλις τον περασμένο Δεκέμβριο εξάλλου, είχε κατηγορήσει τις αρχές της Ρωσίας για την "απαγωγή" ενός συνεργάτη του, ο οποίος και συνελήφθη αφού προηγήθηκε έρευνα στο σπίτι του και στάλθηκε αμέσως στην Αρκτική για να υπηρετήσει τη στρατιωτική του θητεία.
Ο Ναβάλνι, οι υποστηρικτές του και οι οικογένειές τους κάθε τόσο συλλαμβάνονται, υφίστανται διώξεις και αστυνομική βία σε όλη τη Ρωσία. Δυστυχώς, δεν είναι οι μόνοι. Τα τελευταία χρόνια ουκ ολίγοι δημοσιογράφοι, ακτιβιστές και πολιτικοί έχουν υποστεί φυσική και ψυχολογική βία από τις αρχές της χώρας.
Το 2015 είχε συγκλονίσει τον κόσμο, η εν ψυχρώ δολοφονία του Μπόρις Νεμτσόφ, στέλεχους της αντιπολίτευσης και πρώην αντιπρόεδρου της ρωσικής κυβέρνησης επί Γέλτσιν κατά τη δεκαετία του 1990.
Για την δολοφονία του Νεμτσόφ, ο οποίος ερευνούσε την εμπλοκή της Ρωσίας στις συγκρούσεις Ουκρανίας και ενόπλων φιλορώσων αποσχιστών στις ανατολικές ουκρανικές επαρχίες, καταδικάστηκαν τέσσερις Τσετσένοι. Οι τελευταίοι εκτελούσαν συμβόλαιο θανάτου αλλά δεν αποκαλύφθηκε πότε ποιος το είχε παραγγείλει.
Ετερη υπόθεση που είχε συγκλονίσει ήταν η δολοφονία το 2006 της δημοσιογράφου Άννα Πολιτκόφσκα στο ασανσέρ της πολυκατοικίας της στη Μόσχα. Η εφημερίδα Novaya Gazeta στην οποία εργαζόταν η Ρωσίδα δημοσιογράφος ήταν έντονα επικριτική προς τις πολιτικές του Κρεμλίνου στην Τσετσενία και τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη χώρα.
Την ίδια χρονιά, δηλαδή τον Νοέμβριο του 2006, ο πρώην Ρώσος αξιωματικός των μυστικών υπηρεσιών Αλεξάντερ Λιτβινένκο αρρώστησε σοβαρά μετά την κατανάλωση τσαγιού που περιείχε ραδιενεργό πολώνιο-210 σε ξενοδοχείο στο Λονδίνο τον Νοέμβριο. Το δηλητήριο τον οδήγησε στο θάνατο. Δύο εβδομάδες προτού δηλητηριαστεί, ο Λιτβινένκο είχε κατηγορήσει τον Πούτιν για την δολοφονία της Πολιτκόφσκα.
Με άλλα λόγια, οι "ανεξιχνίαστες" δολοφονίες στη Ρωσία είναι πολλές. Ο πρώην διπλωμάτης και συγγραφέας Βλαντιμίρ Φεντορόφσκι υποστηρίζει σε βιβλίο του, ότι οι δολοφονίες των πολιτικών όπως εκείνη του Μπορίς Νεμτσόφ το 2015 ή της δημοσιογράφου Αννας Πολιτκόφσκαγια δεν ήταν “παραγγελίες” της προεδρίας. Σύμφωνα με τον ίδιο, θα πρέπει κανείς να στραφεί και να ψάξει στα κυκλώματα της μαφίας και σε εκείνα της καυκασιανής Τσετσενίας. Αμφότερα ωστόσο έχουν διαύλους επικοινωνίας σε χαμηλότερο αλλά και υψηλότερο επίπεδο μέσα στο ρωσικό σύστημα εξουσίας.