Ανακούφιση προκάλεσε στην πολιτική σκηνή της Γερμανίας η είδηση της αποχώρησης του Αμερικανού προέδρου Τζο Μπάιντεν από την κούρσα για τις προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ, που εδώ και κάποιο διάστημα δείχνει να προετοιμάζεται για το ενδεχόμενο να χρειαστεί στο μέλλον να συνομιλεί με τον Ντόναλντ Τραμπ.
Όπως μεταδίδει η Deutsche Welle, ο καγκελάριος Όλαφ Σολτς έκανε λόγο για μια «ιστορική απόφαση» που δείχνει πολιτική γενναιότητα, ενώ τον βαθύ σεβασμό τους για το βήμα αυτό εξέφρασαν τόσο ο αντικαγκελάριος Ρόμπερτ Χάμπεκ από τους Πράσινους, όσο και ο επικεφαλής της Χριστιανοδημοκρατικής αντιπολίτευσης Φρίντριχ Μερτς.
Η υπουργός Εξωτερικών Αναλένα Μπέρμποκ τόνισε ότι ο Μπάιντεν έβαλε τα συμφέροντα της χώρας του πάνω από τα δικά του.
Ο υπουργός Εργασίας Χουμπέρτους Χάιλ, που έτυχε να βρίσκεται στην Ουάσινγκτον την ώρα της απόφασης του προέδρου και είχε καταγράψει τις ανησυχίες στις τάξεις των Δημοκρατικών, εξέφρασε τη σιγουριά ότι «η μάχη είναι και πάλι ανοικτή».
Το κυρίαρχο ερώτημα είναι βεβαίως τώρα αν η διαδικασία επίσημης ανακήρυξης της αντιπροέδρου Κάμαλα Χάρις θα προχωρήσει γρήγορα και χωρίς εσωτερικούς κραδασμούς, και φυσικά αν θα μπορέσει να κερδίσει τον Ντόναλντ Τραμπ, που έδειχνε να έχει το προβάδισμα σε όλες τις δημοσκοπήσεις, προ αποχώρησης Μπάιντεν.
Όλοι, και σε κάθε ευκαιρία, επαναλαμβάνουν τη σημασία των εκλογών της 5ης Νοεμβρίου και για την Ευρώπη.
Τι γράφει ο γερμανικός Τύπος
Πλήθος ρεπορτάζ αναφέρονται στο βιογραφικό της Κάμαλα Χάρις, την καταγωγή της αλλά και τις πολιτικές της θέσεις και προτεραιότητες.
Η taz του Βερολίνου αναρωτιέται αν η αμερικανική κοινωνία είναι έτοιμη μετά το σοκ να αποδεχτεί ως πρόεδρο μια γυναίκα, και μάλιστα Αφροαμερικανή, παραδεχόμενη, ωστόσο, ότι αυτή τη στιγμή η Χάρις είναι η καλύτερη δυνατή επιλογή.
Η συντηρητική Die Welt αναρωτιέται αν το αριστερό προφίλ της φερόμενης ως υποψήφιας μπορεί να λειτουργήσει υπέρ της ή εναντίον της, συσπειρώνοντας τη συντηρητική Αμερική.
Η κεντροδεξιά FAZ υποστηρίζει ότι ο Μπάιντεν έπεσε θύμα του ίδιου του κόμματός του και της ανασφάλειας πολλών στελεχών του και χαρακτηρίζει κομβικό το ερώτημα αν η Χάρις θα κερδίσει την ολόψυχη στήριξη του μηχανισμού και της βάσης των Δημοκρατικών, εφόσον θέλει να έχει ελπίδες νίκης. Και σημειώνει ότι μετά την αρχική ανακούφιση, η αγωνία για τους Ευρωπαίους συμμάχους συνεχίζεται, αν δεν γίνεται και ακόμα μεγαλύτερη. Όπως παραδέχτηκε πάντως και η Μπέρμποκ, η Ευρώπη οφείλει να είναι πολύ πιο ενεργή σε ό,τι αφορά την παρουσία της στο διεθνές πολιτικό σκηνικό και να μην παραμένει απαθής παρατηρητής των εξελίξεων.